Πηγή Εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Οι επικεφαλής των επιχειρήσεων και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ αναμένουν ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία θα επιβραδύνει τους παγκόσμιους στόχους για μηδενικό ισοζύγιο εκπομπών άνθρακα έως και τρία χρόνια, καθώς σε πολλά μέρη του πλανήτη στρέφονται σε εναλλακτικές πηγές των ορυκτών καυσίμων για να μειώσουν την εξάρτησή τους από τη Ρωσία. Ταυτόχρονα, οι συνολικές επιπτώσεις της κλιματικής και ενεργειακής κρίσης επιταχύνουν τη μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με το 96% των επικεφαλής των επιχειρήσεων να έχουν ήδη αναπτύξει ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή να σχεδιάζουν κάτι τέτοιο για το μέλλον. Από την άλλη, το 53% των επικεφαλής επιχειρήσεων δηλώνουν ότι η αύξηση των τιμών της ενέργειας επέφερε νέα επείγουσα ανάγκη, επηρεάζοντας θετικά τους στόχους αειφορίας τους.

Το κάρβουνο επέστρεψε στην παγκόσμια διαδικτυακή συζήτηση το 2022 με πάνω από ένα εκατομμύριο αναφορές τον μήνα – αύξηση σχεδόν 12% σε σύγκριση με το 2021. Ενώ μεταξύ 2020 και 2022, οι αναφορές που σχετίζονται με τον άνθρακα αυξήθηκαν κατά 130%. Όλα αυτά συμβαίνουν στο πλαίσιο της μεταβαλλόμενης διαδικτυακής συζήτησης, όπου οι καταναλωτές έχουν αυξήσει τις αναφορές επείγοντος, όπως “κλιματική κρίση” και “κλιματική δράση”, οι οποίες έχουν ξεπεράσει την “υπερθέρμανση του πλανήτη” ως θέμα συζήτησης.

Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, τα ευρήματα αυτά προκύπτουν από τη μελέτη ‘The Decade That Matters 2.0’ της BayWa r.e., για την οποία διεξήχθη έρευνα σε 3.000 επικεφαλής επιχειρήσεων και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής σε Ευρώπη, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ, ενώ χρησιμοποιήθηκε και μια πλατφόρμα ανάλυσης δεδομένων social media για την εξαγωγή συμπερασμάτων του πώς εξελίσσεται ο δημόσιος λόγος στο διαδίκτυο.

Η κατεύθυνση της πορείας είναι σαφής: οι επιχειρήσεις μεταβαίνουν προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ωστόσο, όσον αφορά την πλήρη επίτευξη αυτής της μετάβασης, το 57% των επικεφαλής των επιχειρήσεων πιστεύει ότι αυτό δεν θα συμβεί πριν από το 2050 ή και αργότερα, ενώ σχεδόν ένας στους δέκα (8%) πιστεύει ότι η μετάβαση δεν θα επιτευχθεί ποτέ πλήρως. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής που ερωτήθηκαν κατά την έρευνα της BayWa r.e., με πάνω από το ένα τρίτο (35%) να πιστεύει ότι θα επιτευχθεί κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2030, ενώ μόνο το 11% δήλωσε ότι θα επιτευχθεί μετά το 2050.

Στην Ελλάδα, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής επιδεικνύουν σήμερα υψηλότερο αίσθημα δέσμευσης, όπως φαίνεται στους στόχους του νέου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), που παρουσίασε πρόσφατα η Κυβέρνηση, όπου ο στόχος για τη συμμετοχή των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας για το 2030 αυξήθηκε στο 45%, δηλαδή 10% υψηλότερα από το προηγούμενο ΕΣΕΚ και 5% υψηλότερα από τον στόχο που έχει συμφωνηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Την ίδια στιγμή, οι ελληνικές επιχειρήσεις δείχνουν μικρότερο ενδιαφέρον στην προτεραιοποίηση του ζητήματος της ενεργειακής μετάβασης, όπως δείχνουν στοιχεία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, με μόλις το 25% των ελληνικών επιχειρήσεων να έχει επενδύσει το 2022 σε μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής τους απόδοσης, ενώ μόνο το 24% των ελληνικών επιχειρήσεων σχεδιάζει να επενδύσει σε αυτόν τον τομέα τα επόμενα τρία χρόνια.

«Δύο χρόνια μετά την πρώτη μελέτη ‘The Decade That Matters’ και το περιεχόμενο της μελέτης είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης γίνονται πλέον αισθητές σε παγκόσμιο επίπεδο και η κρίση αυτή δεν επηρεάζεται από ύφεση, πολιτικές, σύνορα ή την ίδια την ταχύτητα με την οποία η ανθρωπότητα μπορεί να προσαρμοστεί”, δήλωσε ο Matthias Taft, CEO της BayWa r.e..

“Η έρευνα δείχνει την αναγνώριση αυτής της επείγουσας ανάγκης από τους πολίτες, τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τους επικεφαλής των επιχειρήσεων. Ο πόλεμος στην Ουκρανία υπήρξε ταυτόχρονα καταλύτης για την επιτάχυνση της μετάβασης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ενώ ταυτόχρονα αύξησε βραχυπρόθεσμα την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Αν και η κατεύθυνση της πορείας είναι σαφής, η ταχύτητα έχει ζωτική σημασία και οποιαδήποτε καθυστέρηση εγκυμονεί τον κίνδυνο επιδείνωσης της κλιματικής κρίσης. Ενώ η μετάβαση έχει πλέον επιταχυνθεί, το γρήγορο δεν είναι ακόμη αρκετά γρήγορο”.

Η ανταλλαγή ευθυνών κυριαρχεί στο ευρωπαϊκό τοπίο

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι επικεφαλής επιχειρήσεων διαφοροποιούνται όχι μόνο ως προς τις απόψεις τους σχετικά με τον χρονισμό της μετάβασης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά και ως προς τα σημαντικότερα εμπόδια που σχετίζονται με την επίτευξη των μηδενικών εκπομπών. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι επικεφαλής των επιχειρήσεων αναφέρουν ότι η έλλειψη στήριξης από την Πολιτεία (34%) και η κυβερνητικές πολιτικές (29%)* καθυστερούν την πορεία προς την επίτευξη μηδενικού ισοζυγίου. Όμως, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πιστεύουν ότι η συνειδητοποίηση της κοινής γνώμης (35%) και η ταχύτητα με την οποία οι επιχειρήσεις μπορούν να προσαρμοστούν (35%)* είναι τα μεγαλύτερα ζητήματα. Ωστόσο, το 42% των επικεφαλής επιχειρήσεων και το 33% των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής συμφωνούν ότι το κόστος αποτελεί πολύ σημαντικό εμπόδιο.

Ο Philipp Kunze, Διευθύνων Σύμβουλος της BayWa r.e. Ελλάδας, δήλωσε: «Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι πρέπει να επιτευχθεί πιο στενή και αποδοτική συνεργασία μεταξύ της Πολιτείας και των υπευθύνων χάραξης πολιτικής και των κύριων εκπροσώπων της οικονομίας και των επιχειρήσεων. Στην Ελλάδα διαπιστώνεται σήμερα αυξανόμενη ανησυχία για τις καθυστερήσεις στην εξέταση αιτημάτων για όρους σύνδεσης και ακριβώς εδώ πρέπει στρατηγικά να παραχθεί ένα σαφές και διαφανές πλαίσιο για τον τρόπο προτεραιοποίησής των αιτημάτων αυτών. Βρισκόμαστε σε σημείο καμπής όσον αφορά την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και πρέπει να προσπαθήσουμε περισσότερο στην Ελλάδα και σε ολόκληρη την Ευρώπη για να άρουμε τα εμπόδια. Η BayWa r.e. ελπίζει ότι τα στοιχεία της μελέτης θα λειτουργήσουν ως υπενθύμιση της ανάγκης για πρόοδο, τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκοσμίως».

Η μετατροπή της κοινής γνώμης οδηγεί στη δράση

Η μελέτη “The Decade That Matters 2.0” δείχνει επίσης μια αυξανόμενη μετατροπή των τάσεων της κοινής γνώμης γύρω από την κλιματική αλλαγή, όπως εκφράζονται διαδικτυακά και καταγράφονται στα ευρήματα των εργαλείων ανάλυσης δεδομένων social media. Στην αρχική μελέτη, οι αναφορές σε “μηδενικές εκπομπές” αποδείχθηκε ότι είχαν υπερπενταπλασιαστεί μεταξύ 2015 και 2019. Στα τρία χρόνια που ακολούθησαν, υπήρξε η ίδια σημαντική αύξηση σε πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα.

Το 2021, παρατηρήθηκε επίσης μια αξιοσημείωτη μετατόπιση όσον αφορά τον όρο “κλιματική κρίση”, ο οποίος ξεπέρασε τον όρο “υπερθέρμανση του πλανήτη” σαν θέμα συζήτησης, με μέγιστο αριθμό πάνω από 2,5 εκατομμύρια διαδικτυακές αναφορές. Ενώ το 2022, η τάση άλλαξε για άλλη μια φορά, με τις εμφανώς αρνητικές αναφορές σε “μηδενικές εκπομπές” να διπλασιάζονται σε σύγκριση με το 2018.

Αυτές οι αλλαγές γύρω από τη συνειδητοποίηση της κοινής γνώμης επηρεάζονται αναμφίβολα από τις δραματικές εξελίξεις σε θέματα παγκόσμιου ενδιαφέροντος, τα οποία υποδηλώνουν τη μετάβαση από την απλή ευαισθητοποίηση προς τον χαρακτήρα του επείγοντος. Ενώ συνεχίζουν να εξελίσσονται, δείχνουν επίσης αυξανόμενη ανυπομονησία με τον τρέχοντα ρυθμό αλλαγής. Η ευκαιρία να αναληφθεί η απαραίτητη δράση για την αποτροπή των πιο καταστροφικών συνεπειών της κλιματικής κρίσης υπάρχει ακόμη, αλλά το παράθυρο αυτό της ευκαιρίας κλείνει γρήγορα, καθώς οι πρώτες επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης γίνονται πλέον αισθητές σε παγκόσμιο επίπεδο.