Πηγή Εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Θολό τοπίο, εν έτει 2019, παραμένει τόσο ο αριθμός, όσο και η συντήρηση των γεφυρών στην Ελλάδα. Κατά τις εκτιμήσεις, ανέρχονται στις 17.000, εκ των οποίων οι 3.000 περιλαμβάνονται στις νέες εθνικές οδούς.

Σύμφωνα με τα όσα προκύπτουν από την μελέτη «Γέφυρες και Υποδομές στην Ελλάδα – Πώς θα σώσουμε τον δομικό μας πλούτο», που συντάχθηκε από τετραμελή ομάδα ειδικών επιστημόνων (Αργύρης Πλέσιας, Γεώργιος Σεκαράς, Ολγα Μαρκογιαννάκη, Βασίλειος Μπαρδάκης), οι γέφυρες που μελετήθηκαν πριν από το 1982 φαίνεται να υπολογίστηκαν για αρκετά χαμηλότερα φορτία, ενώ αυτές που σχεδιάστηκαν πριν από το 1961 δεν είχαν σαφές κανονιστικό πλαίσιο. «Οι αντισεισμικές προβλέψεις πριν από το 1985 ήταν τουλάχιστον φτωχές, ενώ ακόμη και οι συστάσεις του 1993 θεωρούνται πλέον τεχνολογικά ξεπερασμένες. Πρακτικά, οι γέφυρες οι οποίες μελετήθηκαν πριν από το 1982 και παρουσιάζουν μη σεισμικές βλάβες ή φθορές ή αυξημένα φορτία λειτουργίας, θα έπρεπε ήδη να αναβαθμίζονται. Ακόμη και οι πιο σύγχρονες γέφυρες (που μελετήθηκαν μετά το 1982 αλλά πριν από το 1993) και παρουσιάζουν σεισμικές βλάβες ή αυξημένα φορτία λειτουργίας, θα έπρεπε να ελέγχονται ή να παρακολουθούνται τακτικότερα από τις νεότερες κατασκευές» αναφέρουν χαρακτηριστικά στην μελέτη.

Έτσι, η ανάγκη για συντήρηση και αναβάθμιση των γεφυρών, ώστε να ανταποκρίνονται στα νέα αυξημένα φορτία κυκλοφορίας και τις ιδιαίτερες σύγχρονες σεισμικές απαιτήσεις, καθίσταται επιτακτική.

Σήμερα, παραμένει άγνωστος ο ακριβής αριθμός των γεφυρών της χώρας, ωστόσο λόγω της κατασκευής των πολύ μεγάλων αυτοκινητοδρόμων τις τελευταίες δεκαετίες από ιδιωτικές κοινοπραξίες – οι οποίες είχαν μεταξύ άλλων την εκπόνηση μελετών για το ελληνικό δίκτυο ως κομμάτι του έργου που είχαν αναλάβει – υπάρχει μια κατά προσέγγιση εκτίμηση. Ειδικότερα, οι νέες εθνικοί οδοί περιλαμβάνουν περίπου 3.000 γέφυρες μήκους άνω των 6 μέτρων (οι μισές εκ των οποίων είναι καινούργιες, ενώ οι υπόλοιπες ήταν προϋπάρχουσες), ενώ περίπου άλλες τόσες υπολογίζεται ότι βρίσκονται στις παλιές εθνικές οδούς και το επαρχιακό δίκτυο. Αν συμπεριληφθούν και μικρότερες γέφυρες (π.χ. μήκους 2 μέτρων και άνω), ο συνολικός αριθμός των γεφυρών στην Ελλάδα εκτιμάται γύρω στις 17.000.

Με δεδομένο όμως ότι αρκετοί κύριοι οδικοί άξονες στην Ελλάδα κατασκευάστηκαν στις δεκαετίες του ’50 και του ’80, αφενός δηλαδή φτιάχτηκαν με πολύ διαφορετικές προδιαγραφές από αυτές που ισχύουν σήμερα και αφετέρου, ότι κάποιες από αυτές πλησιάζουν το τέλος της θεωρητικής τους ζωής καθώς δεν συντηρούνται ούτε αναβαθμίζονται τακτικά, το πρόβλημα φαίνεται να λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις.

Αριθμολογία 

Η ετήσια μέση ημερήσια κυκλοφορία στη λεωφόρο Ποσειδώνος, εκτοξεύτηκε από 40.000 το 1971 στα 110.000 το 1995. Από το 1986 μέχρι το 2006 ο δείκτης ιδιοκτησίας ΙΧ των Ελλήνων αυξήθηκε κατά 207%. Οι γέφυρες που είχαν κατασκευαστεί τις δεκαετίες του ’60 ή του ’70 δεν είχαν στον σχεδιασμό τους προβλέψεις για τέτοια φορτία.

Πρακτικά όλες οι γέφυρες που έχουν κατασκευαστεί στην Ελλάδα πριν από το 1961 δεν ακολουθούσαν κανένα συγκεκριμένο κανονιστικό πλαίσιο. Αυτές που κατασκευάστηκαν αργότερα και μέχρι και τη δεκαετία του ’80, ακολουθούσαν παρωχημένους (πια) γερμανικούς κανονισμούς και όλες οι γέφυρες που κατασκευάστηκαν πριν από το 1993 δεν είχαν επαρκείς αντισεισμικές προβλέψεις στο σχεδιασμό τους. Ακόμα και οι κανόνες του 1993 θεωρούνται παρωχημένοι σήμερα. Το παράδοξο ωστόσο είναι ότι η χώρα, αν και έχει ενσωματώσει πλήρως τα τελευταία ευρωπαϊκά πρότυπα και διαθέτει ένα από τα πιο σύγχρονα κανονιστικά πλαίσια στον κόσμο, στην ουσία υστερεί λόγω όλων των παραπάνω.

Εθνικό Μητρώο Γεφυρών

Παρά το γεγονός ότι σαν ιδέα υπάρχει εδώ και χρόνια η δημιουργία ενός Εθνικού Μητρώου Γεφυρών, ωστόσο δεν έχει προχωρήσει. Σύμφωνα με τους ειδικούς, ένα τέτοιο εργαλείο θα πρέπει να περιλαμβάνει τα πλήρη στοιχεία κάθε γέφυρας, από την ημερομηνία και τη μέθοδο κατασκευής μέχρι τα υλικά, τον όγκο διερχόμενων οχημάτων, τη σεισμικότητα της περιοχής και τυχόν επισκευές ή εργασίες συντήρησης έχουν συμβεί στο παρελθόν. Παράλληλα, πρέπει να εμπεριέχει και μια ενημερωμένη βαθμολόγηση της κατάστασης της κάθε γέφυρας, ώστε το Μητρώο να μην είναι μια απλή καταγραφή των γεφυρών αλλά ένα εργαλείο με το οποίο αρμόδιοι θα μπορούν να προσδιορίζουν προτεραιότητες.

Οι ερευνητές στην έκθεσή τους, τονίζουν, ότι στο μεταξύ είναι επιτακτική η ανάγκη για την αξιολόγηση και τη συντήρηση ευπαθών γεφυρών που ενδέχεται να μην μπορούν να περιμένουν να ολοκληρωθεί το Μητρώο. Τα ζητούμενα για ένα τέτοιο έργο είναι δύο και συγκεκριμένα το πως γίνεται ο έλεγχος και πώς επισημαίνονται οι ευπαθείς γέφυρες στις οποίες πρέπει να γίνει έλεγχος. Για το δεύτερο πρόβλημα οι ερευνητές προτείνουν τη δημιουργία μιας πλατφόρμας (είτε στη νέα ηλεκτρονική πλατφόρμα μελών του Συλλόγου Πολιτικών Μηχανικών Ελλάδος, είτε στην υπάρχουσα πλατφόρμα του Τεχνικού Επιμελητηρίου) στην οποία εθελοντές μηχανικοί θα μπορούν να καταχωρούν ευπαθείς γέφυρες της περιοχής τους οι οποίες κρίνουν ότι θα πρέπει να ελεγχθούν. Στη συνέχεια, τεχνικά κλιμάκια (που ούτως ή άλλως θα κληθούν να αξιολογήσουν γέφυρες κατά τη σύνταξη του Μητρώου) μπορούν να επιθεωρήσουν τις συγκεκριμένες γέφυρες και να τις αξιολογήσουν χρησιμοποιώντας σύγχρονες τεχνικές και εξειδικευμένες μεθοδολογίες.

Γέφυρες που έχουν καταρρεύσει στην Ελλάδα

Όπως και σε άλλα κράτη, έτσι και στην Ελλάδα, δεν είναι λίγες οι καταρρεύσεις γεφυρών που έχουν σημειωθεί τα τελευταία χρόνια. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι η ιστορική γέφυρα του Κερίτη στα Χανιά στον Αλικιανό, ηλικίας 111 ετών, που κατέρρευσε τον περασμένο Φεβρουάριο έπειτα από τα φαινόμενα έντονης κακοκαιρίας που έπληξαν την περιοχή της Κρήτης. Λίγες μέρες νωρίτερα, επίσης εξαιτίας των έντονων καιρικών φαινομένων, είχε καταρρεύσει η γέφυρα στον Όλβιο ποταμό, στον Φενέο Κορινθίας. 

Αντίθετα, διαφορετικά ήταν τα αίτια της κατάρρευσης της γέφυρας στην Καβάλα το Νοέμβριο 2018, η οποία είχε κατασκευαστεί το 1986, κατέρρευσε κατά τη διέλευση βαρέος γερανοφόρου οχήματος ενώ στη συνέχεια, μετά από επί τόπου επιθεώρηση που πραγματοποιήθηκε, διαπιστώθηκαν σοβαρές οξειδώσεις του οπλισμού σε συνδυασμό με κάποιες αστοχίες της λειτουργίας των δομικών υποσυστημάτων.

Το 2017 κατέρρευσε η γέφυρα στην Ε.Ο. Κομοτηνής-Ιάσμου-Ξάνθης, στο σημείο μεταξύ Πολυάνθου και Ιάσμου, στον ποταμό Κομψάτο. Η γέφυρα ήταν μόλις 24 ετών και μετά από επιτόπια επίσκεψη των αρμόδιων υπηρεσιών, η αστοχία της οφείλεται μάλλον στην συμπεριφορά του τεχνικού έναντι των υδραυλικών φαινόμενων. Εν συνεχεία, δόθηκε στην κυκλοφορία η παλιά γέφυρα του Κομψάτου κατόπιν ελέγχων και δοκιμαστικών φορτίσεων που διεξήγαγε η Εγνατία Οδός. και η Διεύθυνση Τεχνικών Έργων της Περιφερειακής Ενότητας Ροδόπης.

Τον Ιανουάριο 2016, κατέρρευσε η γέφυρα της Διάβας στο νομό Τρικάλων κατά τη διάρκεια κακοκαιρίας λόγω υποσκαφής ενός βάθρου η οποία οδήγησε στην μετακίνηση, καθίζηση και στροφή του, με αποτέλεσμα την πτώση του υποστηριζόμενου καταστρώματος της γέφυρας.

Το 2015 κατέρρευσε το ιστορικό πέτρινο τοξωτό γεφύρι της Πλάκας στον Άραχθο ποταμό, το οποίο ήταν χτισμένο το 1866, ήταν μονότοξο, με άνοιγμα κάμαρας 40 μέτρα, ύψος 21 μέτρα και με άνοιγμα στην κορυφή 3,2 μέτρα και θεωρούνταν το μεγαλύτερο μονότοξο γεφύρι των Βαλκανίων και το τρίτο μεγαλύτερο στην Ευρώπη. Αρχικά η γέφυρα σχεδόν κατέρρευσε εξαιτίας ισχυρών βροχοπτώσεων το 2007 και τα σχέδια για εκτέλεση έργων επισκευής δεν πραγματοποιήθηκαν. Το κεντρικό της τόξο κατέρρευσε την 1η Φεβρουαρίου 2015.

Στις 31/12/2012 κατάρρευσε μέρος της γέφυρας που συνδέει τον Αγιόκαμπο και την Βελίκα, στον παραλιακό άξονα του νομού Λάρισας. Τα νερά που κατέβηκαν μέσω ρεμάτων λόγω της παρατεταμένης βροχόπτωσης, παρέσυραν τις προσχώσεις που είχαν γίνει με αποτέλεσμα το οδόστρωμα στην σύνδεση της γέφυρας με τον δρόμο να καταρρεύσει δημιουργώντας μία τρύπα μεγάλου βάθους και πλάτους

Επιπλέον, ως κρίσιμη έχει επισημανθεί και η γέφυρα του ποταμού Νέστου που αποτελεί τµήµα της εθνικής οδού Δράµας – Ξάνθης. Η εν λόγω γέφυρα που κατασκευάστηκε τη δεκαετία 1960 χρήζει άμεσης ενίσχυσης καθώς παρουσιάζει έντονες ρηγματώσεις, αποφλοίωση, αστοχία οπλισμού, προβλήματα στην προένταση κ.ά. Για το λόγο αυτό απαγορεύθηκε η διέλευση βαρέων οχημάτων, η κυκλοφορία στη γέφυρα ρυθμίστηκε με ειδική σήμανση και φωτεινή σηματοδότηση, ενώ συμβασιοποιήθηκε το έργο υποστύλωσής της.

Συμπεράσματα

Ένα Εθνικό Σχέδιο «Διάσωσης των Υποδομών», θα πρέπει να περιλαμβάνει σύμφωνα με την μελέτη:

  • Τακτικά προγράμματα επιθεώρησης και αξιολόγησης που ενσωματώνουν σύγχρονες ερευνητικές και αναλυτικές τεχνικές, ιδίως παλαιότερων γεφυρών που δεν μελετήθηκαν και κατασκευάστηκαν σύμφωνα με τις σημερινές δράσεις και τα σύγχρονα πρότυπα.

  • Καταχώρηση ορίων φορτίων και ταχύτητας σε δομικά ανεπαρκείς και/ή λειτουργικά ξεπερασμένες γέφυρες.

  • Υλοποίηση και επαρκή χρηματοδότηση τακτικών προγραμμάτων συντήρησης σε ολόκληρο το σύστημα.

 

  • Ολοκληρωμένο πρόγραμμα για την ιεράρχηση και την επαρκή χρηματοδότηση της αντικατάστασης λειτουργικά παρωχημένων και ευάλωτων γεφυρών.