Λιγνίτης - ΔΕΗ - εργοληπτικές εταιρείες
Λιγνίτης - ΔΕΗ - εργοληπτικές εταιρείες
Πηγή Εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Με επενδύσεις ύψους τουλάχιστον 350 εκατ. ευρώ ετησίως εκτιμάται ότι μπορεί να συνεχιστεί στην περίοδο ως το 2030 η ανάπτυξη του εξορυκτικού κλάδου στην Ελλάδα, με στόχο τη διατήρηση της παραγωγικής του δυναμικότητας, την προστασία του περιβάλλοντος, τον εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού και την προσαρμογή στις απαιτήσεις της ψηφιακής μετάβασης, όπως επισημαίνει, σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ), Αθανάσιος Κεφάλας.

«Ο εξορυκτικός κλάδος είναι σταθερός επενδυτής και σύμφωνα με σχετική μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) επένδυε, ακόμα και στα χρόνια της οικονομικής κρίσης και επενδυτικής άπνοιας, περίπου 350 εκατ. ευρώ ετησίως. Είναι αναμενόμενο να συνεχίσει τουλάχιστον με αυτόν τον ρυθμό. Νέες μεγάλες επενδύσεις μπορούν να γίνουν στον κλάδο, εφόσον εμπεδωθεί η ασφάλεια δικαίου, επιταχυνθούν οι διαδικασίες αδειοδότησης και υπαχθεί ο κλάδος στις προβλέψεις του “Ελλάδα 2.0″» συμπληρώνει.

Ο πρόεδρος του ΣΜΕ εκφράζει ακόμα την ελπίδα ότι, αν και κάθε πρόβλεψη είναι -λόγω των ευρύτερων συνθηκών- επισφαλής, το 2022 ο κλάδος θα καταγράψει ονομαστική αύξηση κύκλου εργασιών και διατήρηση του μεριδίου στις εξαγωγές, καθώς και του επιπέδου των υποστηριζόμενων ποιοτικών θέσεων εργασίας. «Ο απολογισμός του 2021 είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικός, όμως από τα μέσα του περασμένου χρόνου προστέθηκαν στις υγειονομικές και εφοδιαστικές δυσκολίες και νέες προκλήσεις. Πρέπει να είμαστε καλά προετοιμασμένοι για την αντιμετώπιση των δυσχερειών στην εφοδιαστική αλυσίδα, το υψηλό ενεργειακό κόστος, το πληθωριστικό περιβάλλον και για τις προκλήσεις στον ομαλό εφοδιασμό των πελατών μας, την προσαρμογή στις απαιτήσεις της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και στις πιθανολογούμενες γεωπολιτικές αλλαγές» υπογραμμίζει.

Η πανδημία, αλλά και μετέπειτα ο πόλεμος στην Ουκρανία, επέφεραν πολλαπλά χτυπήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα. Πώς έχει επηρεάσει αυτό τον κλάδο μέχρι στιγμής; Κατά τον κ. Κεφάλα, τα προβλήματα που αφορούν στον κλάδο είναι η κατακόρυφη αύξηση των θαλασσίων ναύλων, που δημιουργεί ζητήματα ανταγωνιστικότητας, η έλλειψη εμπορευματοκιβωτίων, η οποία οδηγεί σε δυσχέρειες στο ομαλό εφοδιασμό των πελατών και η αδυναμία των κατασκευαστών εξοπλισμού για τον εξορυκτικό κλάδο να παραδίνουν έγκαιρα τα απαιτούμενα μηχανήματα ή ανταλλακτικά. «Όμως η Ελλάδα έχει ισχυρή πρόσβαση σε λιμάνια και κομβική θέση για τις μεταφορές στην Ευρώπη, επομένως για αρκετές αγορές ενδυναμώνεται το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα για παραδόσεις με μεγάλα πλοία ή από λιμάνια με σχετική κυκλοφορία εμπορευματοκιβωτίων» λέει.
«Να μην απαξιώνουμε εγχώριους ενεργειακούς πόρους πριν αποκτήσουμε αξιόπιστες εναλλακτικές»

Η παραγωγή του λιγνίτη αυξήθηκε σε πολλές χώρες για λόγους ενίσχυσης της ενεργειακής ασφάλειας μετά την εκδήλωση του πολέμου στην Ουκρανία. Πώς βλέπει να εξελίσσεται η εικόνα σε αυτό το πεδίο μεσομακροπρόοθεσμα; «Το τρίγωνο “πράσινη μετάβαση-ενέργεια-ανταγωνιστικότητα” δημιουργεί σειρά μεγάλων προκλήσεων για την Ευρώπη. Για την εξορυκτική βιομηχανία, οι τιμές της ενέργειας επηρεάζουν σημαντικά το κόστος παραγωγής, αλλά και διάθεσης των προϊόντων, λόγω των αυξήσεων στα θαλάσσια ναύλα και στις οδικές μεταφορές. Από την άλλη η πράσινη μετάβαση επηρεάζεται σημαντικά από τις πηγές της ενέργειας και αυτό δημιουργεί την ανάγκη για σημαντικά αυξημένες ποσότητες σειράς μετάλλων και ορυκτών, τα οποία δεν παράγονται στην Ευρώπη. Η Ελλάδα έχει παρόμοιο κοιτασματολογικό δυναμικό και πρέπει να κινηθεί γρήγορα και αποτελεσματικά για την αξιοποίησή του. Όσον αφορά τη μεγάλη πρόκληση της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας η διατήρηση της δυνατότητας αξιοποίησης του εγχώριου λιγνίτη μέχρι και το 2028 κινείται στη σωστή κατεύθυνση. Τα μαθήματα όμως από τις γεωπολιτικές μεταβολές πρέπει να μας κάνουν προσεκτικούς και να μην απαξιώνουμε ένα εγχώριο ενεργειακό πόρο πριν αποκτήσουμε αξιόπιστες εναλλακτικές λύσεις» υποστηρίζει.

Οι πωλήσεις μαρμάρου αυξάνονται, αλλά τα οικονομικά αποτελέσματα …δεν ακολουθούν
Πώς κινήθηκαν τα μεγέθη των μελών του ΣΜΕ στη Βόρεια Ελλάδα το 2021 και ποια είναι η εκτίμηση για το 2022; «Η εξορυκτική δραστηριότητα των μελών (στη Βόρεια Ελλάδα) είναι σημαντική και καλύπτει την παραγωγή λιγνίτη, σημαντικού αριθμού μεταλλευμάτων, μαρμάρων, σειράς βιομηχανικών ορυκτών και αδρανών. Ακολουθώντας την ανοδική τάση του κλάδου εκτιμάται ότι οι όγκοι παραγωγής αυξήθηκαν περίπου 15%, ενώ ο κύκλος εργασιών περίπου 10%. Τα οικονομικά αποτελέσματα όμως, δεν ακολουθούν την ίδια τάση, διότι οι αυξήσεις στην ενέργεια και στη μεταφορά των προϊόντων είχαν σημαντική δυσμενή επίδραση. Για το 2022 προβλέπεται αυξητική τάση, όμως το περιβάλλον που δραστηριοποιούμαστε είναι πολύ ρευστό για να πούμε περισσότερα» ξεκαθαρίζει.

Αντίστοιχα, αύξηση πωλήσεων, που όμως δεν αποτυπώνεται στα οικονομικά αποτελέσματα, σημειώνεται και στον κλάδο του μαρμάρου. «Ο κλάδος του μαρμάρου αποδεικνύεται δυναμικός, έχοντας παρουσιάσει (το 2021) σημαντική ανάκαμψη, κατά 15%, σε σχέση με το 2020, έτος κατά το οποίο είχε σημειωθεί πτώση 20%-25%, λόγω των προβλημάτων που δημιούργησε η πανδημία. Η αύξηση των πωλήσεων δεν μεταφράζεται σε αντίστοιχα οικονομικά αποτελέσματα, λόγω του αυξημένου κόστους της ενέργειας και των μεταφορικών στο τελικό προορισμό» λέει ο κ. Κεφάλας, ενώ ως προς άλλα προϊόντα του κλάδου, που ακολούθησαν πέρυσι ανοδική πορεία, σημειώνει πως το 2021 ήταν χρονιά σημαντικής ανάπτυξης για αλουμίνιο, νικέλιο και ορισμένα βιομηχανικά ορυκτά.

Η πράσινη μετάβαση, η έρευνα και η καινοτομία

Η ανάγκη να «πρασινίσει» η οικονομία επεκτείνεται και στις κατασκευές, όπου η εξορυκτική και μεταλλευτική βιομηχανία είναι έντονα παρούσα με την προμήθεια πρώτων υλών για δομικά υλικά. Πώς μπορούν να εξασφαλιστούν μηδενικές εκπομπές ρύπων σε αυτό το πεδίο; «Οι ιδιωτικές κατασκευές και τα έργα υποδομής που πρέπει να γίνουν στα επόμενα χρόνια, ακόμα και αυτές που εξυπηρετούν την πράσινη οικονομία, απαιτούν μεγάλες ποσότητες πρωτογενών αδρανών και άλλων κατασκευαστικών υλικών. Η παραγωγή των αδρανών έχει πολύ μικρό αποτύπωμα CO2, μόλις 3-5 κιλά/τόνο και σημαντικές ιδιότητες που δεν επιτρέπουν την πλήρη αντικατάστασή τους από τα δευτερογενή. Η προσπάθειά μας είναι να βελτιώσουμε την ενεργειακή απόδοση των δραστηριοτήτων παραγωγής αδρανών και να αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες του Net Metering (σ.σ. ενεργειακός συμψηφισμός, ήτοι συμψηφισμός παραγόμενης και καταναλισκόμενης ενέργειας) στις εκτάσεις των λατομείων και των γειτονικών χώρων τους» απαντά.

Πόσο εκτεταμένα επενδύουν στην καινοτομία, την Έρευνα και Ανάπτυξη οι ελληνικές επιχειρήσεις του κλάδου; «Η καινοτομία αφορά τόσο στην ικανοποίηση των αναγκών της αγοράς, όσο και στη βελτιστοποίηση παραγωγικών διαδικασιών. Για τον εξορυκτικό κλάδο, ο οποίος είναι συνδεδεμένος με την αξιοποίηση των ορυκτών πόρων, η μέγιστη δυνατή αποληψιμότητα των κοιτασμάτων, η ανάδειξη των ευκαιριών για τα δευτερογενή κοιτάσματα και η μετα-μεταλλευτική χρήση της γης που χρησιμοποιήθηκε αποτελούν προτεραιότητα και επενδύονται σημαντικά ποσά κάθε χρόνο. Επιτυχημένα παραδείγματα είναι η παραγωγή προϊόντων λευκολίθου, με συνεισφορά μέχρι και 20% από παλιές απορρίψεις, η καθετοποίηση των προϊόντων εξόρυξης μαρμάρου με σημαντική μείωση των απορρίψεων και οι πολλές περιπτώσεις δημιουργίας νέων χρήσεων γης, αντί απλής επανεγκατάστασης βλάστησης» εξηγεί, ενώ εκτιμά πως η εισαγωγή τεχνολογικών καινοτομιών, η συνεργασία με εταιρείες πληροφορικής και οι εφαρμογές ρομποτικής και τεχνητής νοημοσύνης θα οδηγήσουν σε επανασχεδιασμό των διεργασιών, αλλαγές στον εξοπλισμό και νέες δεξιότητες για το ανθρώπινο κεφάλαιο στον κλάδο. «Οι νέες συνθήκες φέρνουν ειδικές απαιτήσεις για το ανθρώπινο δυναμικό, το οποίο καλείται να υιοθετήσει μοντέλο δια βίου μάθησης» καταλήγει ο κ. Κεφάλας.