Στην αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα, μόλις ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, προχώρησε χθες Παρασκευή ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poor’s (S&P).

Ο οίκος αναβάθμισε το μακροπρόθεσμο αξιόχρεο της Ελλάδας σε ΒΒ+, από ΒΒ με θετική προοπτική.

Ο S&P είναι ο δεύτερος από τους τέσσερις μεγάλους οίκους αξιολόγησης, τους οποίους λαμβάνει υπόψη της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο οποίος αξιολογεί την Ελλάδα ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Αντίστοιχη αξιολόγηση έκανε ο DBRS την 18η Μαρτίου.

Η αναβάθμιση, αναφέρει ο οίκος, «αντανακλά την προσδοκία μας για συνεχή βελτίωση της αποτελεσματικότητας της πολιτικής της Ελλάδας, ενώ ο αντίκτυπος από τον πόλεμο στην Ουκρανία φαίνεται διαχειρίσιμος υπό το φως των σημαντικών ‘μαξιλαριών’ τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στον δημόσιο τομέα».

Ο S&P σημειώνει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ο βασικός παράγοντας για την πρόβλεψή του ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα επιβραδυνθεί στο 3,4% το 2022 (από 8,3% πέρυσι), παρά τη χαμηλή άμεση έκθεσή της στη Ρωσία, τα σημαντικά «μαξιλάρια» από τις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και τη διαφοροποίηση των εισαγωγών αερίου από προμηθευτές στο Αζερμπαϊτζάν, την Αλγερία, την Αίγυπτο και τη Νιγηρία.

«Οι υψηλότερες τιμές ενέργειας και η επιτάχυνση του πληθωρισμού θα συμβάλουν στην επιβράδυνση της αύξησης του ΑΕΠ φέτος στο 3,4% από 8,3% το 2021», με την αύξηση του ΑΕΠ να προβλέπεται πάνω από 3% κατά μέσο όρο κατά την περίοδο 2023-2025, χάρη στις προσδοκώμενες (από το Ταμείο Ανάκαμψης και αλλού) μεταβιβάσεις και την αναμενόμενη περαιτέρω ισχυρή ανάκαμψη των τουριστικών εσόδων.

Για τον πληθωρισμό, ο S&P σημειώνει ότι αυξήθηκε στο 8% τον Μάρτιο, υψηλό 27 ετών, αλλά δεν υπάρχει έως τώρα ένδειξη ανοδικής πίεσης στους μισθούς, κάτι που σημαίνει ότι ο ετήσιος πληθωρισμός είναι πιθανόν να επιβραδυνθεί από τον Σεπτέμβριο.

Παρά το πιο έντονο διεθνές περιβάλλον, αναφέρει ο οίκος, η κυβέρνηση, με βάση τις δεσμεύσεις της στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, αναμένεται να κάνει περαιτέρω πρόοδο στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής προσαρμογής, παγιώνοντας την καθοδική τάση του δημόσιου χρέους ως ποσοστό στο ΑΕΠ.

Για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, σημειώνει ότι μειώθηκαν στο 12,8% των συνολικών δανείων το 2021 από 31% το 2020 καθώς οι τράπεζες έχουν τιτλοποιήσει και πωλήσει τα ανοίγματά αυτά σε ξένους, ενώ αναμένει ότι το ποσοστό αυτό θα υποχωρήσει κάτω από το 8% στο τέλος του 2022. Αντίστοιχα, προσθέτει, βελτιώνεται και η δυνατότητα των τραπεζών να χορηγούν δάνεια.

Οι σταθερές προοπτικές του αξιόχρεου αντανακλούν, κατά τον S&P, την εξισορρόπηση των κινδύνων για την οικονομική ανάπτυξη και τα δημόσια οικονομικά από τη σύγκρουση στην Ουκρανία με τη σημαντική στήριξη από την ΕΕ και τη δυναμική των μεταρρυθμίσεων στη χώρα.

«Οι σταθερές προοπτικές αντανακλούν την προσδοκία μας ότι τα δημοσιονομικά ‘μαξιλάρια’ της Ελλάδας και η αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα της πολιτικής θα επιτρέψουν στη χώρα να απορροφήσει τον έμμεσο αντίκτυπο από τον πόλεμο στην Ουκρανία στην οικονομία και τα δημόσια οικονομικά της», εξηγεί ο οίκος.