«Σε θεματοφύλακες της ελληνικής φιλοξενίας και της τοπικής παράδοσης αναδεικνύονται τα ξενοδοχεία μικρότερων κατηγοριών (1,2,3 αστέρων), καθώς αντιπροσωπεύουν το 74% του συνολικού ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας και το 47% σε όρους δωματίων συμβάλλοντας έτσι αποφασιστικά στην τοπική οικονομία και απασχόληση». Αυτό σημειώνει σε δήλωση του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος Αλέξανδρος Βασιλικός, με αφορμή μελέτη που συνέταξε το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων για τις επιδόσεις αυτών των ξενοδοχείων. Την ίδια στιγμή υπογραμμίζει την ανάγκη αυτών των ξενοδοχείων να ενταχθούν σε προγράμματα χρηματοδότησης για την ποιοτική αναβάθμισή τους αλλά και την ψηφιακή και ενεργεικακή τους μετάβαση.

Μειώνονται τα ξενοδοχεία ενός και δύο αστέρων
Σύμφωνα με έρευνα του ΙΤΕΠ  κατά την τελευταία δεκαετία, ενώ αυξήθηκαν αλματωδώς τα ξενοδοχεία τεσσάρων και πέντε αστέρων, με αύξηση 24% και στις μονάδες τριών αστέρων, o αριθμός των ξενοδοχείων ενός και δύο αστέρων σημείωσε πτώση  20% και 21% αντίστοιχα. Σε κάθε περίπτωση, όπως προκύπτει από το μητρώο του ΞΕΕ, τα ξενοδοχεία ενός εως τριών αστέριων αντιπροσωπεύουν το 74% του συνολικού ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας και το 47% σε όρους δωματίων. Στη συντριπτική τους πλειονότητα τα ξενοδοχεία ενός εως τριών αστέριων έχουν μέγεθος μέχρι 50 δωμάτια.

Τα ξενοδοχεία ενός εως τριών αστέρουν προτιμούν οι Ελληνες για τις διακοπές τους
Βάσει των μελετών του ΙΤΕΠ, οι συγκεκριμένες κατηγορίες ξενοδοχείων έχουν σημαντική συμβολή για τις τοπικές οικονομίες και την απασχόληση του τοπικού ανθρώπινου δυναμικού. Τα ελληνικά προϊόντα που καταναλώνουν τα ξενοδοχεία ενός εως τριών αστέρουν ανέρχονται στο 90% με 94% των συνολικών αγορών τους, το 38% από παραγωγούς εντός νομού. Επίσης, το 86% των εργαζομένων στα ξενοδοχεία δυο αστεριών και το 76% στα ξενοδοχεία  ενός αστεριού προέρχονται από την τοπική κοινωνία. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως στα ξενοδοχεία των συγκεκριμένων κατηγοριών παρατηρείται και το μεγαλύτερο μερίδιο Ελλήνων επισκεπτών σε σχέση με υψηλότερες κατηγορίες.

Αναγκαία η δημιουργία των κατάλληλων προγραμμάτων χρηματοδότησης τους

Τα ξενοδοχεία ενός εως τριών αστέρουν δαπανούν ένα σημαντικό ποσοστό του τζίρου τους για επισκευές, ανακαίνιση και συντήρηση και τα ευρήματα της έρευνας αποτυπώνουν την πρόθεσή τους για περαιτέρω εκσυγχρονισμό και αναβάθμιση. Εντούτοις, το υψηλό κόστος των τεχνικών λύσεων πράσινου μετασχηματισμού, ενεργειακής και τεχνολογικής αναβάθμισης αποτελεί το κυριότερο εμπόδιο στην υλοποίηση αυτών των επενδύσεων, γι’ αυτό και κρίνεται αναγκαία η δημιουργία των κατάλληλων προγραμμάτων χρηματοδότησης, όπως τονίζεται.

Πρόσληψη ανθρώπινου δυναμικού από την τοπική αγορά εργασίας

Εστιάζοντας στην συμβολή αυτών των ξενοδοχείων στην τοπική κοινωνία η έρευνα τονίζει ότι το  90%-94% των συνολικών αγορών τροφίμων και ποτών προέρχεται από την τοπική και την ευρύτερη ελληνική αγορά. Στο μεταξύ σηρίζουν την τοπική κοινωνία με την πρόσληψη ανθρώπινου δυναμικού από την τοπική αγορά εργασίας. Παράλληλα οι τιμές τους διαμορφώνονται σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα του μέσου όρου και σε μεγάλο ποσοστό φιλοξενούν Έλληνες τουρίστες . Με το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη μέρα, που απαιτεί εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων τους, είναι σημαντικά τα ποσοστά των ξενοδοχείων  ενός εως τριών αστέρων που δηλώνουν πρόθεση επένδυσης για την απόκτηση των βασικότερων διαχειριστικών εργαλείων.  “Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να γίνουν «πεντάστερα», σημαίνει όμως να εκπληρώνουν συγκεκριμένα ποιοτικά κριτήρια, συμβάλλοντας στη συνολική ποιοτική αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος μας”, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν ξενοδόχοι αυτών των κατηγοριών.

Αγκάθι ο οξύς ανταγωνισμός από την βραχυχρόνια μίσθωση

Τέλος,  στα οικονομικά προβλήματα που αυτά αντιμετωπίζουν, τονίζεται το υψηλό κόστος λειτουργίας τους αλλά το μεγαλύτερο “αγκάθι” εντοπίζεται στον υψηλό ανταγωνισμό από τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης και τα ενοικιαζόμενα δωμάτια, καθώς  η μικρή διάρκεια της τουριστικής περιόδου περιορίζουν σημαντικά τη ζήτηση για τα ξενοδοχεία αυτά.