Της Τέτης Ηγουμενίδη

 

Σημαντική ενίσχυση των ταμειακών ροών της ΕΥΔΑΠ, που εκτιμάται σε περίπου 70 εκατ. ευρώ ετησίως, αναμένεται να φέρει η αναπροσαρμογή των τιμολογίων ύδρευσης και αποχέτευσης, η οποία βρίσκεται πλέον στα χέρια της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) για έγκριση.

 

Για τα νοικοκυριά, η μεταβολή αποτυπώνεται κυρίως στην αύξηση των παγίων χρεώσεων. Η συνολική επιβάρυνση για έναν οικιακό καταναλωτή ανέρχεται σε 29,76 ευρώ σε ετήσια βάση ή 2,48 ευρώ μηνιαίως, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ. Το ποσό αυτό προκύπτει από τον διπλασιασμό του παγίου ύδρευσης από 1 σε 2 ευρώ τον μήνα, σε συνδυασμό με την εισαγωγή ξεχωριστού παγίου 1 ευρώ για την αποχέτευση, αλλαγές που συνιστούν τον βασικό κορμό της πρότασης της ΕΥΔΑΠ.

 

Οι κλίμακες κατανάλωσης στο οικιακό τιμολόγιο δεν τροποποιούνται, ενώ διατηρούνται οι κοινωνικές δικλείδες προστασίας. Συγκεκριμένα, από την καταβολή παγίων εξαιρούνται οι δικαιούχοι κοινωνικού τιμολογίου που λαμβάνουν Έκτακτο Ειδικό Τιμολόγιο, καθώς και πολύτεκνοι και καταναλωτές άνω των 75 ετών με ετήσιο εισόδημα έως 8.000 ευρώ.

 

Αντίθετα, σαφώς εντονότερες είναι οι προσαρμογές στα μη οικιακά τιμολόγια, όπου οι αυξήσεις κινούνται γύρω στο 32,5%, επηρεάζοντας τη βιομηχανία, τις επιχειρήσεις, το Δημόσιο, τους δήμους και τα ΝΠΔΔ. Στο βιομηχανικό – επαγγελματικό σκέλος, η χρέωση για κατανάλωση έως 1.000 κυβικά μέτρα αυξάνεται από 0,83 σε 1,1 ευρώ ανά κυβικό, ενώ για υψηλότερες καταναλώσεις η τιμή αναπροσαρμόζεται από 0,98 σε 1,3 ευρώ, μεταβολή που αγγίζει το 32,6%. Στο ίδιο επίπεδο διαμορφώνεται και το τιμολόγιο για το Δημόσιο και τους ΟΤΑ, με την τιμή να αυξάνεται επίσης στα 1,3 ευρώ ανά κυβικό μέτρο.

 

Η ρυθμιστική διαδικασία βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη, καθώς τα νέα τιμολόγια τέθηκαν προχθές σε δημόσια διαβούλευση από τη ΡΑΑΕΥ. Η εφαρμογή τους, εφόσον δοθεί το πράσινο φως – κάτι που θεωρείται σχεδόν σίγουρο – τοποθετείται χρονικά από την 1η Ιανουαρίου 2026, με ορίζοντα ισχύος έως το 2029.

 

Σε επίπεδο διοίκησης, ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΥΔΑΠ, Χάρης Σαχίνης, υπερασπίστηκε την ανάγκη των αυξήσεων, συνδέοντάς τες άμεσα με τη θωράκιση του υδροδοτικού και αποχετευτικού συστήματος της Αττικής απέναντι στις πιέσεις της κλιματικής κρίσης. Όπως ανέφερε, στόχος είναι η διατήρηση της ασφάλειας και της λειτουργικής ανθεκτικότητας του δικτύου, σε ένα περιβάλλον όπου φαινόμενα όπως η λειψυδρία αποκτούν μόνιμα χαρακτηριστικά.

 

Παράλληλα, η διοίκηση επιμένει ότι, ακόμη και μετά τις αναπροσαρμογές, τα τιμολόγια ύδρευσης στην Αθήνα παραμένουν από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη. Ειδικά για τις αυξήσεις που αφορούν τη βιομηχανία και τους δήμους – κατηγορίες που συνεισφέρουν περίπου το 33% των συνολικών εσόδων – τονίζεται ότι αυτές αντανακλούν σε μεγάλο βαθμό τη σωρευμένη επίδραση του πληθωρισμού, καθώς τα τιμολόγια στην Αττική ουσιαστικά δεν είχαν μεταβληθεί επί 17 χρόνια. Επιπλέον, για τους δήμους, οι νέες χρεώσεις λειτουργούν και ως μοχλός περιορισμού της σπατάλης νερού.

 

Υπενθυμίζεται ότι η ΕΥΔΑΠ καλείται να «τρέξει» ένα εκτεταμένο επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 2,5 δισ. ευρώ για την περίοδο 2024 – 2035, για το οποίο απαιτείται επιτάχυνση. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, οι επενδύσεις θα πρέπει να ανέλθουν σε 169 εκατ. ευρώ το 2026, να αυξηθούν στα 257 εκατ. ευρώ το 2027 και στα 313 εκατ. ευρώ το 2028, ενώ με παρόμοιους ρυθμούς προβλέπονται και έως το τέλος της περιόδου, όταν για το 2025 το αντίστοιχο ποσό εκτιμάται μόλις στα 89 εκατ. ευρώ.

 

Το επενδυτικό πακέτο κατανέμεται σε 729 εκατ. ευρώ για υποδομές ύδρευσης, 1,6 δισ. ευρώ για δίκτυα και εγκαταστάσεις αποχέτευσης και 193 εκατ. ευρώ για ενεργειακή και ψηφιακή αναβάθμιση. Περίπου 1 δισ. ευρώ από το σύνολο των κεφαλαίων κατευθύνεται σε παρεμβάσεις που συνδέονται με την αντιμετώπιση της λειψυδρίας, μέσω εκσυγχρονισμού των δικτύων και έργων ανάκτησης υδατικών πόρων.