Με στόχο τον ταχύ ανεφοδιασμό των στρατηγικών αποθεμάτων φυσικού αερίου, ώστε να μην αντιμετωπίσουν ελλείψεις τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις την επόμενη χειμερινή περίοδο, οι διαπραγματευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου κατέληξαν την Πέμπτη σε συμφωνία σχετικά με τον νέο κανονισμό που θα ορίζει το υποχρεωτικό ελάχιστο επίπεδο φυσικού αερίου στις εγκαταστάσεις αποθήκευσης στο 80% έως την 1η Νοεμβρίου 2022. Τα κράτη μέλη και οι φορείς εκμετάλλευσης θα πρέπει να προσπαθήσουν να φθάσουν το 85%. Ο στόχος θα είναι το 90% για τα επόμενα έτη με στόχο την προστασία των Ευρωπαίων από πιθανούς κλυδωνισμούς στον εφοδιασμό.

Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, οι ευρωβουλευτές άσκησαν επιτυχώς πιέσεις για την επίδειξη μεγαλύτερης φιλοδοξίας σε σχέση με τους στόχους και την χάραξη πορείας. Από το 2023 και μετά, θα χαραχθούν ατομικές πορείες αναπλήρωσης με την Επιτροπή. Οι ευρωβουλευτές διαπίστωσαν ότι ο κανονισμός υπογραμμίζει την ανάγκη οι χώρες της ΕΕ να διαφοροποιήσουν τις πηγές εφοδιασμού με φυσικό αέριο και να ενισχύσουν τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης.

Τα κράτη μέλη χωρίς υπόγειες αποθηκευτικές δυνατότητες θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τουλάχιστον το 15% της μέσης κατανάλωσής τους κατά την τελευταία πενταετία θα αποθηκεύεται σε κάποιο άλλο κράτος μέλος. Εναλλακτικά, θα πρέπει να αναπτύξουν έναν μηχανισμό επιμερισμού βαρών που θα προβλέπει χρηματοδοτική στήριξη για την επίτευξη των στόχων ανεφοδιασμού.

Από κοινού προμήθεια

Έως την 1η Αυγούστου 2022, η Επιτροπή θα εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο χρήσης ενός μηχανισμού για την από κοινού προμήθεια φυσικού αερίου, ο οποίος θα μπορεί να ενεργοποιηθεί εθελοντικά από δύο ή περισσότερα κράτη μέλη.
Υποχρεωτική πιστοποίηση των δυνατοτήτων αποθήκευσης φυσικού αερίου
Σύμφωνα με τον νέο κανονισμό, η δυνατότητα αποθήκευσης θα καταστεί υποδομή ζωτικής σημασίας. Όλοι οι φορείς αποθήκευσης θα πρέπει να υποβληθούν σε μία νέα υποχρεωτική πιστοποίηση για να αποφεύγονται οι κίνδυνοι εξωτερικών παρεμβολών.

Οι ευρωβουλευτές άσκησαν πιέσεις ώστε η φάση πιστοποίησης να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να δημοσιεύσουν τα σχέδια αποφάσεων πιστοποίησης έως τον Νοέμβριο του 2022. Οι φορείς εκμετάλλευσης που δεν θα εξασφαλίζουν την πιστοποίηση αυτή θα πρέπει να παραιτηθούν από την κυριότητα ή τον έλεγχο των ευρωπαϊκών εγκαταστάσεων αποθήκευσης φυσικού αερίου. Επιπλέον, οι φορείς εκμετάλλευσης δεν θα είναι σε θέση να κλείσουν μια εγκατάσταση αποθήκευσης φυσικού αερίου χωρίς την άδεια της εθνικής ρυθμιστικής αρχής.

«Οι ιδιαίτερες περιστάσεις απαιτούν εξαιρετική ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Επιτύχαμε και στα δύο μέτωπα», δήλωσε ο ευρωβουλευτής Jerzy Buzek (ΕΛΚ, Πολωνία), ο οποίος ηγείται της διαπραγματευτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. «Από το 2010 το Κοινοβούλιο υποστηρίζει την κοινή αγορά φυσικού αερίου στην ΕΕ. Το ΕΚ κατόρθωσε να συμπεριλάβει διάταξη σχετικά με έναν τέτοιο μηχανισμό για την από κοινού προμήθεια φυσικού αερίου στη νέα νομοθεσία. Πιστεύω ότι τα κράτη μέλη (με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) θα αξιοποιήσουν στο έπακρο τη δυνατότητα να ενώσουν την αγοραστική τους δύναμη κατά την προμήθεια φυσικού αερίου στην παγκόσμια αγορά ενέργειας. Η πανδημία έδειξε ότι είμαστε ισχυρότεροι όταν είμαστε ενωμένοι, ας αξιοποιήσουμε ακόμη περισσότερο την εμπειρία αυτή».

«Οι συννομοθέτες ανταποκρίθηκαν στην πρόκληση και κατέληξαν σε συμφωνία με στόχο να διασφαλιστεί ότι οι Ευρωπαίοι θα έχουν αρκετό φυσικό αέριο για τον επόμενο χειμώνα και ότι θα προστατεύονται από εκείνους που επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν τον ενεργειακό εφοδιασμό ως όπλο», δήλωσε ο εισηγητής και πρόεδρος της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας Cristian Buşoi (ΕΛΚ, Ρουμανία). «Θα καταπολεμήσουμε τους φορείς εκμετάλλευσης που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια του εφοδιασμού μας χάρη σε μια διαδικασία πιστοποίησης που θα διασφαλίζει ότι οι υποδομές αποθήκευσης ζωτικής σημασίας δεν θα βρίσκονται στα χέρια αυτών από τους οποίους προέρχεται ο κίνδυνος», πρόσθεσε.
Η άτυπη συμφωνία θα πρέπει τώρα να εγκριθεί επίσημα από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για να τεθεί σε ισχύ. Η Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας θα ψηφίσει επί του κειμένου σε προσεχή συνεδρίαση.

Όπως υπενθυμίζεται στη σχετική ανακοίνωση, η νομοθετική πρόταση εγκρίθηκε από την Επιτροπή στις 23 Μαρτίου, στο πλαίσιο τη επίθεσης της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Το Κοινοβούλιο ψήφισε στις 5 Απριλίου υπέρ της ενεργοποίησης και υποστήριξε την πρόταση δύο ημέρες αργότερα. Στη σύνοδο κορυφής των Βερσαλλιών, οι ηγέτες της ΕΕ ζήτησαν τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση του ζητήματος της ενεργειακής ανεξαρτησίας.

Η Επιτροπή χαιρετίζει την επίτευξη πολιτικής συμφωνίας για τους νέους κανόνες

Σε ανακοίνωση της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της για την πολιτική συμφωνία που επετεύχθη μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των κρατών μελών της ΕΕ επί της νομοθετικής πρότασης, την οποία υπέβαλε η Επιτροπή τον Μάρτιο του 2022 για ελάχιστες υποχρεώσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου. Εν μέσω του ρωσικού πολέμου κατά της Ουκρανίας, οι νέοι κανόνες θα εγγυώνται την ασφάλεια του χειμερινού ενεργειακού εφοδιασμού σε όλη την ΕΕ, σημειώνει. Ήδη από φέτος, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτύχουν επίπεδο αποθήκευσης φυσικού αερίου τουλάχιστον 80% έως την 1η Νοεμβρίου για να προστατευτούν έναντι πιθανών διακοπών του εφοδιασμού. Από το 2023, ο στόχος θα αυξηθεί στο 90% της πλήρους δυναμικότητας αποθήκευσης φυσικού αερίου έως την 1η Νοεμβρίου.

Η Επίτροπος Ενέργειας κ. Κάντρι Σίμσον, η οποία εκπροσώπησε την Επιτροπή στις διαπραγματεύσεις της τρέχουσας εβδομάδας, δήλωσε: «Η πλήρωση των εγκαταστάσεων αποθήκευσης φυσικού αερίου της ΕΕ πριν από τον επόμενο χειμώνα είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση του εφοδιασμού μας. Κατά συνέπεια, η σημερινή συμφωνία επί της πρότασης της Επιτροπής σχετικά με τη θέσπιση υποχρέωσης αποθήκευσης αποτελεί σημαντικό βήμα προετοιμασίας για την επόμενη περίοδο θέρμανσης, αφού εγγυάται την πλήρωση των εγκαταστάσεων αποθήκευσης φυσικού αερίου σε ποσοστό τουλάχιστον 80%.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τη γαλλική Προεδρία του Συμβουλίου για την εξαιρετικά γρήγορη επίτευξη συμφωνίας, η οποία δείχνει την ενότητα της ΕΕ απέναντι στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία» Η πολιτική συμφωνία στην οποία κατέληξαν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο υπόκειται πλέον στην επίσημη έγκριση των δύο συννομοθετών.