Πηγή Εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

«Οφείλουμε να είμαστε σοβαροί στη δημοσιονομική πολιτική και θα είμαστε. Πιστεύουμε στη δημοσιονομική σοβαρότητα. Ο ευρωπαϊκός συμβιβασμός στην υιοθέτηση του νέου οικονομικού δημοσιονομικού πλαισίου είναι θετικός για τη χώρα μας» ανέφερε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, ενημερώνοντας τις Επιτροπές Οικονομικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων τις Βουλής, για την πορεία της διαπραγμάτευσης που αφορά στη μεταρρύθμιση του πλαισίου της οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ.

Ο υπουργός επισήμανε ότι το νέο πλαίσιο αναμένεται να εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβουλίου μέχρι τα τέλη του Απριλίου, ώστε να ξεκινήσει να εφαρμόζεται από φέτος. Αυτό σημαίνει ότι οι εθνικοί προϋπολογισμοί από το 2025 και μετά θα διέπονται και θα επηρεάζονται από τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες. Επισήμανε ότι με το νέο πλαίσιο «συνδυάζεται η δημοσιονομική υπευθυνότητα με την οικονομική ανάπτυξη».

Ειδικά για την Ελλάδα, υπογράμμισε «το νέο πλαίσιο είναι μια συμφωνία ικανοποιητική καθώς ικανοποιήθηκαν βασικές μας προτεραιότητες που θέσαμε όπως στην ειδική μεταχείριση των Αμυντικών Δαπανών (που ήταν αίτημα διαδοχικών κυβερνήσεων της χώρας μας), την ειδική πρόνοια για τους στόχους του ελληνικού δημοσίου χρέους το 2033 (καθώς υπάρχει ειδική αναφορά), τη στήριξη των επενδύσεων, την αποφυγή αβάσιμων αιτήσεων στόχων για τα δημοσιονομικό αποτέλεσμα και τη σταδιακή μείωση του δημοσίου χρέους ώστε να μην υπονομεύεται η ανάπτυξη και η οικονομική συνοχή».

Ο κ. Χατζηδάκης, εξηγώντας τους άξονες του νέου πλαισίου, διευκρίνισε ότι οι βασικές προβλέψεις του για το δημοσιονομικό έλλειμμα 3% και το δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ παραμένουν αμετάβλητες και δεν αλλάζουν. Επέρχονται όμως, είπε, σημαντικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας του λεγόμενου προληπτικού σκέλους και δευτερεύοντος του διορθωτικού σκέλους και αυτές «μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε πέντε άξονες που είναι: Δημοσιονομικοί Κανόνες με βάση πια κυρίως τις δαπάνες. Ο σταδιακός περιορισμός του ελλείματος και του χρέους. Στόχοι με ευελιξία και μακροχρόνιο ορίζοντα. Στήριξη αναπτυξιακών επενδύσεων και ρήτρες διαφυγής».

Ειδικότερα, όπως ανέφερε ο υπουργός:

1ον) Για τους δημοσιονομικούς στόχους με βάση τις δαπάνες και όχι το δημοσιονομικό ισοζύγιο. Αυτό, εξήγησε ο υπουργός, σημαίνει ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι θα εκφράζονται σε όρους ετήσιου ρυθμού μεταβολής των καθαρών πρωτογενών δαπανών. Αυτές αντανακλούν τις συνολικές δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης χωρίς τους τόκους, τα συγχρηματοδοτούμενα ευρωπαϊκά προγράμματα, την κυκλική δαπάνη για την καταβολή επιδομάτων ανεργίας και τα one off. Το ποσό αυτό, συνολικά των δαπανών σήμερα είναι περίπου 100 δισ. ευρώ. Πλέον κάθε κράτος – μέλος θα ορίζει σε συνεργασία με την ΕΕ μια πορεία εξέλιξης αυτού του δείκτη δαπανών, η οποία θα πρέπει να διασφαλίζει ότι στο τέλος της περιόδου προσαρμογής το χρέος θα βρίσκεται σε σταθερή πτωτική τροχιά ακόμα και σε δυσμενή σενάρια για την οικονομική ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, όπως είπε ο κ. Χατζηδάκης, θα προσδιορίζουμε πόσο μπορούμε να δαπανούμε κάθε έτος προκειμένου το χρέος να μειώνεται σταθερά. Η πορεία αυτού του δείκτη δαπανών σε σχέση με τους τόκους που θα τεθούν, θα καταγράφεται σε έναν «λογαριασμό ελέγχου». Σε περίπτωση που υπάρχει καλύτερη εκτέλεση των στόχων που τίθενται, θα δημιουργεί δημοσιονομικό χώρο για τα επόμενα έτη και αντίστροφα. Αυτό σημαίνει πως εάν τεθεί στόχος αύξησης των πρωτογενών δαπανών κατά 2% το 2025 σε σχέση με το 2024 και τελικά η αύξηση είναι 1,5% το υπόλοιπο 0,5% θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί τα επόμενα χρόνια καθ’ υπέρβαση των στόχων, και αντίστροφα η οποιαδήποτε υπέρβαση του αρχικού στόχου δαπανών ενός έτους θα αφαιρείται από τα επόμενα χρόνια. Στην δε, περίπτωση υπέρβασης του στόχου άνω του 3% του ΑΕΠ για ένα έτος ή 0,6% σωρευτικά η Κομισιόν δύναται να θέσει το κράτος-μέλος σε διαδικασία υπερβολικού ελλείματος. Σημείωσε, επίσης, πως οι στόχοι των δαπανών δεν θα αλλάζουν στις περιπτώσεις υπέρβασης -είτε θετικά είτε αρνητικά-, δηλαδή εάν έτος πετύχουμε υπερ- έσοδα αυτά δεν μπορούμε να τα μοιράσουμε σε παροχές όπως και το αντίστροφο εάν έχουμε λιγότερα έσοδα με όσα προϋπολογίσαμε δεν θα είμαστε υποχρεωμένοι να προβούμε σε περικοπές δαπανών. Ουσιαστικά, είπε σχηματικά ο κ. Χατζηδάκης, «τα περισσεύματα κρατούνται για τις δύσκολες χρονιές που σου χρειάζονται».

2ον) Στον σταδιακό περιορισμό του ελλείμματος και του χρέους, με τους νέους κανόνες καταργείται ο Κανόνας του ενός εικοστού. Η διαφορά χρέους δεν θα είναι οριζόντια αλλά θα διαμορφώνεται με βάση τα χαρακτηριστικά του κάθε κράτους – μέλους. Για κράτη – μέλη με χρέος άνω του 90% του ΑΕΠ, όπως η Ελλάδα, τίθεται η μείωση του χρέους κατά μέσο όρο στο 1% του ΑΕΠ υπολογιζόμενο καθ’ όλη την διάρκεια εφαρμογής του τετραετούς Προγράμματος.

Ο υπουργός, σημείωσε πως «εμείς είμαστε αρκετά παραπάνω και θα πάμε αρκετά παραπάνω, διότι θέλουμε να μειωθεί γρήγορα το χρέος μας». Για δε, τα κράτη – μέλη που έχουν ποσοστό χρέους 60% με 90% του ΑΕΠ, ο απαιτούμενος ρυθμός μείωσης είναι στο 0,5% του ΑΕΠ τους. Ο κ. Χατζηδάκης, είπε ότι με την κατάργηση του ενός εικοστού οι απαιτήσεις περιορισμού χρέους στην ΕΕ θα είναι σημαντικά μειωμένες. Επιπλέον μειώνονται οι απαιτήσεις για περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, τόσο οι παλαιοί όσο και οι νέοι Κανόνες, προβλέπουν ότι τα κράτη-μέλη θα πρέπει να θέτουν στόχους για το δημοσιονομικό έλλειμμα που είναι πιο φιλόδοξοι από το ανώτατο όριο 3% που ορίζει η Συνθήκη. Στόχος της πρόνοιας αυτής είναι να δημιουργηθούν επαρκείς άμυνες που θα διασφαλίζουν ότι ακόμη και ένα η ευρωπαϊκή οικονομία περνά περιόδους κρίσης, το δημόσιο χρέος θα παραμένει σε τροχιά διατηρισιμότητας. Αυτή η αλλαγή για την Ελλάδα, σημαίνει ότι «με βάση τις προβλέψεις της Κομισιόν για το 2024 από το 2,3% του ΑΕΠ με τους παλαιούς υπολογισμούς του Συμφώνου θα είμαστε στο 1,3%, άρα θα είμαστε κάτω από το νέο όριο που τίθεται και θα πρέπει να παραμένουμε κάτω συνεχώς».

3ον) Για τους δημοσιονομικούς στόχους με ευελιξία και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ο υπουργός είπε ότι με βάση το νέο πλαίσιο προβλέπεται σχεδιασμός της δημοσιονομικής πολιτικής στο πλαίσιο τετραετών δημοσιονομικών διαθρωτικών προγραμμάτων, που υπό προϋποθέσεις θα μπορούν να επεκταθούν και τρία επιπλέον έτη. Εμείς, ανέφερε ο κ. Χατζηδάκης, «όταν υποβάλλουμε το σχέδιό μας δεν θα ζητήσουμε παράταση. Είμαστε σε θέση να εκπληρώσουμε τους νέους Κανόνες, σε αντίθεση με κάποιες άλλες χώρες-μέλη της ΕΕ». Τα προγράμματα αυτά θα συμφωνούνται μεταξύ των κρατών – μελών και της ΕΕ και στη συνέχεια θα λαμβάνουν την έγκριση του Συμβουλίου.

4ον) Όσον αφορά τον άξονα που αφορά τη στήριξη «φιλοεπενδυτικών» πρωτοβουλιών, ο υπουργός ανάφερε ότι «εδώ έχουμε μάλλον καινούργια πράγματα για τα δεδομένα της ευρωζώνης με το νέο πλαίσιο» καθώς «δίνονται κίνητρα πραγματοποίησης επενδύσεων που έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα και συμβάλλουν στην αντιμετώπιση σύγχρονων προκλήσεων όπως η ψηφιακή και πράσινη μετάβαση, η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, η ενεργειακή ασφάλεια, η οικονομική ανθεκτικότητα, η κοινωνική συνοχή και η ‘Αμυνα». Αυτό, ξεκαθάρισε ο κ. Χατζηδάκης, «δεν σημαίνει πλήρη εξαίρεση των δαπανών αυτών από τον υπολογισμό του χρέους και του ελλείμματος». Τα κράτη-μέλη όμως θα μπορούν να αιτηθούν μεγαλύτερη χρονική περίοδο προσαρμογής. Πρόκειται για επενδύσεις που πληρούν συγκριμένες προϋποθέσεις και συμβάλλουν στη γενικότερη μεταρρυθμιστική προσπάθεια της χώρας. Αυτό, όπως εξήγησε ο υπουργός, σημαίνει πως δεν θα μπορούμε να «βαφτίζουμε» την οποιαδήποτε δαπάνη επένδυση για να πετύχουμε μεγαλύτερη περίοδο προσαρμογής». Επίσης «ο δείκτης των δαπανών, δεν θα περιλαμβάνει την εθνική συγχρηματοδότηση έργων που γίνονται από το Προϋπολογισμό της ΕΕ, επομένως η ταχύτερη και αποτελεσματικότερη απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων δεν θα έχει αρνητική επίδραση στις προσπάθειες επίτευξης των δημοσιονομικών μας στόχων, άρα έχουμε μια ευελιξία».

5ον) Για τις Ρήτρες Διαφυγής, με το νέο πλαίσιο, ανέφερε ο κ. Χατζηδάκης πως «με το νέο πλαίσιο αποσαφηνίζεται και διευρύνεται η δυνατότητα προσωρινών παρεκκλίσεων από τους δημοσιονομικούς Κανόνες». Η Γενική Ρήτρα Διαφυγής που αφορά την εμφάνιση σοβαρής ύφεσης στη Ζώνη του Ευρώ ή στην ΕΕ καθιστά πιο ξεκάθαρες τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες για την ενεργοποίησή της. Παράλληλα, όμως, θεσπίζεται και μια νέα ειδική εθνική ρήτρα την οποία θα μπορούν να επικαλούνται οι εθνικές κυβερνήσεις όταν αντιμετωπίζουν εξαιρετικές δύσκολες περιστάσεις που βρίσκονται εκτός του ελέγχου τους και έχουν σημαντική επίπτωση στα δημόσια οικονομικά. Η απόφαση ενεργοποίησης αυτής θα λαμβάνεται από το Συμβούλιο Υπουργών κατόπιν προτάσεως της Κομισιόν, αλλά η πρωτοβουλία εκκίνησης της διαδικασίας θα είναι των εθνικών κυβερνήσεων.

Σχετικά με τα θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος, ο κ. Χατζηδάκης σημείωσε ότι «ικανοποιείται το πάγιο αίτημα της Ελλάδας για ειδική μεταχείριση των αμυντικών δαπανών. Καθώς εισάγεται η δυνατότητα ότι ένα κράτος έχει υψηλότερες επενδύσεις, όχι πάγιες δαπάνες όπως μισθοδοσίας στις ΕΔ, στην ‘Αμυνα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο ή προβαίνει σε μια σημαντική αύξηση των επενδύσεών του στην ‘Αμυνα, οι δαπάνες αυτές να μην λαμβάνονται υπόψιν για την ένταξη ή μη του κράτους-μέλους στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Οι επενδύσεις στην ‘Αμυνα είναι οι μοναδική κατηγορία δαπανών για την οποία εισάγεται ρητά αυτή η πρόνοια, ενώ όλοι οι υπόλοιποι τομείς επενδύσεων δεν είναι έτσι εξειδικευμένοι όπως της ‘Αμυνας». Επίσης με το νέο πλαίσιο, είπε ο κ. Χατζηδάκης, «εξασφαλίζεται ότι η καταγραφή των αναβαλλόμενων τόκων, επίσημων δανείων στο δημόσιο Χρέος της Ελλάδας το 2033, η οποία αναμένεται να φτάσει στα 25 δισ. ευρώ δεν θα ληφθεί υπόψη στους υπολογισμούς εξέλιξης του ελληνικού δημόσιου χρέους σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των νέων δημοσιονομικών Κανόνων».

Ο υπουργός ανέφερε ότι η διαφορά με το ισχύον πλαίσιο είναι ότι αυτό σήμερα βασίζεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας που προβλέπει ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ ετησίως. Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ πρέπει να είναι μικρότερος του 60% ή να μειώνεται και να προσεγγίζει το 60% με ένα ικανοποιητικό ρυθμό. Η μείωση του χρέους ορίζεται ικανοποιητική εάν τηρεί τον λεγόμενο Κανόνα του ενός εικοστού (1/20), δηλαδή όταν έχεις χρέος άνω το 60% θα πρέπει να το μειώνεις κατά το ένα εικοστό από αυτό το όριο (αυτό για την Ελλάδα θα σήμαινε με τους ισχύοντες μέχρι σήμερα Κανόνες ότι θα έπρεπε να είχαμε ετήσια μείωση 4,5% έως 5% τα επόμενα χρόνια). Επίσης το Σύμφωνο προέβλεπε επιμέρους Κανόνες που θέτουν περιορισμούς στην κατάρτιση των εθνικών προϋπολογισμών. Επισήμανε πως το 2024 απενεργοποιείται η ρήτρα Γενικής Διαφυγής που θεσπίστηκε λόγω της πανδημίας.

Ο κ. Χατζηδάκης εξηγώντας τη θέση της Ελλάδας στη διαπραγμάτευση είπε πως αυτή «βασιζόταν στο ότι οι στόχοι της δημοσιονομικής σταθερότητας και της οικονομικής ανάπτυξης είναι αλληλένδετοι και συμπληρωματικοί» και στο «πλαίσιο αυτό επιδιώξαμε μια Συμφωνία που να διασφαλίζει τον περιορισμό των ελλειμμάτων και του δημοσίου χρέους σε ευρωπαϊκό επίπεδο, γιατί δεν είναι καλό να χρωστάει ή να δανείζεται χωρίς όμως από την άλλη πλευρά να τίθενται υπέρμετροι και άκαμπτοι περιορισμοί που θα απειλούσαν την ανάκαμψη». Εμείς, είπε ο υπουργός, λέμε «ναι, σε ξεκάθαρους και σοβαρούς Κανόνες, όχι σε “ζουρλομανδύα”, όπως είχε πει παλαιά ο πρόεδρος τότε της ΕΕ Ρομάνο Πρόντι».

Σχετικά με τον οδικό χάρτη της εφαρμογής του νέου δημοσιονομικού πλαισίου, ο υπουργός είπε ότι μέχρι τα τέλη του μήνα αναμένεται να εγκριθεί και τυπικά από την Ολομέλεια του ΕΚ και να τεθεί σε ισχύ τον Μάιο ώστε να αποτελέσει τη βάση κατάρτισης των εθνικών προϋπολογισμών του 2025. Αυτή τη στιγμή διεξάγονται συζητήσεις μεταξύ των κρατών-μελών και της Κομισιόν αναφορικά με την ημερομηνία υποβολής των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών και διαρθρωτικών σχεδίων. Πιθανότατα, αλλά όχι σίγουρη εξέλιξη είναι η υποβολή σχεδίων τον Σεπτέμβριο του 2024 με δυνατότητα κάποιας μικρής παράτασης κατόπιν συνεννόησης του κράτους – μέλους με την ΕΕ. Στο μεταξύ, μάλλον, θα πρέπει να υποβληθεί Πρόγραμμα Σταθερότητας τον Απρίλιο του 2024 με βάση το ισχύον ακόμα πλαίσιο – ως μια τυπική νομική υποχρέωση. Για την ενσωμάτωση του νέου πλαισίου και την εθνική νομοθεσία οι σημαντικότερες αλλαγές θα απαιτήσουν νομοθετικές τροποποιήσεις ορισμένων διατάξεων του Νόμου για το Δημόσιο Λογισμικό (Ν. 4270/2014) και κάποιες δευτερεύουσες αλλαγές που θα πρέπει να γίνουν έως το 2025.

Ο υπουργός, υπογράμμισε ότι «εμείς οφείλουμε να είμαστε σοβαροί στη δημοσιονομική πολιτική και θα είμαστε, ανεξαρτήτως των όποιων Κανόνων τίθενται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πιστεύουμε στη δημοσιονομική σοβαρότητα, αυτό το δρόμο θα ακολουθήσουμε γιατί θέλουμε να προχωρήσουμε μπροστά, σε ένα δρόμο που θα συνοδεύεται από εμπιστοσύνη των αγορών, των επενδυτών, των οίκων αξιολόγησης, της δημοσιονομικής σοβαρότητας που είναι θεμέλιο κάθε οικονομίας και της ανάπτυξης. Γιατί δεν πρέπει να πάνε χαμένες οι θυσίες». Όπως είπε ο κ. Χατζηδάκης «πλέον δεν μας αντιμετωπίζουν ως το μαύρο πρόβατο αλλά ως την ευχάριστη έκπληξη στην ευρωζώνη και την ΕΕ» αλλά «δεν εφησυχάζουμε, η προσπάθειά μας θα πρέπει να συνεχιστεί με μια σειρά από διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις» και η κυβέρνησή μας «σε αυτή την κατεύθυνση εργάζεται και θα συνεχίσει να εργάζεται».

Ο κ. Χατζηδάκης, ανέφερε ότι «από τις ευρωεκλογές και μετά υπάρχει πολλή δουλειά που θα πρέπει να γίνει στις Βρυξέλλες, καθώς υπάρχουν πολλά θέματα που παρακωλύουν την πορεία της ΕΕ με γρήγορους ρυθμούς και τα οποία τα επεξεργάζονται δύο Επιτροπές και εκεί απαιτούνται θαρραλέες και γρήγορες λύσεις». Στο πλαίσιο αυτό για την Ελλάδα, είπε ο κ. Χατζηδάκης «υπάρχουν μια σειρά από κρίσιμα θέματα που είναι εκκρεμή εδώ και καιρό και δεν έχουν υπάρξει κοινοί παρανομαστές όπως η ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης, η Ένωση των Κεφαλαιαγορών με κοινούς κανόνες εποπτείας, η εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς, η στροφή των ενισχύσεων ακόμα περισσότερο στην καινοτομία, η εξισορρόπηση της πολιτικής των επιδοτήσεων με ένα ευρωπαϊκό επενδυτικό Ταμείο, η ευρωπαϊκή πολιτική τιμών με βάση κοινές προμήθειες όπως έγινε πρόσφατα με τα εμβόλια και το φυσικό αέριο και η περαιτέρω ενίσχυση της ευρωπαϊκής ασφάλειας και άμυνας».

Απαντώντας στις ερωτήσεις και παρατηρήσεις των εισηγητών των κομμάτων της αντιπολίτευσης και των βουλευτών, ο κ. Χατζηδάκης μεταξύ άλλων επανέλαβε ότι το νέο πλαίσιο είναι καλύτερο για τη χώρα μας. Οι Κανόνες είπε είναι αναγκαίοι να υπάρχουν ειδικά όταν έχουμε μια κοινότητα με 27 κράτη για να λειτουργήσει. Ο εκτροχιασμός της οικονομίας πλήττει κυρίως του ευάλωτους. Η συμφωνία του νέου πλαισίου δεν έχει την αντανάκλαση του ευρωσκεπτικισμού αλλά ενός ευρωπαϊκού συμβιβασμού στις συζητήσεις που έγιναν καθώς υπήρξαν και εδώ τα δύο βασικά μέτωπα των χωρών της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης που ήθελαν αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία και του Νότου -και όχι μόνο- που ήταν για μια πιο ευέλικτη προσέγγιση. Θεσπίζονται Κανόνες, όχι για να παραβιάζονται αλλά με το να υπάρχουν και εξαιρέσεις ως πρόνοια και εδώ έχουμε μεγαλύτερες δυνατότητες. Η Ελλάδα, παρά τις ρήτρες διαφυγής, θα συνεχίσει να έχει δημοσιονομική πειθαρχία και σοβαρότητα καθώς δεν θέλουμε να επανέλθουμε στα ελλείμματα στέλνοντας λάθος μήνυμα. Στις εξαιρέσεις για τις αμυντικές δαπάνες, δεν υπάρχει η οποιαδήποτε αβεβαιότητα, ήρθε μαζί με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, δημιουργήθηκε μια σημαντική μειοψηφία που κατόρθωσε και ρυμούλκησε και τα υπόλοιπα κράτη – μέλη της ΕΕ και είναι μια επιτυχία της χώρας μας.

Ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Θάνος Πετραλιάς, σε παρέμβασή του έδωσε αναλυτικά τον οδικό χάρτη για την υλοποίηση της ενσωμάτωσης του νέου πλαισίου. Κρίσιμος, είπε ο υφυπουργός, είναι ο δείκτης των πρωτογενών δαπανών καθώς φεύγουμε από το μέγεθος του πρωτογενούς πλεονάσματος και πάμε στις πρωτογενείς δαπάνες που βασίζεται στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους με κοινή μεθοδολογία και τύπους για όλη την ΕΕ όπου προβλέπει και εξαιρέσεις συγκεκριμένων δαπανών τις οποίες ανέλυσε. Το ίδιο και για τον υπολογισμό του χρέους της κάθε χώρας. Ο κ. Πετραλιάς ενημέρωσε τεχνικά πώς θα γίνονται οι υπολογισμοί των στόχων για τους νέους Κανόνες. Ο υφυπουργός υπογράμμισε ότι «οι δημοσιονομικοί στόχοι που θα τεθούν, μπορεί να αλλάξουν το μείγμα της πολιτικής σε φόρους και δαπάνες, είναι όμως δεσμευτικοί καθώς σε περίπτωση αποτυχίας η χώρα θα μπει σε διαδικασίες εποπτείας. Γι’ αυτό θα πρέπει αυτό όλοι να το ξέρουμε για όσα προτείνουμε».