Το σκάφος Parker Solar Probe της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA), που εκτοξεύθηκε τον Αύγουστο του 2018 και έχει αρχίσει να μελετά τον Ήλιο από κοντινότερη απόσταση σε σχέση με κάθε άλλο στο παρελθόν, άρχισε να στέλνει τα πρώτα αποκαλυπτικά στοιχεία που φωτίζουν τα αρκετά ακόμη μυστήρια του άστρου μας.

Η μελέτη των στοιχείων αυτών – με τη συμβολή Ελλήνων επιστημόνων- θα βοηθήσει, μεταξύ άλλων, στην καλύτερη πρόγνωση του διαστημικού «καιρού», καθώς επίσης στην κατανόηση της συμπεριφοράς άλλων άστρων στο σύμπαν.

Οι επιστήμονες της αποστολής έκαναν τέσσερις σχετικές δημοσιεύσεις στο περιοδικό «Nature». Από ελληνικής πλευράς υπάρχει παρουσία σε δύο από τις τέσσερις μελέτες, με τον ακαδημαϊκό-διαστημικό επιστήμονα Σταμάτη Κριμιζή, την ερευνήτρια Όλγα Μαλανδράκη του Ινστιτούτου Αστρονομίας, Αστροφυσικής, Διαστημικών Εφαρμογών & Τηλεπισκόπησης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, τον αστροφυσικό Άγγελο Βουρλίδα του Εργαστηρίου Εφαρμοσμένης Φυσικής (APL) του Πανεπιστημίου Τζον Χόπκινς των ΗΠΑ και τον Αθανάσιο Κουλουμβάκο του Ινστιτούτου Ερευνών, Αστροφυσικής και Πλανητολογίας στην Τουλούζη της Γαλλίας.

Ήταν γνωστό ότι ο ηλιακός «άνεμος» -το ρεύμα των φορτισμένων σωματιδίων που εκρέουν συνεχώς από τον Ήλιο- επιταχύνεται καθώς αφήνει το εξωτερικό στρώμα του άστρου μας. Όμως οι νέες μετρήσεις δείχνουν ότι η επιτάχυνση του ανέμου είναι ακόμη μεγαλύτερη της αναμενόμενης, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Μια από «τις πραγματικά μεγάλες εκπλήξεις», όπως είπαν είναι η ανίχνευση ξαφνικών πολύ ισχυρών αυξήσεων στην ταχύτητα του ηλιακού ανέμου, τόσο βίαιων που το μαγνητικό πεδίο του Ήλιου αναστρέφεται κατά 180 μοίρες και μετά από λίγο επιστρέφει στην αρχική θέση του. Τα ηλιακά σωματίδια φαίνεται να εκτινάσσονται μάλλον με εκρηκτικό τρόπο κατά κύματα, παρά να εκρέουν με μια σταθερή ροή.

Ο Ήλιος παράγει ένα γρήγορο άνεμο με ταχύτητα 500 έως 1.000 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο και έναν πιο αργό που ταξιδεύει στο διάστημα με λιγότερα από 500 χιλιόμετρα ανά δευτερόλεπτο. Ο πρώτος πηγάζει από γιγάντιες «τρύπες» στο ηλιακό στέμμα κοντά στους δύο πόλους. Ο πιο μυστηριώδης αργός άνεμος φαίνεται να προέρχεται και αυτός από μικρότερες τρύπες στο στέμμα, οι οποίες βρίσκονται κοντά στον ισημερινό του και έως τώρα ήταν άγνωστες. Οι τρύπες αυτές είναι πιο κρύες και λιγότερο πυκνές σε σχέση με την υπόλοιπη επιφάνεια του Ήλιου.

Ακόμη, βρέθηκε ότι ο ηλιακός άνεμος κινείται γύρω από τον Ήλιο πολύ ταχύτερα από ό,τι νόμιζαν έως τώρα οι επιστήμονες, με ταχύτητα 35 έως 50 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο. Η ανακάλυψη θα βοηθήσει τις προγνώσεις του διαστημικού καιρού, δηλαδή πότε μια επικίνδυνη έκρηξη ακτινοβολίας του Ήλιου μπορεί να φθάσει στη Γη.

Όπως αναμενόταν, βρέθηκε πολλή λεπτή σκόνη στην περιοχή κοντά στον Ήλιο, η οποία εκτιμάται ότι προέρχεται από απομεινάρια αστεροειδών και κομητών που πλησίασαν το άστρο αρκετά για να διαλυθούν. Όμως όσο πλησιάζει κανείς τον Ήλιο, τόσο αυτή η σκόνη αραιώνει, με αποτέλεσμα σε απόσταση περίπου τεσσάρων εκατομμυρίων χιλιομέτρων από αυτόν να μην υπάρχει καθόλου σκόνη.

Το σκάφος, με μέγεθος αυτοκινήτου και κόστος ενάμισι δισεκατομμυρίου δολαρίων, έχει ήδη κάνει τρεις κοντινές διελεύσεις από τον Ήλιο (η επόμενη είναι τον Ιανουάριο) και έχει πλησιάσει σε απόσταση έως 24 εκατομμυρίων χιλιομέτρων. Μέσα στην επόμενη εξαετία θα συμπληρώσει 24 διελεύσεις και θα πλησιάσει σε απόσταση έως 6,1 εκατ. χλμ., επτά φορές πιο κοντά από κάθε άλλη διαστημοσυσκευή (το προηγούμενο ρεκόρ ηλιακής προσέγγισης κατείχε το σκάφος Helios 2 από το 1976).

Μέχρι στιγμής το Parker SolarProbe έχει αντέξει την ακραία θερμότητα της «ατμόσφαιρας» του Ήλιου, του λεγόμενου στέμματος, αλλά όταν φθάσει στο πιο κοντινό σημείο η θερμική ασπίδα του πάχους 11,4 εκατοστών θα πρέπει να τα βγάλει πέρα με θερμοκρασίες της τάξης των 1.400 βαθμών Κελσίου. Το σκάφος έσπασε ήδη από το Νοέμβριο του 2018 κι ένα άλλο ρεκόρ, της ταχύτερης διαστημοσυσκευής, καθώς «έπιασε» τα 343.181 χιλιόμετρα την ώρα, ενώ το 2024 θα φθάσει να κινείται πλέον με σχεδόν 700.000 χιλιόμετρα την ώρα, χάρη στην ολοένα μεγαλύτερη επιτάχυνση που του χαρίζει η τρομερή βαρύτητα του Ήλιου.

Μια βασική ερώτηση που περιμένει επιστημονική απάντηση, είναι γιατί η επιφάνεια του Ήλιου έχει θερμοκρασία μόνο 6.000 βαθμών Κελσίου, ενώ η ατμόσφαιρα (το στέμμα) του φθάνει το 1,1 εκατομμύριο βαθμούς (θα περίμενε κανείς να έχει μικρότερη θερμοκρασία από την επιφάνεια), γράφει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Σύνδεσμοι για τις επιστημονικές εργασίες:

https://www.nature.com/articles/s41586-019-1818-7

https://www.nature.com/articles/s41586-019-1807-x

https://www.nature.com/articles/s41586-019-1813-z

https://www.nature.com/articles/s41586-019-1811-1