Πηγή Εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Σημαντικές ανατροπές προκαλεί ο κορονοϊός στις εμπορικές μισθώσεις, με τους ειδικούς να προβλέπουν ότι τα ενοίκια και διαδοχικά οι τιμές πώλησης σε καταστήματα και γραφεία θα υποχωρήσουν. Αν και πολλοί εύχονται η φάση της πτώσης των αξιών να μην κρατήσει πολύ, η διαδικασία αυτή θα μπορούσε να ευνοήσει όσους αδυνατούσαν να «μπουν» στην αγορά ακινήτων όλα τα τελευταία χρόνια-κυρίως την τελευταία τριετία- οπότε οι τιμές τραβούσαν την ανηφόρα. Έτσι, το προσεχές διάστημα με χρονικό σημείο αναφοράς την 1η Μαΐου θα αρχίσουν να αποκρυσταλλώνονται οι επιπτώσεις στις τιμές. Επιπτώσεις οι οποίες θα προκληθούν λόγω του κλεισίματος των καταστημάτων για μεγάλο χρονικό διάστημα και εξαιτίας της πιθανολογούμενης δυσκολίας των επιχειρήσεων και των λιανεμπόρων να επιστρέψουν στα προ κορονοϊού επίπεδα.

Τα δεδομένα

Έτσι, δύο είναι τα δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί. Πρώτον, τα αιτήματα για μείωση τιμών από μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, πρακτική που για ορισμένους στην αγορά δεν διαθέτει λογική βάση, εάν σκεφτεί κανείς ότι μικρές και μεσαίες εταιρίες δεν έχουν ακόμη ασκήσει αντίστοιχες πιέσεις. Δεύτερον, το παρατεταμένο χρονικό διάστημα που θα παραμείνουν-για πρώτη φορά στην ιστορία τους- κλειστά τα μεγάλα εμπορικά κέντρα. Υπενθυμίζουμε ότι παραμένουν κλειστά από τα μέσα Μαρτίου και θα ανοίξουν την 1η Ιουνίου. Γι’ αυτό, κάποιες από τις διαχειρίστριες εταιρίες έχουν δεχτεί -ως προσωρινό μέτρο στήριξης- να εισπράττουν μόνο το 30% του ενοικίου.

Το θέμα είναι πώς θα διαμορφωθεί η επόμενη μέρα. Αναλυτές που προσπαθούν να τη χαρτογραφήσουν αναφέρουν ότι σε κάθε περίπτωση η, έως σήμερα, αναστολή της λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων -από τις 18 Μαρτίου- δεν θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα μεγάλων εμπορικών αλυσίδων. Εκτιμάται, άλλωστε, ότι ένα τμήμα του χαμένου κύκλου εργασιών θα αναπληρωθεί, καθώς όταν αρθεί η καραντίνα, τα νοικοκυριά θα σπεύσουν να ικανοποιήσουν τις συσσωρευμένες καταναλωτικές ανάγκες τους. Ταυτόχρονα, η έκπτωση του 40% στο ύψος του ενοικίου επαγγελματικών χώρων για το δίμηνο Μάρτιος – Απρίλιος και τα υπόλοιπα μέτρα ενίσχυσης καλύπτουν, έως ένα σημείο, τις απώλειες των ενοικιαστών επαγγελματικών χώρων.

Η αύξηση των τιμών

Πριν την εποχή του κορωνοϊού που έχει προκαλέσει «μούδιασμα» στους παίκτες της κτηναταγοράς, η αγορά επαγγελματικών ακινήτων- ιδίως όσον αφορά τα καλής ποιότητας ή πρώτης κατηγορίας (grade A) καταστήματα και γραφεία-παρέπεμπε στο επιτραπέζιο παιχνίδι αγοραπωλησίας ιδιοκτησιών Μονόπολη. Για να γίνει αντιληπτό το μεγάλο παζάρι με τα ακίνητα, αρκεί να σημειωθεί ότι οι αποδόσεις, σήμερα, σε σχέση με ένα χρόνο πριν, είναι μειωμένες κατά 100 μονάδες βάσης και διαμορφώνονται σε επίπεδα κάτω του 6%. Να υπενθυμίσουμε ότι η άνοδος των αποδόσεων στα ακίνητα, σημαίνει αύξηση ρίσκου (ειδάλλως δεν θα ενισχύονταν) με αποτέλεσμα η συρρίκνωσή τους-πριν την επέλαση του κορονοϊού να σηματοδοτεί ότι το επενδυτικό ρίσκο στην ελληνική αγορά ακινήτων είχε μειωθεί.

Η ανάκαμψη στην αγορά καταστημάτων έγινε αισθητή μέσα 2017-αρχές 2018, όταν ο «αέρας», η άυλη αξία των ακινήτων επέστρεψε.  Βέβαια, το ύψος του δεν μπορεί επ’ ουδενί να συγκριθεί με τα χρήματα που πλήρωναν οι επενδυτές τη “χρυσή εποχή” της Ερμού, δηλαδή έως και μία τριετία μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες 2004. Είναι χαρακτηριστικό ότι λίγα μόλις χρόνια πριν την έλευση του ευρώ και πολύ λίγο αφότου είχε ολοκληρωθεί η πεζοδρόμηση της Ερμού, ενοικιαστής πλήρωσε για “αέρα” περίπου 300.000 ευρώ ή περισσότερο από 100 εκατ. δραχμές.

Το 2019, οι τιμές ενοικίασης καταστημάτων στην Ερμού αυξήθηκαν περίπου κατά 10%, σε σχέση με το 2018, φθάνοντας τα 285 ευρώ/τ.μ., αύξηση που επέτρεψε την αναπλήρωση του μεγαλύτερου μέρους των απωλειών κατά το peak της οικονομικής κρίσης, από το 2011 έως και το 2015. Τότε η μέση τιμή ενοικίου είχε υποχωρήσει σε περίπου 160 ευρώ ανά τ.μ.

Τις επόμενες μέρες θα αποκαλυφθεί τι θα προκαλέσει στις τιμές των εμπορικών ακινήτων η πανδημία. Αυτό που είναι πάντως βέβαιο είναι ότι η ενδεχόμενη υποχώρηση αξιών μπορεί να δημιουργεί προβληματισμό σε μερίδα επενδυτών, όμως, καλλιεργεί και προσδοκίες σε όσους αδυνατούν να τοποθετηθούν στην αγορά ακινήτων τα τελευταία χρόνια.