Η ενεργειακή κρίση θα βρεθεί εκ νέου στο επίκεντρο των συζητήσεων των 27 αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων των χωρών μελών της ΕΕ στην άτυπη Σύνοδο Κορυφής στην Πράγα την Παρασκευή 7η Οκτωβρίου.

Σύμφωνα με προσχέδιο συμπερασμάτων που περιήλθε σε γνώση του ΑΠΕ-ΜΠΕ, οι ευρωπαίοι ηγέτες θα καλέσουν για άλλη μια φορά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προτείνει «εφαρμόσιμες λύσεις για τη μείωση των τιμών», μέσω και του καθορισμού «ανώτατου ορίου των τιμών του φυσικού αερίου».

Στο έκτακτο συμβούλιο Ενέργειας της 30ής Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή άφησε ανοιχτή τη δυνατότητα επιβολής ανώτατου ορίου στην τιμή του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Το μέτρο αυτό, ωστόσο, σημειώνουν ευρωπαϊκές διπλωματικές πηγές, συνεπάγεται σημαντικό κόστος για τα δημόσια οικονομικά και δεν ικανοποιεί αρκετές χώρες, μεταξύ άλλων την Ελλάδα, την Ιταλία, το Βέλγιο.

Ειδικότερα, στο σχέδιο συμπερασμάτων που αναμένεται -αν και υπόκειται σε τροποποιήσεις- να υιοθετηθεί στην Πράγα, οι 27 υπογραμμίζουν:

«Οι προσπάθειές μας για να εγγυηθούμε την ασφάλεια του εφοδιασμού και τη μείωση των τιμών της ενέργειας πρέπει να συνεχιστούν. Υπενθυμίζοντας τα συμπεράσματά μας του Μαρτίου, του Μαΐου και του Ιουνίου του 2022, καλούμε την Επιτροπή να εργαστεί επειγόντως πάνω στις ακόλουθες ενέργειες προκειμένου να αναπτύξει οδικό χάρτη για τους επόμενους μήνες:

* Επιτάχυνση των διαπραγματεύσεων με εταίρους για την αναζήτηση αμοιβαία επωφελών σχέσεων που οδηγούν σε ασφάλεια εφοδιασμού και χαμηλότερες τιμές εισαγωγής για την ΕΕ, ιδίως μέσω της Ενεργειακής Πλατφόρμας της ΕΕ.

* Εφαρμόσιμες λύσεις για τη μείωση των τιμών μέσω του ανώτατου ορίου των τιμών του φυσικού αερίου.

* Ανάπτυξη πιο αντιπροσωπευτικού δείκτη αναφοράς για το Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο (ΥΦΑ) που αντικατοπτρίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια τις συνθήκες της αγοράς.

* Επιτάχυνση των εργασιών για τη διασφάλιση της καλής λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών και τον περιορισμό της υπερβολικής αστάθειας των τιμών».

Οι ευρωπαίοι ηγέτες αναμένεται επίσης να τονίσουν στο κείμενο των συμπερασμάτων ότι στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής (20ή-21η Οκτωβρίου) θα συζητήσουν τα επόμενα βήματα για την επίτευξη πλήρους Ενεργειακής Ένωσης, που «θα εξυπηρετεί τον στόχο για την ευρωπαϊκή ενεργειακή κυριαρχία και την κλιματική ουδετερότητα».

Κ. Σίμσον: Η ΕΕ μπορεί να πάρει μαθήματα από το ισπανικό πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου    

Η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να πάρει μαθήματα από τον μηχανισμό της Ισπανίας και της Πορτογαλίας για την επιβολή πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου, παρότι το σχέδιο δεν είναι κατάλληλο για άμεση εφαρμογή σε όλη την Ευρώπη, δήλωσε χθες η επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμσον.

«Μπορούμε σίγουρα να μάθουμε από την εμπειρία τους. Τα μέτρα δεν είναι αυτομάτως κατάλληλα για (όλη) την Ευρώπη», δήλωσε η Σίμσον σε συνεδρίαση επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Εξήγησε πως ένας από τους λόγους για τους οποίους το σχέδιο δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ότι, σε αντίθεση με άλλες χώρες της ΕΕ, οι δύο χώρες της Ιβηρικής διαθέτουν πολυάριθμους τερματικούς σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξετάζει τις επιλογές που υπάρχουν για τη συγκράτηση των τιμών του φυσικού αερίου και η επίτροπος Σίμσον δήλωσε ότι πολλά θα εξαρτηθούν από την έκβαση της συνόδου κορυφής της ΕΕ την Παρασκευή.

Η Γερμανία κατηγορείται για υπονόμευση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και ενότητας  

Σύμφωνα με ρεπορτάζ του ΑΠΕ-ΜΠΕ, κατηγορούμενη ότι κάνει το δικό της παιγνίδι με το πακέτο στήριξης των 200 δισεκατομμυρίων ευρώ για την προστασία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, η Γερμανία δέχεται τις πιέσεις πολλών εταίρων της στην Ευρωπαϊκή Ένωση για να αποδεχθεί ένα σχήμα οικονομικής αλληλεγγύης.

Οι ευρωπαίοι επίτροποι Οικονομίας και Εσωτερικής Αγοράς Πάολο Τζεντιλόνι και Τιερί Μπρετόν πρότειναν την προσφυγή σε αμοιβαιοποιημένα σε ευρωπαϊκό επίπεδο εργαλεία για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανίας.

Το κοινό τους άρθρο που δημοσιεύθηκε στον ευρωπαϊκό Τύπο έδωσε το έναυσμα για μία συζήτηση μεταξύ των υπουργών Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συνέρχονται στο Λουξεμβούργο, την ώρα που ορισμένες χώρες όπως η Γερμανία, η Αυστρία και η Σουηδία δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για νέα έκδοση κοινού χρέους.

«Είναι η μεμονωμένη άποψη δύο επιτρόπων. Έχω την εντύπωση ότι δεν είναι αυτή η γενική άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», δήλωσε ο αυστριακός υπουργός Οικονομικών Μάγκνους Μπρύνερ.

Η πρόταση αυτή «απαιτεί συζητήσεις διότι υπάρχουν διαφορές απόψεων γύρω από το τραπέζι», παραδέχθηκε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις.

Η ανακοίνωση από την Γερμανία την περασμένη εβδομάδα εθνικού πακέτου 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την προστασία της γερμανικής οικονομίας από την αύξηση των τιμών της ενέργειας σόκαρε τους εταίρους της. Το Βερολίνο κατηγορείται για υποκρισία: υποστηρίζει την λιτότητα στις Βρυξέλλες, ενώ κατασπαταλά για δικό της λογαριασμό.

Το ύψος της ενίσχυσης και ο ασυντόνιστος χαρακτήρας της γερμανικής πρωτοβουλίας δημιουργεί φόβους ότι η Γερμανία θα δώσει στις επιχειρήσεις της πλεονέκτημα σε σχέση με τις ανταγωνίστριές της των χωρών που δεν έχουν τα μέσα να χρηματοδοτήσουν μία τόσο ισχυρή «ασπίδα» κατά της εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας. 

«Κανιβαλισμός στην Ευρωπαϊκή Ένωση» 

«Η Γερμανία μπορεί να βοηθήσει τις δικές της εταιρείες με εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ (…) όμως οι πιο φτωχές χώρες δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο (…) Είναι η αρχή του κανιβαλισμού στην ΕΕ. Οι Βρυξέλλες πρέπει να ενεργήσουν, διότι αυτό θα καταστρέψει την ευρωπαϊκή ενότητα», δήλωσε ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας.

Στην Ρώμη, όπως και στο Παρίσι, επιμένουν για την ανάγκη αλληλεγγύης, όπως έγινε κατά την διάρκεια της κρίσης της Covid.

«Δεν μπορούμε πλέον τις επόμενες εβδομάδες και μήνες να προχωρήσουμε χωρίς κοινή στρατηγική», δήλωσε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λε Μερ.

Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι αντέδρασε με σφοδρότητα την περασμένη εβδομάδα, καταγγέλλοντας πιθανές «επικίνδυνες και αδικαιολόγητες στρεβλώσεις της εσωτερικής αγοράς».

Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ εμφανίσθηκε αμυντικός στο Λουξεμβούργο, διαβεβαιώνοντας ότι το γερμανικό σχέδιο είναι «αντίστοιχο του μεγέθους της χώρας» και κατά συνέπεια συγκρίσιμο στα μέτρα στήριξης που έχουν ληφθεί στην Γαλλία. «Πολλοί δεν έχουν αντιληφθεί ότι τα μέτρα εκτείνονται σε μία διετία», είπε.

Ο Πάολο Τζεντιλόνι και ο Τιερί Μπρετόν πρότειναν το μοντέλο του μηχανισμού SURE, του ευρωπαϊκού μηχανισμού των 100 δισεκατομμυρίων ευρώ που επιστρατεύθηκε κατά την διάρκεια της ύφεσης που προκλήθηκε από την πανδημία. Επρόκειτο για τον κοινό δανεισμό υπό προνομιακούς όρους εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία είναι σε θέση να δανείζεται φθηνά στις αγορές.

«Απέναντι στις κολοσσιαίες προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας, μία είναι η δυνατή απάντηση: η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Για να ξεπεράσουμε τα ρήγματα που έχουν προκαλέσει τα διαφορετικά περιθώρια κινήσεων των εθνικών προϋπολογισμών, πρέπει να σκεφτούμε την αμοιβαιοποίηση των εργαλείων σε ευρωπαϊκό επίπεδο», γράφουν.

«Η άντληση έμπνευσης από τον μηχανισμό SURE για την υποστήριξη των ευρωπαϊκών και βιομηχανικών οικοσυστημάτων στην παρούσα κρίση μπορεί να είναι μία βραχυπρόθεσμη λύση…Θα μπορούσε επίσης να ανοίξει τον δρόμο για ένα πρώτο βήμα προς την παροχή “ευρωπαϊκών δημοσίων αγαθών” στους τομείς της ενέργειας και της ασφάλειας, που είναι ο μόνος τρόπος για την διαμόρφωση μίας συστημικής απάντησης στην κρίση», γράφουν οι δύο ευρωπαίοι επίτροποι.

«Προτάσεις βασιζόμενες στο πρόγραμμα SURE δεν μπορούν να δικαιολογηθούν από τις αποφάσεις που έλαβε η Γερμανία», δήλωσε ο Κρίστιαν Λίντνερ διαβεβαιώνοντας ότι το Βερολίνο «είναι ανοικτό για την συζήτηση άλλων εργαλείων».

«Ένα πράγμα είναι σαφές: το κοινό χρέος δεν θα μας βοηθήσει να ενισχύσουμε μακροπρόθεσμα την ανταγωνιστικότητά μας (…), η χρηματοδότηση μέσω κοινού δανείου δεν θα αποτελεί λύση», επέμεινε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, υποστηρίζοντας μάλλον τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά της ενέργειας.

Οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ συζήτησαν χθες την χρησιμοποίηση μη χρησιμοποιημένων δανείων ύψους 200 δισεκατομμυρίων ευρώ στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού σχεδίου ανάκαμψης (συνολικού ύψους 750 δισ) μετά την κρίση της Covid και συμφώνησαν στην κατανομή επιδοτήσεων ύψους 20 δισεκατομμυρίων ευρώ που διατέθηκαν την άνοιξη από την Κομισιόν στο πλαίσιο της στρατηγικής της για την απεξάρτηση από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες.

Όμως ο Πάολο Τζεντιλόνι επέμεινε: «Αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε αυτήν την κρίση, θεωρώ ότι έχουμε ανάγκη από ένα υψηλότερο επίπεδο αλληλεγγύης και ότι πρέπει να ενεργοποιήσουμε επιπλέον κοινά εργαλεία».