Πηγή Εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Έμφαση στην κυβερνοασφάλεια του δημοσίου έδωσε ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κυριάκος Πιερρακάκης, κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια του νομοσχεδίου για την ΕΥΠ, τονίζοντας ότι η νέα νομοθετική πρωτοβουλία έρχεται να καλύψει ένα πολύ συγκεκριμένο κενό σε αυτό το τομέα. «Όλα τα προηγούμενα χρόνια αναπτύχθηκαν δραστηριότητες που κάλυψαν τα κενά, είναι όμως προφανές ότι δεν καλύφθηκαν όλα. Σε όλο τον κόσμο οι απειλές και οι κίνδυνοι για την κυβερνοασφάλεια εξελίσσονται, τρέχουν και η δική μας δουλειά είναι να προλάβουμε και να υπερκεράσουμε τα εμπόδια», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Πιερρακάκης, σημειώνει το ΑΠΕ-ΜΠΕ. 

«Η πρόκληση που αντιμετωπίζει η Ελλάδα είναι ότι τα συστήματα του δημοσίου είναι παλιά και απαιτούνται νέα. Προχωράμε γρήγορα για την αντικατάσταση τους η οποία θα καλυφθεί μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης», ανέφερε και πρόσθεσε: 

«Έχουν γίνει πολλές ενέργειες για την κυβερνοασφάλεια στα δίκτυα σε αυτόν τον τομέα. Η ουσία είναι ότι γίνεται με γρήγορα βήματα η αναβάθμιση τους και το τελευταίο διάστημα τα επίπεδα ασφάλειας είναι πολύ μεγάλα». Όπως, υπογράμμισε ο κ. Πιερρακάκης, «τον έλεγχο της κυβερνοασφάλειας του δημοσίου έχει η ΕΥΠ ενώ το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής έχει ρυθμιστική αρμοδιότητα» και αυτή τη στιγμή καλύπτεται από 40 εξειδικευμένα στελέχη. 

«Χρέος της Πολιτείας είναι να προασπίσει τόσο την ασφάλεια της χώρας όσο και τις ελευθερίες και τα ατομικά δικαιώματα των πολιτών και σε αυτή την υποχρέωση δεν χωρούν εκπτώσεις. Οι δύο αυτές έννοιες είναι λεπτές και προκαλούν διλήμματα. Η διάκριση των διαφορών τους με αυτή τη νομοθετική πρωτοβουλία γίνεται εξισορροπημένα και είναι χρήσιμο αυτό γιατί χωρίς ασφάλεια δεν υπάρχει ελευθερία και χωρίς ελευθερία δεν υπάρχει ασφάλεια», επεσήμανε ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης. 

«Το νομοσχέδιο επικαιροποιεί τις ανάγκες του σήμερα εκσυγχρονίζοντας το προηγούμενο θεσμικό πλαίσιο του 1994 καθώς είναι θεμελιώδεις πλέον οι τεχνολογικές διαφορές και οι ανάγκες προσαρμογής στα νέα δεδομένα. Είμαστε σήμερα σε μια άλλη εποχή και η υφή των τεχνολογικών απαιτήσεων είναι διαφορετικές και πιο επιτακτικές. Έρχεται λοιπόν να καλύψει ένα κενό συντονισμού που υπήρχε, μέσα από ένα εκσυγχρονισμένο αποτελεσματικότερο θεσμικότερο πλαίσιο, για να μπορεί να λύνει τα προβλήματα στην πράξη και όχι στα λόγια», κατέληξε ο κ. Πιερρακάκης.