
Πηγή Εικόνας: απε - μπεΤης Τέτης Ηγουμενίδη
Η ελληνική αγορά ακινήτων συνεχίζει να προσελκύει επενδυτικό ενδιαφέρον και να κινείται σε ανοδική τροχιά, αν και με πιο συγκρατημένους ρυθμούς. Η πορεία αυτή εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί υπό την προϋπόθεση ότι η ζήτηση δεν θα δεχθεί πιέσεις από διεθνείς μακροοικονομικές ή γεωπολιτικές εξελίξεις, οι οποίες παραμένουν κρίσιμος παράγοντας αβεβαιότητας.
Στην αγορά κατοικιών, οι τιμές των διαμερισμάτων ακολούθησαν ανοδική πορεία έως και το γ΄ τρίμηνο του 2025, ωστόσο, με χαμηλότερο ρυθμό σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Στο εννεάμηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2025, η μέση αύξηση των τιμών διαμορφώθηκε στο 7,5%, έναντι 9,7% την αντίστοιχη περίοδο του 2024.
Την ίδια στιγμή, παρά τη διατήρηση της ανοδικής τάσης στις τιμές, οι καθαρές εισπράξεις από ξένες άμεσες επενδύσεις στην αγορά ακινήτων κατέγραψαν υποχώρηση. Κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2025 ανήλθαν σε 1.465,7 εκατ. ευρώ, μειωμένες 23,9% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2024, όταν είχαν φτάσει τα 1.925,8 εκατ. ευρώ.
Η εικόνα αυτή αποτυπώνεται στην Ενδιάμεση Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2025, η οποία επισημαίνει ότι η προσφορά νέων κατοικιών παραμένει περιορισμένη. Η εκκίνηση νέων κατασκευών εξακολουθεί να επηρεάζεται τόσο από εκκρεμότητες στο ρυθμιστικό πλαίσιο, όπως ο Νέος Οικοδομικός Κανονισμός, όσο και από το αυξημένο κόστος κατασκευής, παράγοντες που, σύμφωνα με στελέχη της αγοράς, συμβάλλουν καθοριστικά στη διατήρηση των τιμών σε υψηλά επίπεδα.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ επιβεβαιώνουν τη συγκράτηση της οικοδομικής δραστηριότητας. Σε πανελλαδικό επίπεδο, την περίοδο Ιανουαρίου–Αυγούστου 2025 καταγράφηκε μείωση τόσο στον αριθμό των νέων οικοδομικών αδειών όσο και στον δομήσιμο όγκο, κατά 24,5% και 25,6% αντίστοιχα. Παράλληλα, το συνολικό κόστος κατασκευής νέων κτιρίων κατοικιών συνέχισε να αυξάνεται το πρώτο εννεάμηνο του έτους, αν και με βραδύτερο ρυθμό, στο 2,9% σε ετήσια βάση.
Στον κλάδο των επαγγελματικών ακινήτων, οι δείκτες της Τράπεζας της Ελλάδος καταγράφουν επιβράδυνση της ανόδου των τιμών το πρώτο εξάμηνο του 2025. Σε επίπεδο χώρας, οι τιμές των γραφείων υψηλών προδιαγραφών αυξήθηκαν 0,5% και των καταστημάτων αντίστοιχα 1,1%, σε σύγκριση με το αμέσως προηγούμενο εξάμηνο. Στην Αθήνα, οι ρυθμοί αύξησης ήταν ελαφρώς υψηλότεροι, φθάνοντας το 0,9% για τα γραφεία και το 1,5% για τα καταστήματα υψηλών προδιαγραφών.
Ήπιες αυξήσεις καταγράφηκαν και στα μισθώματα γραφείων και καταστημάτων όλων των κατηγοριών, σε σύγκριση με το δεύτερο εξάμηνο του 2024. Σε επίπεδο χώρας, τα μισθώματα ενισχύθηκαν κατά 0,3% για τα γραφεία και κατά 0,4% για τα καταστήματα.
Σε ό,τι αφορά την κατασκευαστική δραστηριότητα επαγγελματικών ακινήτων, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το πρώτο οκτάμηνο του 2025 δείχνουν μείωση στον αριθμό των νέων οικοδομικών αδειών 12,5% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024, ενώ αντίθετα ο δομήσιμος όγκος αυξήθηκε 7,6%. Σε επιμέρους χρήσεις, οι τάσεις ήταν μικτές: οι άδειες για γραφεία αυξήθηκαν κατά 36%, αλλά ο δομήσιμος όγκος μειώθηκε σημαντικά (-48,3%). Στα καταστήματα, ο αριθμός νέων αδειών υποχώρησε κατά 6,7%, ενώ ο όγκος αυξήθηκε 42,5%. Αντίθετα, η δραστηριότητα στον ξενοδοχειακό κλάδο κατέγραψε σαφή κάμψη, με τις νέες άδειες να μειώνονται τόσο σε αριθμό όσο και σε δομήσιμο όγκο, κατά 45,6% και 22,4% αντίστοιχα.
Σύμφωνα επίσης με τα στοιχεία που συγκεντρώνει η Τράπεζα της Ελλάδος και τα αποτελέσματα της Έρευνας Αγοράς Επαγγελματικών Ακινήτων, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025 τα κεφάλαια των Ανωνύμων Εταιριών Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας (ΑΕΕΑΠ), λοιπών επενδυτικών χαρτοφυλακίων και εταιριών ανάπτυξης ακινήτων κατευθύνθηκαν κυρίως στην αγορά ή και την ανάπτυξη γραφείων υψηλών προδιαγραφών με βιοκλιματικά χαρακτηριστικά. Παράλληλα, σημαντικές επενδύσεις πραγματοποιήθηκαν σε ειδικές οικιστικές χρήσεις υψηλών αποδόσεων.
Σε επίπεδο αποδόσεων, οι ελάχιστες αποδόσεις των γραφείων υψηλών προδιαγραφών στο Κεντρικό Επιχειρηματικό Κέντρο (CBD) της Αθήνας διαμορφώθηκαν μεταξύ 5,4% και 6,6%, οριακά χαμηλότερα σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο. Αντίστοιχα, οι αποδόσεις των καταστημάτων υψηλών προδιαγραφών στις πλέον εμπορικές θέσεις του κέντρου της πρωτεύουσας κυμάνθηκαν από 5,0% έως 6,0%.
Παρά τις θετικές ενδείξεις, η Τράπεζα της Ελλάδος επισημαίνει ότι η αγορά ακινήτων εξακολουθεί να επιβαρύνεται από γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και θεσμικές και διοικητικές καθυστερήσεις. Την ίδια ώρα, η ανάπτυξη που καταγράφεται σε συγκεκριμένες περιοχές, ιδίως στον βόρειο άξονα της Αθήνας και στον υπερτοπικό πόλο του Ελληνικού στα νότια προάστια, αναμένεται να μεταβάλει ουσιαστικά τη ζήτηση ακινήτων, καθιστώντας αναγκαίες πρόσθετες επενδύσεις σε υποδομές, ώστε η ανάπτυξη στο λεκανοπέδιο της Αττικής να είναι βιώσιμη σε βάθος χρόνου.















