Η Ελλάδα διαθέτει σήμερα έναν γηρασμένο στόλο οχημάτων, ως αποτέλεσμα, κυρίως, της πολυετούς οικονομικής κρίσης, η οποία δεν επέτρεψε στα νοικοκυριά και στους επαγγελματίες να αντικαταστήσουν τα παλαιότερα αυτοκίνητα. Ο στόλος αυτός πρέπει να ανανεωθεί για πολλούς λόγους, οι σημαντικότεροι από τους οποίους είναι η Οδική Ασφάλεια και ο περιορισμός της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Άλλωστε, η ανανέωση του στόλου με οχήματα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας αποτελεί δέσμευση της χώρας μας στον στόχο της ΕΕ για μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030, σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Κυρίως, όμως, αποτελεί συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, η οποία υποστηρίζει ενεργά τη χρήση οχημάτων αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, πρώτα απ΄ όλα, με φορολογικά κίνητρα, όπως τα χαμηλά ή τα μηδενικά τέλη κυκλοφορίας.

Κεντρικός άξονας αυτής της πολιτικής είναι η ενίσχυση της ηλεκτροκίνησης, η οποία προσφέρει λύσεις σε πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στις σύγχρονες πόλεις. Μειώνει τους ατμοσφαιρικούς ρύπους, περιορίζει την ηχορύπανση, χαμηλώνει το κόστος χρήσης του αυτοκινήτου και βελτιώνει την ποιότητα των μετακινήσεων με την ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών.  Τον τελευταίο χρόνο, από τον Σεπτέμβριο του 2020, οπότε ξεκίνησε το πρόγραμμα κινήτρων «Κινούμαι Ηλεκτρικά», καταγράφεται μια ραγδαία αύξηση στις ταξινομήσεις των αμιγώς ηλεκτροκίνητων οχημάτων. Συγκεκριμένα, πέρυσι, όλο το 2020 ταξινομήθηκαν 1.177 αμιγώς ηλεκτρικά οχήματα και φέτος, μόνο κατά τους πρώτους εννέα μήνες του έτους, έχουν ταξινομηθεί 2.261!

Με βάση αυτά τα δεδομένα περιμένουμε υπερδιπλασιασμό των ταξινομήσεων έως το τέλος του έτους και ταυτόχρονα, εντείνουμε τις προσπάθειές μας ώστε να καταστεί η ηλεκτροκίνηση περισσότερο ελκυστική στους χρήστες.  Συγκεκριμένα, στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών εργαζόμαστε σε όλο το φάσμα της υποστήριξης του κύκλου ζωής των ηλεκτροκίνητων οχημάτων, καθώς δεν αρκεί κάποιος να αγοράσει ένα αυτοκίνητο.  Χρειάζονται συντήρηση, εξειδικευμένοι τεχνίτες και, φυσικά, ένα επαρκές δίκτυο φορτιστών. Σχετικά, πρόσφατα εκδόθηκε Κοινή Υπουργική Απόφαση που περιγράφει τους όρους λειτουργίας των συνεργείων επισκευής οχημάτων υψηλής τάσης και έπεται η έκδοση Προεδρικού Διατάγματος που αφορά στους τεχνίτες. Πρόκειται, μάλιστα, για μια νέα επαγγελματική ειδίκευση που θα δημιουργήσει νέες ευκαιρίες απασχόλησης με προοπτική.

Επιπλέον, μέσα από το νέο θεσμικό πλαίσιο για τα Σχέδια Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας οι Δήμοι μπορούν να αξιοποιήσουν πόρους  από το Πράσινο Ταμείο και άλλες πηγές, προκειμένου να αναπτύξουν ένα επαρκές δίκτυο φορτιστών. Αυτή την περίοδο, μάλιστα, έχει δημοσιευθεί σχετική πρόσκληση ενδιαφέροντος από το Πράσινο Ταμείο προς τους Δήμους για την εγκατάσταση φορτιστών.

Ταυτόχρονα, το Υπουργείο Μεταφορών διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο σε καινοτόμα προγράμματα όπως η μετατροπή της Αστυπάλαιας σε «Έξυπνο και Πράσινο Νησί». Ένα εγχείρημα που θα προσδώσει προστιθέμενη αξία στην ηλεκτροκίνηση, καθώς μέσα από τις νέες υπηρεσίες μεταφοράς που θα αναπτυχθούν με τη χρήση των ηλεκτροκίνητων οχημάτων, οι πολίτες θα γνωρίσουν καλύτερα τις δυνατότητες και τα οφέλη αυτής της τεχνολογίας.

Το 2014 είχα την τιμή να αναλάβω ως Υφυπουργός Μεταφορών την πρώτη ουσιαστική νομοθετική πρωτοβουλία υπέρ της ηλεκτροκίνησης, που αφορούσε στην εγκατάσταση φορτιστών, ενώ εγκαινιάσαμε το πρώτο ηλεκτρικό αυτοκίνητο.

Χάθηκε χρόνος στο μεσοδιάστημα, αλλά μετά από 4,5 χρόνια αδιαφορίας, η σημερινή κυβέρνηση έκανε «restart» και τα πρώτα αποτελέσματα αποδεικνύουν ότι έχουμε το όραμα, τη βούληση και τον τρόπο να διαμορφώσουμε ένα φιλικό πλαίσιο για την ηλεκτροκίνηση.

Σε αυτή την κατεύθυνση, που έχει χαράξει εδώ και δύο χρόνια ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Κώστας Καραμανλής, θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε μαζί, ακόμη πιο εντατικά, ώστε κάθε μέρα όλο και περισσότερα παλιά αυτοκίνητα να αντικαθίστανται από νέα, αντιρρυπαντικής τεχνολογίας.