Ernst & Young
Ernst & Young
Πηγή Εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ειδική εκδήλωση για την ανάλυση των υποχρεώσεων και των προκλήσεων που θα κληθούν να διαχειριστούν οι επιχειρήσεις κατά την εφαρμογή του Μηχανισμού Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (ΜΣΠΑ), οργάνωσε πρόσφατα η ΕΥ (Ernst & Young) Ελλάδος.

Τη λειτουργία του Μηχανισμού, το πεδίο εφαρμογής, τις υποχρεώσεις συμμόρφωσης και τις συνέπειες κατά μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας των επιχειρήσεων, ανέπτυξαν οι Θάνος Μαύρος, εταίρος, Συμβουλευτικές Υπηρεσίες, Επικεφαλής Τμήματος Εφοδιαστικής Αλυσίδας και Διεπιχειρησιακών Λειτουργιών EY Ελλάδος και EY Κεντρικής, Ανατολικής, Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας (CESA), Νικολέττα Μερκούρη, εταίρος, Φορολογικές Υπηρεσίες, και Ευθύμιος Κωνσταντινίδης, Senior, Φορολογικές Υπηρεσίες, EY Ελλάδος.

Οι ομιλητές αναφέρθηκαν αναλυτικά στους στόχους της εφαρμογής του ΜΣΠΑ, που εμπίπτουν στη δέσμη μέτρων «Fit for 55» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και περιλαμβάνουν την αποτροπή διαρροής άνθρακα, τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας, τη συγκράτηση παραγωγής εντός της ΕΕ, και την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας της Ένωσης μέχρι το 2050. Πρόκειται για έναν κλιματικό δασμό ή «φόρο άνθρακα», που καταβάλλεται με την παράδοση Πιστοποιητικών ΜΣΠΑ, και τεκμηριώνεται με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2023/956 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Υπόχρεες είναι οι εγκατεστημένες, αλλά και οι μη εγκατεστημένες στην ΕΕ επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως μεγέθους, που εισάγουν ή/και θέτουν σε ενεργητική τελειοποίηση προϊόντα (όπως αλουμίνιο, σίδηρος και χάλυβας, τσιμέντο, ηλεκτρική ενέργεια, λιπάσματα και υδρογόνο) με προέλευση από τρίτες χώρες που καλύπτονται από τον Μηχανισμό (εξαιρούνται τα προϊόντα η αξία των οποίων δεν υπερβαίνει τα 150 ευρώ ή που πρόκειται να διακινηθούν ή να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο στρατιωτικών δραστηριοτήτων). Το γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής του Μηχανισμού καλύπτει τρίτες χώρες, εκτός από αυτές της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (Ελβετία, Ισλανδία, Νορβηγία και Λιχτενστάιν), και οι κλάδοι που επηρεάζονται, ενδεικτικά, είναι η αυτοκινητοβιομηχανία, η τεχνολογία, η προηγμένη βιομηχανία, οι κατασκευές και η ενέργεια.

Στη συνέχεια, οι ομιλητές παρουσίασαν λεπτομερώς τις υποχρεώσεις συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις, κατά τις τρεις φάσεις εφαρμογής του Μηχανισμού. Συγκεκριμένα, κατά την πρώτη φάση της μεταβατικής περιόδου (1 Οκτωβρίου 2023 – 31 Δεκεμβρίου 2024), οι υπόχρεες επιχειρήσεις καλούνται να υποβάλουν τριμηνιαίες εκθέσεις στο Μεταβατικό Μητρώο ΜΣΠΑ, με περιεχόμενο τη συνολική ποσότητα εμπορευμάτων ανά είδος, τη συνολική ποσότητα των άμεσων και έμμεσων εκπομπών και την τιμή άνθρακα που καταβάλλεται στην τρίτη χώρα καταγωγής. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ή μη υποβολής, βεβαιώνονται πρόστιμα μεταξύ 10 ευρώ και 50 ευρώ για κάθε τόνο μη δηλωθεισών άμεσων εκπομπών, με δυνατότητα αύξησής τους.

Στη δεύτερη φάση της μεταβατικής περιόδου (31 Δεκεμβρίου 2024 – 31 Δεκεμβρίου 2025), οι υπόχρεες επιχειρήσεις θα πρέπει να εξασφαλίσουν άδεια Διασαφιστή ΜΣΠΑ, που είναι απαραίτητη για την εισαγωγή καλυπτόμενων αγαθών στην οριστική εφαρμογή του Μηχανισμού, η οποία θα ελέγχεται σε όλο τον κύκλο ζωής της από τις εθνικές και κοινοτικές αρχές, και θα ανακαλείται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις. Τέλος, στην οριστική φάση (από την 1η Ιανουαρίου 2026 και έπειτα), η καταβολή του φόρου θα γίνεται με τη μορφή Πιστοποιητικών ΜΣΠΑ, τα οποία οι αδειοδοτημένοι διασαφιστές θα μπορούν να αγοράζουν, να εμπορεύονται και να ακυρώνουν μέσω κοινής πλατφόρμας της ΕΕ. Σημειώνεται ότι, ένα Πιστοποιητικό ΜΣΠΑ, θα αντιστοιχεί σε έναν τόνο διοξειδίου του άνθρακα ενσωματωμένων εκπομπών επί του εμπορεύματος.

Στη διάρκεια της εκδήλωσης, αναλύθηκαν, επίσης, οι επιδράσεις του Μηχανισμού στα εμπλεκόμενα μέρη κατά μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας. Ανάμεσα στις άμεσες συνέπειες, για επιχειρήσεις που εισάγουν καλυπτόμενα αγαθά, είναι η χρηματική επιβάρυνση και η ανάγκη ποσοτικού προσδιορισμού και στρατηγικού σχεδιασμού, ενώ οι έμμεσες συνέπειες για αγοραστές που δεν εισάγουν καλυπτόμενα αγαθά, περιλαμβάνουν την αύξηση κόστους αγοράς, λόγω της ενσωμάτωσης της χρέωσης ΜΣΠΑ στην τιμή. Όσον αφορά τις επιχειρήσεις που εξάγουν προς την ΕΕ, θα κληθούν να προσδιορίσουν και να παράσχουν αξιόπιστα δεδομένα σχετικά με τις πραγματικές εκπομπές, με αντίστοιχη αύξηση του διοικητικού κόστους. Αντίστοιχα, οι πάροχοι μεταφορικών και τελωνειακών υπηρεσιών, ενδέχεται να επιβάλλουν υψηλότερες χρεώσεις στους πελάτες, για την κάλυψη της έκθεσής τους στον Μηχανισμό, και να επαναδιαπραγματευτούν συμβάσεις και συμφωνίες όρων για την κατανομή της ευθύνης μεταξύ των μερών.

Τέλος, παρατέθηκαν και τα επόμενα βήματα για τις επιχειρήσεις, όπου τονίστηκε ότι, εκτός από τις άμεσες ενέργειες για τη συμμόρφωση με τις προβλέψεις του Μηχανισμού, απαιτείται μια στρατηγική προσέγγιση για την ομαλή μετάβαση στο νέο καθεστώς. Αυτή περιλαμβάνει την εκτίμηση της οικονομικής επίδρασης του ΜΣΠΑ στην εφοδιαστική αλυσίδα, την επανεξέταση της διάρθρωσης της εφοδιαστικής αλυσίδας και των εισαγωγών εντός ΕΕ με στόχο τον περιορισμό του συναφούς κόστους, τη διαπραγμάτευση συμβάσεων, την προσαρμογή των εσωτερικών συστημάτων και διαδικασιών, την εκπαίδευση του προσωπικού, την ανάθεση αρμοδιοτήτων ΜΣΠΑ εντός του οργανισμού και την ενσωμάτωση του ΜΣΠΑ στη διαχείριση εταιρικών κινδύνων.