Πηγή Εικόνας: απε - μπε

Της Τέτης Ηγουμενίδη

Σε καθεστώς παραχώρησης περνά από σήμερα, 31 Δεκεμβρίου 2025, η Εγνατία Οδός, ο μεγαλύτερος αυτοκινητόδρομος της χώρας και ένας από τους μεγαλύτερους στην Ευρώπη, συνολικού μήκους περίπου 900 χιλιομέτρων.

Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας, το Δημόσιο εισέπραξε χθες εφάπαξ τίμημα ύψους 1,275 δισ. ευρώ.

Η πορεία προς την παραχώρηση ξεκίνησε μέσω διεθνούς διαγωνισμού που διενήργησε το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) – το οποίο σήμερα έχει ενταχθεί στην Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας (Υπερταμείο). Η διαγωνιστική διαδικασία ολοκληρώθηκε στις 26 Αυγούστου 2021 με την ανάδειξη της κοινοπραξίας ΓΕΚ Τέρνα – Egis Projects ως αναδόχου.

Το χρηματοοικονομικό κλείσιμο της συναλλαγής πραγματοποιήθηκε χθες, σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά την επιλογή του αναδόχου, με την καταβολή του συμφωνηθέντος εφάπαξ τιμήματος. Στο πλαίσιο της σύμβασης παραχώρησης, η κοινοπραξία ΓΕΚ Τέρνα – Egis Projects αναλαμβάνει για χρονικό ορίζοντα 35 ετών τη λειτουργία, τη συντήρηση και την εκμετάλλευση του αυτοκινητοδρόμου.

Πέραν του εφάπαξ ποσού, ο παραχωρησιούχος δεσμεύεται για την υλοποίηση επενδύσεων αναβάθμισης και βαριάς συντήρησης της Εγνατίας Οδού, συνολικού ύψους για όλη τη διάρκεια της παραχώρησης 3,8 δισ. ευρώ. Από το ποσό αυτό τα 820 εκατ. ευρώ προβλέπεται να διατεθούν κατά την πρώτη πενταετία της παραχώρησης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι από την ανάδειξη του αναδόχου έως την ολοκλήρωση της συναλλαγής επήλθαν σημαντικές μεταβολές. Το τίμημα που είχε προσφερθεί το 2021 ανερχόταν σε 1,496 δισ. ευρώ. Ωστόσο, στο μεσοδιάστημα μεταβλήθηκαν οι χρηματοοικονομικές συνθήκες, με αποτέλεσμα το τελικό ποσό που εισέπραξε χθες το Δημόσιο να διαμορφωθεί στα 1,275 δισ. ευρώ. Η προσαρμογή αυτή ακολουθεί την πάγια πρακτική των συμβάσεων παραχώρησης, όπου το οριστικό οικονομικό κλείσιμο πραγματοποιείται κατά τη μεταβίβαση του περιουσιακού στοιχείου στον ανάδοχο.

Η καθυστέρηση άνω των τεσσάρων ετών στην ολοκλήρωση της διαδικασίας αποδίδεται κυρίως στην αδυναμία του Δημοσίου να εκπληρώσει κρίσιμες συμβατικές αιρέσεις. Η σημαντικότερη από αυτές αφορά την πιστοποίηση των σηράγγων του αυτοκινητοδρόμου, η οποία δεν ολοκληρώθηκε και τελικά θα αναληφθεί από τον παραχωρησιούχο, με το Δημόσιο να καταβάλλει για τον σκοπό αυτό ποσό 180 εκατ. ευρώ.

Παράλληλα, μεταβλήθηκε και η μετοχική σύνθεση της κοινοπραξίας. Αρχικά, το ποσοστό του Ομίλου ΓΕΚ Τέρνα ανερχόταν στο 75%, ωστόσο αναπροσαρμόστηκε στο 90%, με το ποσοστό της γαλλικής Egis Projects να περιορίζεται στο 10% από 25%.

Η χρηματοδότηση της συναλλαγής βασίστηκε τόσο σε ίδια κεφάλαια του σχήματος παραχώρησης όσο και σε τραπεζικό δανεισμό από ελληνικές τράπεζες, ενώ το τίμημα που εισπράχθηκε θα κατευθυνθεί στην απομείωση του δημόσιου χρέους.

Με τη μετάβαση στο νέο καθεστώς, επέρχεται και αναπροσαρμογή των διοδίων, τα οποία διαμορφώνονται σε 0,04 ευρώ ανά χιλιόμετρο, πλέον ΦΠΑ.

Η κατασκευή της Εγνατίας Οδού ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980. Ο αυτοκινητόδρομος διασχίζει οριζόντια τη Βόρεια Ελλάδα, από την Ανατολή προς τη Δύση, με αφετηρία το λιμάνι της Ηγουμενίτσας – βασική πύλη σύνδεσης της χώρας με την Ιταλία – και κατάληξη τα ελληνοτουρκικά σύνορα.

Η Εγνατία Οδός λειτουργεί ως βασικός αναπτυξιακός άξονας για τη Βόρεια Ελλάδα, ενισχύοντας τις επενδύσεις στους τομείς των μεταφορών, της βιομηχανίας και του τουρισμού. Συνδέει 11 πόλεις, 4 λιμάνια και 7 αεροδρόμια, διευκολύνοντας αποφασιστικά το εμπόριο και τις μετακινήσεις εντός της χώρας. Παράλληλα, φέρνει την Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονία πιο κοντά στο μητροπολιτικό κέντρο της Θεσσαλονίκης – τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας – καθώς και στην υπόλοιπη Μακεδονία και τη Θράκη.

Η ζώνη επιρροής του αυτοκινητοδρόμου συγκεντρώνει το 54% της αγροτικής παραγωγής της χώρας και το 41% της συνολικής απασχόλησης στη βιομηχανία και τη βιοτεχνία. Ταυτόχρονα, η Εγνατία αποτελεί βασικό συλλεκτήριο άξονα για το σύστημα μεταφορών των Βαλκανίων και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, καθώς στον άξονά της καταλήγουν οι Πανευρωπαϊκοί Διάδρομοι IV (Βερολίνο – Σόφια – Θεσσαλονίκη), IX (Ελσίνκι – Αλεξανδρούπολη) και Χ (Βιέννη – Βελιγράδι – Θεσσαλονίκη).