Πηγή Εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ανοίγει εκ νέου ο διάλογος για την στατικότητα των κτιρίων, μετά τις πρόσφατες σεισμικές δονήσεις. Η χθεσινή επίσκεψη του εγκέλαδου, προκάλεσε φόβο στους πολίτες δεδομένου όσα διαδραματίζονται στην γείτονα χώρα, που μετρά ακόμα νεκρούς και τραυματίες. Ο ισχυρός σεισμός 6,1 Ρίχτερ μεταξύ Κυθήρων και Κρήτης, κάνει τους επαγγελματίες του κλάδου να εμφανίζονται καθησυχαστικοί αφού όπως φαίνεται δεν συνδέεται με αυτόν της Αλβανίας. 

Το επίκεντρο του σεισμού εντοπίζεται 74 χλμ. δυτικά από τα Χανιά και 20 χλμ. νότια των Αντικυθήρων, ενώ το εστιακό βάθος υπολογίζεται στα 70,7 χλμ. Ο σεισμός έγινε ιδιαίτερα αισθητός και σύμφωνα με μαρτυρίες από τα Χανιά, διήρκεσε αρκετά δευτερόλεπτα. Η δόνηση μάλιστα, «ταρακούνησε» και την Αθήνα, παρότι σημειώθηκε σε απόσταση 258 χλμ. νότια της πρωτεύουσας.

Όπως σημείωσε στο economix.gr ο καθηγητής Γεωλογίας και πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ) Ευθύμης Λέκκας, εκτιμάται πως δεν θα υπάρξει μετασεισμική ακολουθία. «Ο σεισμός έγινε στα 70 χλμ. βάθος, κατά μήκος του ελληνικού τόξου εκεί όπου “συγκρούεται” η Ελλάδα με την Αφρική, μεταξύ των Κυθήρων και των Χανίων. Ο σεισμός έγινε έντονα αισθητός σε όλη τη νότια Ελλάδα. Η εκτίμησή μου είναι ότι δεν θα υπάρχει συνέχεια δεδομένου ότι ήταν ένας σεισμός βάθους, χωρίς μετασεισμούς», ανέφερε χαρακτηριστικά. Παράλληλα, ξεκαθάρισε ότι ο σεισμός αυτός «δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τη φονική δόνηση που συγκλόνισε την Αλβανία».

Με την σειρά του, την εκτίμηση ότι τα 6,1 Ρίχτερ ήταν ο κύριος σεισμός και δεν αναμένεται να ακολουθήσει άλλος διατύπωσε στο economix.gr ο διευθυντής του Κέντρου Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Γεράσιμος Παπαδόπουλος. Σύμφωνα με τα όσα είπε, «το επίκεντρο του σεισμού εντοπίζεται στα δυτικά της Κρήτης στον θαλάσσιο χώρο και νομίζω ότι είναι ο κύριος σεισμός, διότι οι σεισμοί βάθους δεν έχουν μετασεισμούς» σημείωσε ο κ. Παπαδόπουλος και πρόσθεσε ότι «τέτοιοι σεισμοί έχουν μεγάλη ακτίνα αισθητότητας». 

 

Χθες αργά το απόγευμα ολοκληρώθηκε από το κλιμάκιο της Περιφέρειας Αττικής, η πρώτη έκθεση αυτοψίας σε δημόσια κτίρια και σχολεία στα Κύθηρα. Όπως αναφέρεται στην σχετική γραπτή αναφορά του κλιμακίου των τεσσάρων μηχανικών που διενήργησε ελέγχους με εντολή του Περιφερειάρχη και υπό τον συντονισμό της Αντιπεριφερειάρχη Νήσων Β. Θεοδωρακοπούλου-Μπόγρη, «δε διαπιστώθηκαν  σοβαρές βλάβες στα σχολικά κτίρια». 

 

Όπως υπογραμμίζεται χαρακτηριστικά «επιβάλλεται η άμεση αποκατάσταση των ζημιών» ωστόσο, «δεν προτείνεται η διακοπή της λειτουργίας των σχολικών κτιρίων, διότι οι βλάβες που καταγράφηκαν είναι ήσσονος σημασίας. Τα βασικά προβλήματα εντοπίζονται στον εξωτερικό χώρο του Γυμνασίου – Λυκείου της Χώρας των Κυθήρων και σε αίθουσα του δημοτικού σχολείου της Χώρας, η οποία όμως ήταν εκτός λειτουργίας λόγω ζημιών από παλαιότερο σεισμό». Οι αυτοψίες θα συνεχιστούν και σήμερα σε γέφυρες και κτιριακές υποδομές. 

 

Τι λέει ο τεχνικός κόσμος 

 

Πάντως, σε κάθε εμφάνιση του εγκέλαδου, οι επαγγελματίες του κλάδου εμφανίζονται προβληματισμένοι. 

 

Όπως έχει κάνει ήδη γνωστό το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, μόλις στο 25% των δημόσιων κτιρίων έχει γίνει προσεισμικός έλεγχος δομικής τρωτότητας. Στο ίδιο μοτίβο, σχολεία και νοσοκομεία τα οποία κατασκευάστηκαν μέχρι το 1985. Σύμφωνα με το ΤΕΕ, το μόνο θετικό που έχει συμβεί είναι ότι έχουν ελεγχθεί όλες οι σχολικές μονάδες που κατασκευάστηκαν μέχρι το 1959. Με δεδομένο όμως ότι πάνω από το 50% των κτισμάτων στη χώρα έχει κατασκευαστεί πριν το 1980, κάνει τόσο τους πολίτες όσο και τους μηχανικούς να ανησυχούν για το κατά πόσο είναι ασφαλείς οι κατοικίες – ενώ για ακόμα μια φορά επισημαίνεται η ανάγκη να υπάρξει έλεγχος και να παρθούν τα απαραίτητα μέτρα.

 

Αναλυτικότερα οι προτάσεις του ΤΕΕ:

 

  • Για τα ιδιωτικά κτίρια, μέσα από την Ταυτότητα Κτιρίου, είναι αναγκαίο να γίνει αντίστοιχος προσεισμικός έλεγχος δομικής τρωτότητας. Προτεραιότητα και πάλι πρέπει να είναι όσα κτίρια έχουν κατασκευαστεί με προηγούμενους αντισεισμικούς κανονισμούς – η χωρίς καθόλου αντισεισμικές προδιαγραφές. Ταυτόχρονα όμως η Πολιτεία οφείλει να μεριμνήσει για να γίνουν οι επεμβάσεις που θα κριθούν αναγκαίες από τον έλεγχο αυτόν. Προτείνουμε, όπως ακριβώς συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, να δοθούν μόνιμα οικονομικά κίνητρα για την ενίσχυση ιδιωτικών κτιρίων που διατρέχουν κίνδυνο βλαβών από σεισμό. Κατά το πρότυπο της Ιταλίας θα μπορούσε να εφαρμοστεί έκπτωση φόρου 50% για τις δαπάνες επεμβάσεων με συγκεκριμένο μέγιστο φορολογικό όφελος (στην Ιταλία το όριο είναι 96.000 Ευρώ ανά κτήριο).

 

  • Για κενά κτίρια ή παλαιά ή διατηρητέα, που έχουν αυξηθεί ιδίως στα κέντρα των πόλεων τα τελευταία χρόνια, οφείλουμε να προχωρήσουμε σε ανακατασκευή τους. Διαχωρίζουμε την έννοια της ανακατασκευής από την αποκατάσταση. Αποκατάσταση, στα περισσότερα από αυτά, με τον τρόπο και τα υλικά της αρχικής τους μορφής είναι πολλές φορές αδύνατον ή εξαιρετικά κοστοβόρο να γίνει. Μπορεί όμως να γίνει ανακατασκευή, σε μορφή εξαιρετικά κοντινή και συμβατή με την αρχική τους τυπολογία και μορφή, με νέες εφαρμόσιμες λύσεις και σύγχρονες μεθόδους και υλικά.

 

  • Ειδικά για τα εγκαταλελειμμένα κτίρια και κενά κτίρια, ο τρόπος υλοποίησης τέτοιων παρεμβάσεων θα μπορούσε να περνά μέσα από τους δήμους, αρκεί να τους δοθούν τα θεσμικά εργαλεία. Προτείνουμε να καθιερωθεί μηχανισμός μέσω του οποίου θα επιτρέπεται, σε τέτοιες περιπτώσεις, ο δήμος να αναλάβει ένα κτίριο, να το παραχωρήσει σε ενδιαφερόμενο ιδιώτη που θα κάνει τις απαραίτητες εργασίες, θα το εκμεταλλευτεί για μια περίοδο και εν συνεχεία θα επιστρέψει στον νόμιμο ιδιοκτήτη του αποκατεστημένο – ή στο δημόσιο, αν είναι αγνώστου ιδιοκτήτη.

 

  • Επιπλέον, ειδικά για τα πολλά διατηρητέα που χρήζουν εργασιών, έχουμε προτείνει συγκεκριμένο μηχανισμό ανακατασκευής των προσόψεων, με χρηματοδότηση μέσα από τη λειτουργία της Ψηφιακής Τράπεζας Γης που πρέπει επιτέλους το κράτος να προχωρήσει.