Πηγή Εικόνας: απε - μπε

Σε πάροχο ενεργειακής ασφάλειας στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και εξαγωγέα πράσινης ενέργειας μπορεί να εξελιχθεί η Ελλάδα, όπως επισήμανε σήμερα, μιλώντας στο 9ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, ο Αθανάσιος Δαγούμας, πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας. «Η Ελλάδα δεν είναι πλέον η χώρα που απλώς ψάχνει για ξένους επενδυτές (στον τομέα της ενέργειας). Εξάγουμε τεχνογνωσία σε όλα τα επίπεδα -και ρυθμιστικά και στους διαχειριστές και στις εταιρείες. Εννοείται ότι επιδιώκουμε η Ελλάδα να γίνει ενεργειακός κόμβος και εξαγωγέας και να επενδύσουν οι εταιρείες μας και στο εξωτερικό», πρόσθεσε.

Όσον αφορά το νομοθετικό πλαίσιο για το πράσινο υδρογόνο στην Ελλάδα επισήμανε πως η πολιτική ηγεσία έχει ήδη «ωριμάσει και πολύ σύντομα θα ολοκληρώσει το εγχώριο απαιτούμενο νομοθετικό πλαίσιο». Πρόσθεσε πως το πράσινο υδρογόνο έχει μέλλον, όχι τόσο ορατό για την περίοδο ώς το 2030, αλλά στην επόμενη δεκαετία αναμένεται να διεισδύσει σημαντικά στο ενεργειακό μείγμα και της Ελλάδας.

Όσον αφορά το ενδεχόμενο αξιοποίησης και της πυρηνικής ενέργειας στην Ελλάδα, ο κ. Δαγούμας επισήμανε: «οφείλουμε ως χώρα να παρακολουθούμε τις εξελίξεις (…) αλλά στην Ελλάδα (…) έχουμε ένα πολύ συγκεκριμένο προφίλ -με το πλεόνασμα της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ απαιτούμε και θέλουμε τεχνολογίες εξισορρόπησης. Η τεχνολογία των SMR (σ.σ. Small Modular Reactors, των μικρών πυρηνικών αντιδραστήρων) δεν έχει αυτή τη στιγμή ακόμα αποδείξει ότι μπορεί να παρέχει ευέλικτες υπηρεσίες, εκτός αν υπάρξει σημαντική βελτίωση στο μέλλον. Είναι μια ανταγωνιστική λύση και συνεπώς οφείλουμε να την παρακολουθούμε, να βλέπουμε τις εξελίξεις και στην κατάλληλη στιγμή, η χώρα μας μπορεί να κρίνει αν θα επενδύσει ή όχι».

Το μεγάλο στοίχημα του πράσινου υδρογόνου

Την πεποίθηση ότι το πράσινο υδρογόνο αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα για το μέλλον της ενέργειας εξέφρασε ο Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος, διευθύνων σύμβουλος της Hellenic Hydrogen, της ιδρυθείσας το 2023 κοινοπραξίας της Motor Oil και της ΔΕΗ, υπενθυμίζοντας πως το συγκεκριμένο καύσιμο και ενεργειακός μεταφορέας ξεκινά σχεδόν από μηδενική βάση, καθώς χρειάζεται να δημιουργηθούν όχι μόνο οι υποδομές και η παραγωγή, αλλά ακόμα και οι καταναλωτές.
Αφού υπενθύμισε ότι όλα τα μοντέλα και προβλέψεις για το ενεργειακό μείγμα έως το 2050 τοποθετούν το υδρογόνο σε ποσοστό 10% έως 20%, έναντι 70% για τον εξηλεκτρισμό σε μερικές περιπτώσεις, τόνισε ότι η διαδικασία της ενεργειακής μετάβασης δεν είναι «σπριντ». «Ιστορικά στην ανθρωπότητα, καμιά ενεργειακή μετάβαση δεν κράτησε λιγότερο από μισό αιώνα. Οπότε είναι λίγο άδικο για την ενεργειακή μετάβαση μετά από 5- 10 χρόνια προσπάθειας να βλέπουμε κάτι και να λέμε ότι δεν πετυχαίνει», είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε πως τα αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας θα φανούν σε βάθος χρόνου.

Αναφερόμενος ειδικά στο πρότζεκτ «North-1», που αφορά τη δημιουργία μονάδας πράσινου υδρογόνου στην έκταση του ατμοηλεκτρικού σταθμού Αμυνταίου, υπενθύμισε πως το έργο βρίσκεται σε αρκετά καλό επίπεδο τεχνικής ωρίμανσης και επίσης έχουν γίνει τα πρώτα βήματα για τις αδειοδοτήσεις. «Βέβαια, ένα έργο σαν αυτό, το οποίο είναι το πρώτο του είδους του, ακόμη και στο κομμάτι της αδειοδότησης έχω κάποιες δυσκολίες, αλλά νομίζω ότι προχωράμε καλά» σημείωσε και πρόσθεσε ότι η εταιρεία προσπαθεί να το υποστηρίξει και χρηματοδοτικά.
«Όλα αυτά όμως δεν έχουν και πολύ σημασία τελικά, αν δεν υπάρχει κατανάλωση, αν δεν υπάρχει καταναλωτής. Και το μεγάλο πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι, εκτός ίσως από τα διυλιστήρια, δεν έχουμε μεγάλους καταναλωτές υδρογόνου» σημείωσε. Πρόσθεσε δε ότι η εταιρεία αναμένει από το υπουργείο να κρατήσει τη δέσμευσή του και μέχρι τον Ιούνιο να υπάρχει το πρώτο draft «του περίφημου νομοθετικού πλαισίου (για το πράσινο υδρογόνο)».
Κατά τον κ. Τριανταφυλλόπουλο, τέλος, οι δύο μέτοχοι της Hellenic Hydrogen, ΔΕΗ και Μοτορ Οιλ, είναι αρκετά εξωστρεφείς και η εταιρεία του υδρογόνου έχει κληρονομήσει αυτή την εξωστρέφεια: «Δεν θέλουμε να περιοριστούμε στον ελλαδικό χώρο (…) Γι’ αυτό και οι (γεωγραφικές) θέσεις που διαλέγουμε έχουν και μια αίσθηση εξωστρέφειας όσον αφορά το πως μπορούμε να παράξουμε υδρογόνο και να το μεταφέρουμε ή να το διαθέσουμε με κάποιο τρόπο και εκτός Ελλάδας», κατέληξε.

Σημαντικοί ξένοι επενδυτές κοιτάζουν την Ελλάδα για έργα υδρογόνου, αλλά πρέπει να είμαστε και ρεαλιστές

Ποια είναι γενικά η προοπτική για το πράσινο υδρογόνο στην Ελλάδα και στην Ευρώπη; Κατά τον Ορέστη Ομράν, εταίρο και επικεφαλής για την Ελλάδα της DLA Piper, παρότι η αγορά του πράσινου υδρογόνου δεν είναι ακόμα ανεπτυγμένη και δεν υπάρχουν μείζονα έργα γενικά στον ευρωπαϊκό χώρο, τα τελευταία χρόνια κάτι έχει αρχίσει να κινείται. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Υδρογόνου, με δεξαμενή κεφαλαίων ύψους 800 εκατ. ευρώ, έλαβε περί τις 180 αιτήσεις διαφορετικών έργων ανά την Ευρώπη. «Αυτό δείχνει την εξέλιξη της αγοράς και ότι πλέον υπάρχουν επενδύσεις και εταιρείες που κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση. Είναι ρεαλιστικό πλέον να μιλάμε για υδρογόνο και στην Ελλάδα. Οι κουβέντες όσον αφορά τη δημιουργία ρυθμιστικού πλαισίου είναι αρκετά προχωρημένες, υπάρχουν πραγματικοί επενδυτές και πραγματικά έργα -και ξένοι επενδυτές, σημαντικοί, οι οποίοι κοιτάζουν την Ελλάδα με συγκεκριμένα έργα και έχουν συζητήσεις με το υπουργείο. Παρόλα αυτά οφείλουμε να είμαστε ρεαλιστές και αυτό το υπουργείο το αποδέχεται και μετακυλίεται το κόστος (των μεγάλων έργων υδρογόνου) στην επόμενη 10ετία, κατά την ταπεινή μου άποψη ορθώς, διότι και η τεχνολογία θα έχει εξελιχθεί περισσότερο, αλλά και θα έχουμε τα πρώτα λειτουργούντα έργα στην Ελλάδα για να δούμε κατά πόσο το σηκώνει η αγορά ή όχι».

Το πρόβλημα του κορεσμένου δικτύου

Εν αναμονή των εξελίξεων ως προς το πράσινο υδρογόνο, ορατό είναι στην Ελλάδα το πρόβλημα του κορεσμού των δικτύων των ΑΠΕ. «Αυτό συνέβη γιατί έγιναν πολύ σημαντικές επενδύσεις τα τελευταία 10- 15 χρόνια, αλλά δεν προβλέψαμε πώς το δίκτυο μας θα υποστηρίξει τους όγκους ανανεώσιμης ενέργειας που παράγονται -κάτι που δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο» είπε ο κ. Ομράν.

Βάζοντας το πρόβλημα σε αριθμούς εξήγησε πως αν υποθέσουμε ότι το ελληνικό δίκτυο μπορεί να «χωρέσει» 29 GW (γιγαβάτ) ανανεώσιμης ενέργειας, έχουμε ήδη λειτουργούντα 12 και έχουν δοθεί όροι σύνδεσης για 15. «Αν βάλουμε και τα δύο στην Καβάλα, που έχουμε βάλει στην άκρη για τα αιολικά, καταλαβαίνει κανείς ότι το σύστημα ήδη είναι στην πληρότητά του. Ενδεικτικώς, σε ορισμένες περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας έχουμε πληρότητα πάνω από 200%, ενώ σε άλλες περιοχές της κεντρικής Ελλάδος επίσης πάνω από πάνω από 100%» εξήγησε.

Όπως είπε, στο σκηνικό αυτό, η αποθήκευση ενέργειας είναι από μόνη της μια πολύ σημαντική τεχνολογική εξέλιξη, της οποίας την πλήρη ανάπτυξη δεν έχουμε δει ούτε στην Ευρώπη ούτε στην Ελλάδα. Ενδεικτικό ως προς αυτό, είπε, ότι η μεγαλύτερη λειτουργούσα μπαταρία αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη είναι 250 MW (μεγαβάτ). Στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) υπενθύμισε, προβλέπονται επενδύσεις ύψους περίπου 5 δισ. ευρώ στη δεκαετία στον κλάδο της μπαταρίας στην Ελλάδα.

«Τεράστιο momentum» για την πυρηνική ενέργεια

Τεράστιο είναι αυτή τη στιγμή το momentum σε ό,τι αφορά το ενδιαφέρον για την ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας διεθνώς, εξέλιξη που καθοδηγείται από τις δύο πολιτικές-κλειδιά στον πλανήτη σήμερα, αυτές που αφορούν την ενεργειακή ασφάλεια και την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Αυτό επισήμανε ο Χρήστος Χρηστίδης, αντιπρόεδρος κυβερνητικών σχέσεων και διεθνών υποθέσεων του Καναδικού Συνδέσμου Πυρηνικής Ενέργειας. Οπως είπε, ενώ πριν από λίγα χρόνια δεν σκεφτόμασταν την πυρηνική ενέργεια, ωστόσο οι στόχοι για μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα την επανέφεραν δυναμικά στο προσκήνιο. Κι αυτό διότι οι στόχοι για μείωση των εκπομπών πρέπει να συνδυαστούν με τη συντήρηση και ανάπτυξη της οικονομίας και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Ως προς το αν η επένδυση στις μορφές πυρηνικής ενέργειας είναι υψηλή, ο κ. Χρηστίδης επισήμανε πως αυτή έχει εμπροσθοβαρές κεφαλαιακό κόστος, αλλά οι μονάδες έχουν διάρκεια ζωής δεκαετιών και επιπλέον χρησιμοποιούν λιγότερο καύσιμο, σε σχέση με άλλες.
Κατά τον Ορέστη Ομράν, ωστόσο, για την τυχόν εισαγωγή της πυρηνικής ενέργειας στην Ελλάδα θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη και οι γεωπολιτικές συνθήκες: «Οι πολιτικές εξελίξεις διεθνως (σ.σ. ο πόλεμος και η ανάγκη για διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών) οδήγησαν σε μεγάλο βαθμό στην απενοχοποίηση της πυρηνικής ενέργειας. Παρά το γεγονός ότι προσωπικά θεωρώ ότι η πυρηνική ενέργεια θα ήταν πολύ καλή εναλλακτική για την Ελλάδα, δεν πρέπει να λησμονούμε τις ευρύτερες γεωπολιτικές συνθήκες, όπως ότι έχουμε δίπλα μας έναν απρόβλεπτο παίκτη, όπως η Τουρκία» υπογράμμισε._