Ζημιά - κατάρρευση οικίας στην Πελοπόνησσο από σεισμό
Ζημιά - κατάρρευση οικίας στην Πελοπόνησσο από σεισμό
Πηγή Εικόνας: Manfred von Kannen from Pixabay

Συμπληρώθηκαν ήδη 20 χρόνια από τον φονικότερο εγκέλαδο του τελευταίου μισού αιώνα που στοίχησε την ζωή σε 143 ανθρώπους, είχε ένταση 5,9 στην Κλίμακα Ρίχτερ, σημειώθηκε στις 7 Σεπτεμβρίου και οι ζημιές του έφτασαν τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ.

Δύο δεκαετίες μετά, παρότι έχουν υπάρξει σημαντικοί πρόοδοι και μπορούν να τεθούν σε εφαρμογή τα διαθέσιμα εργαλεία, η ενεργοποίηση τους δεν έχει γίνει στο σύνολο τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των μελανών σελίδων, αποτελεί το γεγονός ότι έχει γίνει έλεγχος μόλις στο 25% των δημόσιων κτιρίων που κατασκευάστηκαν μέχρι το 1985, όταν δηλαδή άρχισε να εφαρμόζεται ο αντισεισμικός κανονισμός.

Η πρόσφατη… επίσκεψη του εγκέλαδου, στις 19 Ιουλίου, ανέδειξε κάποια κακώς κείμενα του παρελθόντος. Σύμφωνα με τα όσα είπαν μηχανικοί στο economix.gr, αν και οι ζημιές ήταν περιορισμένες, εντοπίστηκαν ωστόσο στα ίδια σημεία (κατοικίες, κτίρια) – που είχαν προκληθεί και πριν 20 χρόνια – αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο λανθασμένων χειρισμών.

Πάντως, ο  σεισμός του 1999 ήταν η πιο καταστροφική και δαπανηρή φυσική καταστροφή που έπληξε ποτέ την Ελλάδα. Οι μεγαλύτερες ζημιές έλαβαν χώρα εντός 10 χιλιομέτρων από το επίκεντρο, με τοπικές διαφορές που οφειλόνταν σε διάφορους τοπογεωγραφικούς παράγοντες. Οι περιοχές που πλήγησαν περισσότερο ήταν τα Άνω Λιόσια, το Μενίδι, οι Θρακομακεδόνες και η Φυλή Αττικής. Μάλιστα, στους Θρακομακεδόνες το 84% των σπιτιών χαρακτηρίστηκε κόκκινο ή κίτρινο, στα Άνω Λιόσια το 64% και στη Φυλή το 56%. Τα περισσότερα «κόκκινα» κτίρια βρίσκονταν στις Αχαρνές και τα Άνω Λιόσια. Συνολικά από το σεισμό κατέρρευσαν 110 κτίρια, 5.222 κρίθηκαν κατεδαφιστέα και 38.165 επισκευάσιμα.

Τι έλεγαν οι τότε σεισμολόγοι

Οι σεισμολόγοι της εποχής, είχαν καταλήξει ότι στην επιφάνεια του εδάφους υπήρξαν ελάχιστες ρηγματώσεις και αυτό κατέστησε αρκετά δύσκολο να βρεθεί η προέλευση του σεισμού. Το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Γενικού Αστεροσκοποίου Αθηνών, είχε αρχικά ανακοινώσει πως ο σεισμός προκλήθηκε από ρήγμα μήκους 15 χιλιομέτρων που καλύπτει την περιοχή μεταξύ Πεντέλης και Πάρνηθας. Με βάση τη μελέτη δορυφορικών δεδομένων που εξετάζουν την παραμόρφωση καθ’ ύψος του εδάφους και η οποία επιβεβαιώθηκε αργότερα από σεισμολογική μελέτη που έγινε το 2008 αποδεκτή και από το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο, κατέληξαν ότι έγιναν δύο σεισμοί, έντασης 5,8 και 5,5 ρίχτερ, σε διαφορετικά ρήγματα και με διαφορά 3,5 δευτερολέπτων ο ένας από τον άλλο.

Το γεγονός ότι οι δύο σεισμοί εκδηλώθηκαν τελικά με χρονική απόσταση 3,5 δευτερολέπτων συνέτεινε να γίνει αντιληπτός ένας σεισμός. Τα αποτελέσματα που παρατηρήθηκαν συνάδουν με την βύθιση του ρήγματος της Φυλής και μιας πιθανής επέκτασης μέχρι τα Άνω Λιόσια που έχει μήκος μέχρι πέντε χιλιόμετρα.

Η Ελλάδα, όπως είναι γνωστό και έχουν βιώσει όλοι λίγο – πολύ, είναι μια ιδιαίτερα σεισμογενής χώρα, καθώς βρίσκεται σε μία σύνθετη τεκτονική ζώνη, ανάμεσα στην Αφρικανική, στην Ευρασιατική και στην τεκτονική πλάκα της Ανατολίας, ενώ μέρος της νότιας Ελλάδας βρίσκεται στην πλάκα του Αιγαίου. Η πλάκα της Ανατολίας σπρώχνει την πλάκα του Αιγαίου προς τα νοτιοδυτικά με ταχύτητα 3 εκατοστών το χρόνο ως προς την Ευρασιατική πλάκα, ενώ η Αφρικανική πλάκα βυθίζεται κάτω από την πλάκα του Αιγαίου με ρυθμό 4 εκατοστών το χρόνο.

Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, οι περιοχές της Κεντρικής Ελλάδας είχαν από πάντα την μικρότερη σεισμική δραστηριότητα τόσο σε ένταση, όσο και σε συχνότητα. Η Αττική  από την άλλη, θεωρούσαν μέχρι τότε περιοχή χωρίς σημαντικά ενεργά σεισμικά ρήγματα και γερό υπόβαθρο, και έτσι τοποθετήθηκε στις ζώνες σεισμικότητα Ι και ΙΙ με βάση την τετραβάθμια κλίμακα που χρησιμοποιούσαν τότε.

Οι σεισμοί που έχουν λάβει χώρα στην κεντρική Ελλάδα συνήθως έχουν μέτρια ισχύ και μικρό εστιακό βάθος και για αυτό το λόγο προκαλούν μόνο τοπικές καταστροφές. Η Αθήνα δεν έχει υποστεί σημαντικές καταστροφές από τέτοιους σεισμούς, καθώς οι περισσότεροι είχαν επικέντρο μακριά από τη πόλη, τουλάχιστον 40 χιλιόμετρα. Από αυτούς, πιο καταστροφικός θεωρείται ο σεισμός που έλαβε χώρα στις 24 Φεβρουαρίου 1981 με επίκεντρο κοντά στις Αλκυονίδες, στο ανατολικό άκρο του Κορινθιακού κόλπου. Αντίθετα με όλους αυτούς, ο σεισμός του 1999 είχε επίκεντρο κοντά στους πρόποδες της Πάρνηθας, μόλις 18 χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας. Ο προηγούμενος σεισμός με επίκεντρο στην Αττική που προκάλεσε σημαντικές καταστροφές, έλαβε χώρα το 1938, βόρεια της Πάρνηθας, κοντά στον Ωρωπό.

Στις νότιες πλαγιές της Πάρνηθας έχουν αναγνωριστεί με βάση γεωλογικές και δορυφορικές παρατηρήσεις τρία παράλληλα ρήγματα: το ρήγμα του Ασπρόπυργου που χωρίζει το στρώμα ασβεστόλιθου από τα ιζήματα στα οποία βρίσκεται η Αθήνα και τα ρήγματα F2 και F3, γνωστό και ως ρήγμα της Φυλής. Το ρήγμα που έδωσε το σεισμό της Πάρνηθας είναι επέκταση του παλαιότερου και εκτείνεται από το κάστρο της Φυλής μέχρι τα Άνω Λιόσια και στο παρελθόν δεν έχει δώσει ξάνα τόσο δυνατό σεισμό. Ο προηγούμενος σεισμός με επικέντρο ρήγμα στη Πάρνηθα έλαβε χώρα το 1705.

Τί λένε σήμερα μηχανικοί – ΤΕΕ για την αντισεισμική θωράκιση

Δέσμη επτά συγκεκριμένων  μέτρων, το κάθε ένα από τα οποία αντιμετωπίζει συγκεκριμένα προβλήματα και όλα μαζί αποτελούν ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο πρόληψης των επιπτώσεων του σεισμού,  αναβάθμισης του κτιριοδομικού πλούτου, της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας και της ασφάλειας του αστικού περιβάλλοντος, ενώ η άμεση και συστηματική εφαρμογή τους δίνει πραγματική ώθηση στην οικονομία, στον κλάδο των κατασκευών, στις αναπτυξιακές επενδύσεις και στην απασχόληση,  παρουσίασε ο Πρόεδρος του ΤΕΕ Γιώργος Στασινός,  κατά την ομιλία του στο  διεθνούς εμβέλειας 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Αντισεισμικής Μηχανικής & Τεχνικής Σεισμολογίας, που συνδιοργανώνουν το Ελληνικό Τμήμα Αντισεισμικής Μηχανικής (ΕΤΑΜ) και το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΤΕΕ) από τις 5 έως 7 Σεπτεμβρίου 2019 στις εγκαταστάσεις της Helexpo στο Μαρούσι, το οποίο είχε και ειδική ενότητα για τα διδάγματα από τον σεισμό του 1999.

Ο Γιώργος Στασινός σημείωσε επίσης ότι «το Συνέδριο συμπίπτει με την επέτειο 20 ετών από το σεισμό της Αθήνας, τον καταστροφικό σεισμό του 1999, ο οποίος αποτέλεσε ορόσημο και δραματική αφορμή για να αναδειχθεί το σεισμικό πρόβλημα σε εθνικό ζήτημα», ενώ παράλληλα «ανέδειξε το μέγεθος της προσφοράς των μηχανικών και αποτέλεσε νέα αφετηρία  για το ερευνητικό έργο του ΤΕΕ», αναφερόμενος σχετικά  στα εθνικά προγράμματα  ΑΝΤΥΚ, ΕΠΑΝΤΥΚ  αλλά και την πρόοδο της επιστημονικής γνώσης.

«Μέσα από αυτό το Συνέδριο θέλουμε να ενώσουμε τους μηχανικούς της πράξης, με τους μηχανικούς της έρευνας, να δώσουμε την ευκαιρία να διαχυθεί η νέα γνώση, να γίνει κτήμα των πολλών», τόνισε επίσης ο Πρόεδρος του ΤΕΕ, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι υπάρχει και ένας ακόμη στόχος που εξυπηρετείται από την επιλογή να συμπέσει το Συνέδριο με την επέτειο του σεισμού του 1999: «Θέλουμε να αφυπνίσουμε και την Πολιτεία και τους πολίτες».

Τα μέτρα αντισεισμικής προστασίας κτιρίων και υποδομών

«Το ΤΕΕ, ως ο επίσημος τεχνικός σύμβουλος κυβέρνησης και Πολιτείας, αλλά και ως ο μεγαλύτερος επιστημονικός φορέας της χώρας, οφείλει να τους υπενθυμίζει την υποχρέωση ότι είναι  πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας να προστατεύει τη ζωή και την Περιουσία των Πολιτών και να κάνει ρεαλιστικής, χρήσιμες και αποτελεσματικές προτάσεις», τόνισε ο Πρόεδρος του ΤΕΕ Γιώργος Στασινός,  παρουσιάζοντας την ολοκληρωμένη δέσμη των προτάσεων του, για την αντισεισμική προστασία κτιρίων και υποδομών.

Παράλληλα υπογράμμισε ότι το ΤΕΕ με την συμμετοχή και την συμβολή των μηχανικών μελών του, όσον αφορά τις προτάσεις που διατυπώνει, έχει την επιστημονική και διοικητική επάρκεια και τις ψηφιακές υποδομές να αναλαμβάνει και την απολύτως επιτυχή υλοποίηση τους, με ευλαβική τήρηση ακόμη και των πιο ασφυκτικών χρονοδιαγραμμάτων. Σχετικά ο Γ. Στασινός ανέφερε  ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, ότι «το ΤΕΕ αναλαμβάνει με νομοθετική ρύθμιση, που ψηφίζεται στη Βουλή, τη δημιουργία του νέου Ειδικού Χωρικού Σχεδίου για το Μάτι και την Ανατολική Αττική και κάνοντας τα αδύνατα δυνατά θα το ολοκληρώσει σε διάστημα 9 μηνών, όταν ο μέσος χρόνος, που ισχύει για ένα τέτοιο έργο είναι 17 χρόνια».

Παρουσιάζοντας τα μέτρα, που έχει προτείνει ο Πρόεδρος του ΤΕΕ Γιώργος Στασινός προς την Πολιτεία, για τα οποία είπε «το καθένα μόνο του βελτιώνει κάπως την κατάσταση αλλά όλα μαζί αποτελούν ένα ολοκληρωμένο και κυρίως εφαρμόσιμο πλαίσιο πρόληψης των επιπτώσεων του σεισμού σε πρακτικό επίπεδο, σήμερα, εδώ, με τις συγκεκριμένες συνθήκες» ανέφερε αναλυτικά και συγκεκριμένα τα ακόλουθα:

1.Έλεγχος όλων των δημοσίων κτιρίων με άμεσο πρωτοβάθμιο προσεισμικό έλεγχο δομικής τρωτότητας:

Ενώ θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχος για το σύνολο των δημοσίων κτιρίων, μέχρι σήμερα έχει πραγματοποιηθεί για λιγότερο από το 25% των δημοσίων κτιρίων. Το μοναδικό θετικό είναι ότι έχουν ελεγχθεί όλες οι σχολικές μονάδες που κατασκευάστηκαν μέχρι το 1959, περίοδο κατά την οποία δεν υπήρχε κανένας αντισεισμικός κανονισμός. Είναι αναγκαίο όμως, να γίνουν έλεγχοι άμεσα για σχολεία, νοσοκομεία και γενικά  χώρους συνάθροισης κοινού  που κατασκευάστηκαν μέχρι το 1985, χρονική στιγμή που αρχίζει να εφαρμόζεται ο αντισεισμικός κανονισμός. Καταθέσαμε ως ΤΕΕ συγκεκριμένο σχέδιο, που μπορούμε να υλοποιήσουμε με τη βοήθεια όλων σας, για να ελέγξει η Πολιτεία το σύνολο των δημοσίων κτιρίων μέσα σε ένα εξάμηνο.

2.Ταυτότητα Κτιρίου και προσεισμικός έλεγχος ιδιωτικών κτιρίων. 

Για τα ιδιωτικά κτίρια, η λύση του αναγκαίου ελέγχου  μπορεί να έρθει μέσα από την Ταυτότητα Κτιρίου. Ένας νέος θεσμός, που το ΤΕΕ προσπαθεί εδώ και 25 χρόνια να καθιερώσει. Που προβλέπεται ήδη σε πολλούς νόμους και θα πρέπει να ξεκινήσει άμεσα. Είναι αναγκαίο μέσα από την Ηλεκτρονική, πλέον, Ταυτότητα Κτιρίου, να γίνει αντίστοιχος προσεισμικός έλεγχος δομικής τρωτότητας. Για να αποκτήσει και η Πολιτεία και οι ιδιοκτήτες ακινήτων πραγματική και ρεαλιστική εικόνα της κατάστασης των οικοδομών. Προτεραιότητα και πάλι πρέπει να είναι όσα κτίρια έχουν κατασκευαστεί με προηγούμενους αντισεισμικούς κανονισμούς – ή χωρίς καθόλου αντισεισμικές προδιαγραφές. Ο έλεγχος πρέπει να ξεκινήσει από το 1985 μέχρι το 1995 και κατόπιν μέχρι σήμερα. Με συγκεκριμένο, δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα, που θα αναλάβει συγκεκριμένος δημόσιος φορέας να παρακολουθεί και να ενημερώνει. Ώστε να κάνουμε κοινωνό της προσπάθειας και την κοινωνία. Χωρίς φόβο, αλλά με επιστημονική επάρκεια. Και οφείλουμε περαιτέρω να δώσουμε ιδιαιτέρως την προσοχή μας σε μη εμφανείς ζημιές και σε σοβαρές βλάβες χωρίς κατάρρευση.

3.Μόνιμα οικονομικά κίνητρα για την ενίσχυση ιδιωτικών κτιρίων που διατρέχουν κίνδυνο βλαβών από σεισμό.

Προτείνουμε, κατά το πρότυπο της Ιταλίας να εφαρμοστεί έκπτωση φόρου 50% για τις δαπάνες επεμβάσεων με συγκεκριμένο μέγιστο φορολογικό όφελος – στην Ιταλία το όριο είναι 96.000 ευρώ ανά κτήριο. Δεδομένων των δημοσιονομικών περιορισμών, ακόμη και ένα ποσοστό 40% θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρό κίνητρο. Αυτή η πρόταση του ΤΕΕ περιλαμβάνεται σε κυβερνητικό προσχέδιο νόμου για να προωθηθεί άμεσα η εφαρμογή της, είπε ο Γ. Στασινός.

4.Σύνδεση προγραμμάτων σεισμικής ενίσχυσης και ενεργειακής εξοικονόμησης. 

«Έχω πει δημοσίως – και έχω κατηγορηθεί από κάποιους για αυτό – ότι δεν μπορούμε να ανακαινίζουμε κτίρια που δεν έχουμε εξετάσει τη δομική τους τρωτότητα. Δεν μπορούμε να δίνουμε δημόσιο χρήμα και κοινοτικά κονδύλια σε κτίρια που δεν ξέρουμε αν θα αντέξουν έναν σεισμό αύριο»,  είπε ο Πρόεδρος του ΤΕΕ και  συμπλήρωσε: «Ζήτησα να συνδεθεί και το Εξοικονομώ κατ’ οίκον και όλα τα προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας με ελέγχους και εργασίες στατικής επάρκειας. Πρέπει όλα τα προγράμματα του ΕΣΠΑ και του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων που ενισχύουν αποκατάσταση ή ανακαίνιση κτιρίων να προβλέπουν τις δαπάνες που χρειάζονται για τη σεισμική τους θωράκιση».

5.Ανακατασκευή κενών, παλαιών και διατηρητέων κτιρίων.

Η πρόταση είπε ο Γ. Στασινός, αφορά ειδικά σε κενά κτίρια ή παλαιά ή διατηρητέα, που έχουν αυξηθεί ιδίως στα κέντρα των πόλεων τα τελευταία χρόνια. Οφείλουμε να προχωρήσουμε σε ανακατασκευή τους. Διαχωρίζουμε την έννοια της ανακατασκευής από την αποκατάσταση. Αποκατάσταση, στα περισσότερα από αυτά, με τον τρόπο και τα υλικά της αρχικής τους μορφής είναι πολλές φορές αδύνατον ή εξαιρετικά κοστοβόρο να γίνει. Μπορεί όμως να γίνει ανακατασκευή, σε μορφή εξαιρετικά κοντινή και συμβατή με την αρχική τους τυπολογία και μορφή, με νέες εφαρμόσιμες λύσεις και σύγχρονες μεθόδους και υλικά. Γνωρίζω ότι αυτό πιθανόν να δημιουργεί αντιδράσεις αλλά είναι απαραίτητο για την ασφάλεια του αστικού μας περιβάλλοντος.  Ειδικά για τα εγκαταλελειμμένα κτίρια και κενά κτίρια, ο τρόπος υλοποίησης τέτοιων παρεμβάσεων θα μπορούσε να περνά μέσα από τους δήμους, αρκεί να τους δοθούν τα θεσμικά εργαλεία. Προτείνουμε να καθιερωθεί μηχανισμός μέσω του οποίου θα επιτρέπεται, σε τέτοιες περιπτώσεις, ο δήμος να αναλάβει ένα κτίριο, να το παραχωρήσει σε ενδιαφερόμενο ιδιώτη που θα κάνει τις απαραίτητες εργασίες, θα το εκμεταλλευτεί για μια περίοδο και εν συνεχεία θα επιστρέψει στον νόμιμο ιδιοκτήτη του αποκατεστημένο – ή στο δημόσιο, αν είναι αγνώστου ιδιοκτήτη.

6.Ψηφιακή Τράπεζα Γη και μηχανισμός ανακατασκευής των προσόψεων διατηρητέων κτηρίων

«Ειδικά για τα πολλά διατηρητέα που χρήζουν εργασιών, τόνισε ο Πρόεδρος του ΤΕΕ,  έχω προτείνει συγκεκριμένο μηχανισμό ανακατασκευής των προσόψεων, τόσο για λόγους αισθητικής όσο και ασφάλειας, με χρηματοδότηση μέσα από τη λειτουργία της Ψηφιακής Τράπεζας Γης, που αναμένω το κράτος επιτέλους να προχωρήσει».

7.Ηλεκτρονικό Μητρώο Έργων Υποδομής.

Ο Γ. Στασινός αναφερόμενος στη σχετική πρόταση του ΤΕΕ είπε ότι «η αντισεισμική θωράκιση των δημόσιων υποδομών αποτελεί το πιο κρίσιμο ίσως, αυτό που προκαλεί περισσότερο το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, όταν το Κράτος αστοχεί». Τόνισε ότι είναι άμεση ανάγκη η δημιουργία Ηλεκτρονικού Μητρώου Έργων Υποδομής για την καταγραφή και συντήρησή τους, τον προγραμματισμό των εργασιών και το ξεκαθάρισμα αρμοδιοτήτων, σημειώνοντας ότι «νομίζω ότι πλέον έχει ωριμάσει και στο αρμόδιο Υπουργείο Υποδομών η διαπίστωση ότι είναι αναγκαίο τόσο το μητρώο όσο και ο κατά το δυνατόν αντικειμενικός προγραμματισμός των εργασιών».

«Η αλήθεια είναι ότι σήμερα κανείς δεν γνωρίζει πραγματικά στοιχεία για τη συντήρηση των υποδομών. Δεν υπάρχει τις περισσότερες φορές τακτική συντήρηση. Δεν γνωρίζουμε πότε έχει συντηρηθεί μια γέφυρα για παράδειγμα. Το είδαμε και πάλι στην Καβάλα, στην Κρήτη και αλλού τους τελευταίους μήνες. Δεν υπάρχει προγραμματισμός. Δεν υπάρχει τακτικός προληπτικός έλεγχος της στατικότητας, της αντοχής τους» είπε ο Πρόεδρος του ΤΕΕ σημειώνοντας ότι «σήμερα δεν υπάρχει ούτε μητρώο υποδομών, ούτε μητρώο συντήρησης και κανείς δεν ξέρει ποιος έχει την ευθύνη για κάθε έργο.  Έτσι οι ευθύνες συγχέονται και διαχέονται, όπως συμβαίνει σε πολλά πράγματα σε αυτή τη χώρα. Και αυτό δεν αφορά μόνο τον αντισεισμικό έλεγχο. Αφορά το σύνολο των παραγόντων που πρέπει να ελέγχονται και που διασφαλίζουν την ανθεκτικότητα των κατασκευών. Ιδίως λόγω της κλιματικής αλλαγής και των καιρικών φαινομένων που τη συνοδεύουν».

Στασινός: 6+1 μέτρα για την αντισεισμική προστασία