Σ’ ένα project-στοίχημα για την πόλη, τους φορείς και τους επιχειρηματίες, που δραστηριοποιούνται σ’ αυτήν, και το οποίο έχει τη δυναμική να προσδιορίσει τη νέα ταυτότητα της Θεσσαλονίκης και να αναδείξει την υπεραξία του real estate, αυτό της διαμόρφωσης της Δυτικής Εισόδου της πόλης (κυρίως, όπως αυτή αναπτύσσεται εκατέρωθεν της 26ης Οκτωβρίου), εστίασε η συζήτηση εργασίας «Αναζητώντας το εφικτό και το υποχρεωτικό στη σχέση πολιτιστικής κληρονομιάς & σύγχρονης αρχιτεκτονικής».

Η συζήτηση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της Έκθεσης ArXellence 2, που διοργανώνει η Alumil και περιελάμβανε τις θεματικές ενότητες:

  1. Αρχιτεκτονική και Τεχνολογία (Νεοπαραδοσιακή αντίληψη και Αναστηλώσεις)
  2. Επιχειρηματικά Μοντέλα υλοποίησης (Πράσινη πόλη, Κυκλική Οικονομία, Real Estate)
  3. Νομική τάξη (Υφιστάμενοι περιορισμοί και νέες κανονιστικές πρωτοβουλίες)

 

 

Ο πρόεδρος του Ομίλου «Σαμαράς & Συνεργάτες», κ. Δημήτρης Σαμαράς συμμετέχοντας στη συζήτηση εργασίας ανέφερε: «Αν δούμε την πόλη ιστορικά και διαχρονικά από την περίοδο της Ρωμαϊκής και Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η Θεσσαλονίκη ήταν ένα πολυπολιτισμικό κέντρο με τη σφαίρα της επιρροής της να επεκτείνεται σ’ όλα τα Βαλκάνια. Η αδιάλειπτη και κυρίαρχη παρουσία της στα οικονομικά δρώμενα και ο ηγετικός της ρόλος οφείλονταν στο γεγονός ότι ο ορίζοντας αναφοράς της περιελάμβανε τα Βαλκάνια και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αλλά και στην αξία που της έδινε και το λιμάνι της. Μετά τους Βαλκανικού Πολέμους, τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη Μικρασιατική Καταστροφή και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα -ή καλύτερα από το 1945 και μετά, όταν τα Βαλκάνια εντάσσονταν στη σφαίρα επιρροής της ΕΣΣΔ- περιορίστηκε ο ζωτικός της χώρος προς τα Βαλκάνια. “Συρρικνώθηκε” η δραστηριότητά της ειδικά από τη δεκαετία του ’90 και μετά και περιορίστηκε σ’ ένα μίζερο ρόλο, όταν κάποτε εδώ, στην περιοχή αυτή ήταν η καρδιά της βιομηχανίας. Σήμερα, η ανάπτυξη του λιμανιού της Θεσσαλονίκης μπορεί να τροφοδοτήσει όλα τα Βαλκάνια, να δημιουργηθεί εντός του λιμανιού ένα hub και να διακινούνται από εδώ όλα τα προϊόντα -είτε οδικώς είτε σιδηροδρομικώς».

 

Ο ίδιος υπογράμμισε κάποια μοναδικά χαρακτηριστικά της περιοχής, τα οποία μπορούν να λειτουργήσουν ενισχυτικά στην ανάπτυξη ολόκληρης της πόλης: «Έτσι και αλλιώς στον σχεδιασμό της πόλης χωροταξικά και επιχειρηματικά “αναγνωρίζουμε” 3 εισόδους- πύλες. Την Ανατολική Είσοδος προς το Αεροδρόμιο και την Χαλκιδική. Τη 2η , Βόρεια Είσοδος προς και από το Δερβένι και την 3η -που πρωταγωνιστεί και στη σημερινή μας συνάντηση- τη Δυτική προς λαχαναγορά- Κατερίνη- Αθήνα. Εδώ επιτρέψτε μου να αναφέρω ένα νούμερο, που αναδεικνύει τη σημασία του όλου εγχειρήματος: Στη Δυτική Θεσσαλονίκη παράγεται το 10- 15% του βιομηχανικού ΑΕΠ της χώρας, σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας. 

Στα μοναδικά χαρακτηριστικά της περιοχής της «Δυτικής Εισόδου» αναγνωρίζουμε, όμως, την αμεσότητα με το κέντρο της Θεσσαλονίκης, αλλά και με το λιμάνι. Επιπλέον, τη φυσιογνωμία της περιοχής διαμορφώνουν μοναδικά τα μεγάλα ακίνητα με μεγάλο συντελεστή δόμησης -αναλογιστείτε τι πλεονέκτημα μπορεί να αποτελεί η θέση τους σε τόσο μικρή απόσταση από το κέντρο της πόλης. Ακίνητα τα οποία είναι ευτύχημα, που δεν έχουν δομηθεί ακόμα. Επιπλέον, σε μεγάλης έκτασης ακίνητα, όπως το FIX και ο Μύλος, θα μπορούσαν παράλληλα με τα υφιστάμενα διατηρητέα κτίρια -τα οποία μπορούν να αναπαλαιωθούν- να δημιουργηθούν και νέα κτίρια γραφείων. Σημειώστε, ότι η πόλη μας, όπως αναπτύσσεται αναζητά και έχει ανάγκη από επιχειρηματικά κτίρια και γραφεία, προκειμένου να στεγάσουν τις δράσεις τους όχι μόνο ελληνικές, αλλά και πολυεθνικές εταιρείες. Μέχρι πρόσφατα όλα αναπτύσσονταν ανατολικά -σε μια λογική, ίσως, σύνδεση και με την ύπαρξη του αεροδρομίου, αλλά όχι απαραίτητα με την ορθή χωροταξική και πολεοδομική λογική -κάτι που έχει τελειώσει με την αλλαγή του θεσμικού πλαισίου». 

 

Ο κ. Σαμαράς απατώντας στο ερώτημα τι μπορεί να γίνει την Επόμενη Μέρα κατέληξε: «Η έγκριση του νέου Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου (ΓΠΣ) δημιουργεί τις προϋποθέσεις και μπορεί να δώσει άλλη δυναμική στην περιοχή, να καταρρίψουμε ταμπού για τα ψηλά κτίρια -με τη δημιουργία ορισμένων τέτοιων ψηλών κτιρίων “πύργων”- χωρίς να γίνουμε το City του Λονδίνου ή το… Μανχάταν, μαθαίνοντας από το παράδειγμα του Ελληνικού. Λόγω των χαρακτηριστικών, που ανέφερα η περιοχή αυτή ενδείκνυται για την κατασκευή ψηλών, κτιρίων γραφείων, έξυπνων κτιρίων, που ακολουθούν τις νέες πρακτικές εξοικονόμησης ενεργειακών πόρων και της πράσινης βιωσιμότητας, και που σε συνδυασμό με μια σωστή φορολογική πολιτική μπορούν να αποτελέσουν κίνητρο και να δελεάσουν μεγάλες πολυεθνικές να στεγάσουν εδώ τα γραφεία τους. Και αν όλα τα παραπάνω συνδυαστούν με τα άλλα έργα της περιοχής είναι κατανοητό πως κατακόρυφα μπορεί να ανέβει και η υπεραξία των ακινήτων.

Ήδη έχει δρομολογηθεί το Μουσείο Ολοκαυτώματος της ΘεσσαλονίκηςProject Manager του οποίου είναι το εταιρικό σχήμα «Σαμαράς & Συνεργάτες Α.Ε. Σύμβουλοι Μηχανικοί – HILL INTERNATIONAL N.V.». Προβλέπεται, επίσης, και η δημιουργία της «πορείας μνήμης» με αφετηρία το νέο Μουσείο Ολοκαυτώματος της Θεσσαλονίκης έως την Πλατεία Ελευθερίας (μέσω των εγκαταστάσεων του παλαιού Εμπορευματικού Σταθμού). Η «Σαμαράς & Συνεργάτες ΑΕ – Σύμβουλοι Μηχανικοί» μελέτησε και προετοίμασε, επίσης, το επιχειρησιακό σχέδιο ανάπτυξης του Επιχειρηματικού Πάρκου Εξυγίανσης Καλοχωρίου –έργο που θα συμβάλλει στην ορθή χωροταξική και πολεοδομική οργάνωση και ταυτόχρονα στην περιβαλλοντική εξυγίανση της περιοχής. 

Προκειμένου η περιοχή να αναβαθμιστεί, να αποκτήσει ταυτότητα και κύρος και να εξυγιανθεί περιβαλλοντικά θα μπορούσε στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ της Κεντρικής Μακεδονίας να ενταχτεί μια Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση (ΟΧΕ) της τάξεως των 40-50 εκ. ευρώ, από την οποία θα μπορούσε να πετύχουμε την εξυγίανση της περιοχής των Βυρσοδεψείων και των Λαχανόκηπων, της περιοχής, που εκτείνεται δεξιά και αριστερά από την οδό 26ης Οκτωβρίου, αλλά και τη δημιουργία κοινόχρηστων υποδομών στο Επιχειρηματικό Πάρκο Εξυγίανσης του Καλοχωρίου. 

Το σημαντικό ερώτημα, που πρέπει να θέσουμε όλοι, φορείς και επιστήμονες είναι η εφικτότητα της ανάπλασης της περιοχής και με ποιους όρους. Η εφικτότητα της ανάπλασης εξαρτάται από την αναπτυξιακή δυναμική του νέου Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου του δήμου Θεσσαλονίκης,  καθώς και τη μελέτη για όλο το παραλιακό μέτωπο της Θεσσαλονίκης. Μελέτη, που θα πρέπει να βασίζεται στους νέους κανόνες -τους οποίους θέτει ο ΟΗΕ για τις σύγχρονες, βιώσιμες πόλεις- δίνοντας ταυτόχρονα μια προοπτική σε βάθος 20ετίας. Διασφαλίζοντας έτσι την ανάπτυξη της περιοχής, ώστε να μην καταλήξει να βαλσαμώσει, όπως είχε γίνει με το υφιστάμενο ΓΠΣ, το οποίο ήταν μια από τις αιτίες που είχαν οδηγήσει την περιοχή σε παρακμή. 

Και όλα αυτά γιατί, πλέον, τα νέα χωροταξικά εργαλεία (Ειδικά Πολεοδομικά Σχέδια, αλλά και Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια) εγκρίνονται με ΠΔ, που λόγω της δυστοκίας στην τροποποίηση τους -όπως αναφέρθηκε παραπάνω- αν δεν έχουν εξ αρχής ορθώς μελετημένα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά θα επιφέρουν το αντίθετο αποτέλεσμα για την περιοχή και θα λειτουργήσουν ανασταλτικά ως προς την αναπτυξιακή της πορεία».