Το Ανώτατο Δικαστήριο της Ιρλανδίας εξέδωσε την Παρασκευή δύο αποφάσεις συνταγματικότητας που μπορεί να εκτροχιάσουν το σύνολο της εμπορικής συνεργασίας σε επίπεδο ΕΕ: έκρινε ότι η κοινοβουλευτική κύρωση της συνθήκης CETA είναι αντισυνταγματική. Και είναι η πρώτη φορά που ανώτατο δικαστήριο κράτους μέλους της ΕΕ λαμβάνει τέτοια νομική θέση και μάλιστα απορριπτική, καθώς συνήθως τα ανώτατα δικαστήρια κρατούν άλλη στάση τόσο στα θέματα που αφορούν την ΕΕ όσο και στις διεθνείς συνθήκες.

Η συνθήκη CETA (Comprehensive Economic and Trade Agreement – Συνολική Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία) αφορά το σύνολο των εμπορικών – οικονομικών σχέσεων μεταξύ της ΕΕ (και κρατών μελών) και του Καναδά. Είχε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων όταν προετοιμάζονταν και όταν οριστικοποιήθηκε

Η υπόθεση κατά της επικύρωσης της CETA, που στην Ιρλανδία προκαλείται από την κυβέρνηση, έγινε από τον βουλευτή των Πρασίνων, τον Πάτρικ Κοστέλο – οι Πράσινοι ωστόσο είναι κόμμα που στηρίζει την κυβέρνηση της Ιρλανδία, αλλά πανευρωπαϊκά σχεδόν είναι κατά της CETA. Ο συγκεκριμένος βουλευτής υποστήριξε ότι οι διατάξεις της συνθήκης για εξωτερική διαιτησία εμπορικών διαφορών μεταξύ του Καναδά και των κρατών μελών της ΕΕ θα απαιτούσαν μεταβίβαση της κρατικής εξουσίας που είναι αντισυνταγματική.

Στην πρώτη του απόφαση το ανώτατο δικαστήριο της Ιρλανδίας έκρινε με οριακή πλειοψηφία 4-3 ότι οι αιτιάσεις της προσφυγής Κοστέλο είναι βάσιμες και έκρινε μη συμβατές με το σύνταγμα της Ιρλανδίας του 1937 κάποιες προβλέψεις της CETA, ικανοποιώντας μόνο εν μέρει την προσφυγή Κοστέλο καθώς έκρινε πληθώρα ζητημάτων. Στη δεύτερη όμως σχετική απόφαση, που πάρθηκε με πλειοψηφία 6-1, τα πράγματα ήταν πιο ξεκάθαρα: αντισυνταγματικός ο τρόπος κύρωσης αλλά θα μπορούσε να γίνει συνταγματικός αν αλλάξει το διοικητικό δίκαιο και οι διατάξεις περί διαιτησίας που έχουν θεσπιστεί με εθνικό νόμο, ώστε να επιτρέπεται να γίνει μεταβίβαση εξουσίας για αποφάσεις σε ένα όργανο εκτός εθνικού δικαστικού συστήματος – πρόβλεψη που ευθέως καλεί για πλήρη αλλαγή της νομοθεσίας στη χώρα, ως προϋπόθεση συνταγματικότητας της CETA! Αξίζει κάποιες που ενδιαφέρεται να διαβάσει τις αποφάσεις (στα αγγλικά) για να δει το βάθος των αποφάσεων και τις αντιτιθέμενες προσεγγίσεις, που έχουν ευρύτερο ενδιαφέρον.

Στην Ιρλανδία, όπως μεταδίδει το politico.eu, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Leo Varadkar, ο οποίος είναι επίσης υπουργός Εμπορίου της Ιρλανδίας, εξέφρασε την απογοήτευσή του για την ετυμηγορία, αλλά είπε ότι η Ιρλανδία παραμένει αποφασισμένη να διασφαλίσει την «πλήρη επικύρωση» της συνθήκης. «Η αρχική μας εκτίμηση είναι ότι δεν απαιτείται δημοψήφισμα και ότι η επικύρωση μπορεί να ακολουθήσει μόλις γίνουν κάποιες αλλαγές στο εσωτερικό δίκαιο», είπε ο Varadkar, ο οποίος σημείωσε ότι η συνθήκη επέκτεινε την πρόσβαση και τις επιδόσεις στον Καναδά για περισσότερες από 400 ιρλανδικές εταιρείες. Από την άλλη πλευρά ο προσφεύγων βουλευτής των Πρασίνων Costello καλωσόρισε τη νομική του νίκη ως μια «απίστευτη μέρα» που προστατεύει «την ακεραιότητα του δικαστικού μας συστήματος και του συντάγματός μας» και θα καθυστερήσει περαιτέρω, αν όχι μόνιμα, την επικύρωση στην Ιρλανδία.

Γιατί η απόφαση στην Ιρλανδία είναι σημαντική για όλη την ΕΕ

Δεν είναι τόσο οι αποφάσεις αυτές καθ’ ευατές που «βραχυκυκλώνουν» την εφαρμογή της CETA στην ΕΕ τονίζουν νομικοί κύκλοι στο economix. Άλλωστε αφορούν ένα μόνο κράτος μέλος της ΕΕ (ακόμη και αν τυπικά πρέπει όλα να κυρώσουν τη διεθνή συνθήκη για να τεθεί σε πλήρη ισχύ στην ΕΕ) και επιπλέον οι ίδιες οι αποφάσεις δίνουν και διέξοδο συνταγματικότητας. Και αφορούν επίσης μία έννομη τάξη – διαφορετικές χώρες έχουν διαφορετικά συντάγματα και δίκαια. Ενώ πρέπει να σημειώσουμε ότι πολλές χώρες, με αφορμή τις αποφάσεις κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης (δημιουργία ESM, κοινός δανεισμός, διάσωση οικονομιών κρατών – μελών κλπ) έχουν κρίνει τη συμβατότητα με τα εθνικά συντάγματα οικονομικών συμφωνιών σε επίπεδο ΕΕ – αν και να σημειώσουμε ότι δεν είναι ακριβώς το ίδιο ζήτημα, ωστόσο εξετάστηκαν σημαντικά θέματα κυριαρχίας σε αυτές τις υποθέσεις.

Το κύριο προβληματικό, για τους υπέρμαχους της CETA, σημείο στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Ιρλανδίας είναι το σκεπτικό στο οποίο βασίζονται. Και αυτό διότι μπορεί να βρει μιμητές σε άλλα συνταγματικά δικαστήρια σε όλη την ΕΕ καθώς θέτει θέματα αντισυνταγματικότητας που ανάγονται σε βασικές θεμελιώδεις αρχές του δυτικού τύπου κράτους δικαίου και της δημοκρατίας όπως την αντιλαμβανόμαστε συνολικά στην Ευρώπη και θωρακίζεται από τα νομικά κείμενα.

Συγκεκριμένα η απόφαση μιλά για αντισυνταγματικότητα διότι οι προβλέψεις της CETA αποτελούν επέμβαση στη διάκριση των εξουσιών (βασική συνταγματική αρχή) κατά το μέρος που περιορίζουν τα δικαιώματα του κοινοβουλίου, θίγουν τη δημοκρατική νομιμοποίηση της Πολιτείας, περιορίζουν την αυτονομία της δικαιοσύνης και μεταλλάσσουν τη δικαστική προστασία. Ακόμη και η διέξοδος που δίνει, για αλλαγή του νόμου (ή του διοικητικού δικαίου γενικά) προ της κύρωσης της συνθήκης, δημιουργεί επίσης ένα «τσουνάμι» νέων αντιπαραθέσεων και ανοίγει δρόμους σε νέες αντιρρήσεις.

Η επίκληση όλων αυτών των επιχειρημάτων, καθώς αποτελούν βασικές αρχές της συνταγματικής τάξης σχεδόν σε όλον τον ανεπτυγμένο κόσμο, μπορεί κάλλιστα να αναπαραχθεί σε οποιαδήποτε προσφυγή εναντίον της CETA και μάλιστα σε οποιαδήποτε φάση της εφαρμογής της: ακόμη και σε χώρες που έχουν ήδη κυρώσει τη συμφωνία. Όπως στην Ελλάδα, που δεν διαθέτουμε συνταγματικό δικαστήριο που μπορεί να σταματήσει τη ψήφιση νόμου αλλά ανώτατο ακυρωτικό (διοικητικό) δικαστήριο, η CETA είναι πλέον ανοιχτή μέσα από ενδεχόμενες προσφυγές σε κάθε απόφαση που βασίζεται σε αυτή (ή τη μνημονεύει) καθώς οποιοδήποτε θα μπορεί να προσφύγει (τεκμηριώνοντας το έννομο συμφέρον του) για ακύρωση βάση του σκεπτικού που αναλύεται στην απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου της Ιρλανδίας, προσαρμοσμένου στο Ελληνικό Σύνταγμα και επικαλούμενος το σκεπτικό ως νομολογία, καθώς αναφέρεται μεν στο Ιρλανδικό Σύνταγμα αλλά αφορά ουσιώδη άρθρα που αποτυπώνουν βασικές αρχές της δημοκρατίας.

Πολυετείς διαμάχες

Η συνθήκη CETA (Comprehensive Economic and Trade Agreement – Συνολική Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία) αφορά το σύνολο των εμπορικών – οικονομικών σχέσεων μεταξύ της ΕΕ (και κρατών μελών) και του Καναδά. Είχε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων όταν προετοιμάζονταν και όταν οριστικοποιήθηκε. Και αποτέλεσε ένα δίδυμο, μαζί με τη συνθήκη TTIP (η οποία απέτυχε να υιοθετηθεί), που δαιμονοποιήθηκε σχεδόν ως η νέα έκδοση των επτά πληγών του Φαραώ σε τομείς που πολλές οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών έχουν ιδιαίτερες ευαισθησίες: την περιβαλλοντική προστασία, την υγιεινή και ασφάλεια των τροφίμων και τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς. Αλλά και από οικονομικούς φορείς υπήρξαν δυσαρέσκειες και αντιδράσεις καθώς υποστηρίχθηκε ότι περιορίζει εξαιρετικά την προστασία πολλών επώνυμων προϊόντων, όπως στην Ελλάδα έγινε μεγάλη συζήτηση για τη φέτα.

Οι διαπραγματεύσεις για τη CETA ξεκίνησαν τον Οκτώβριο 2009 και ολοκληρώθηκαν τον Αύγουστο 2014. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε στη δημοσιότητα το συμφωνημένο κείμενο (consolidated text) τον Σεπτέμβριο του 2014, ενώ η τυπική ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων σηματοδοτήθηκε κατά τη Σύνοδο Κορυφής Ε.Ε. – Καναδά (Οττάβα, 26/9/2014), όπου μονογραφήθηκε το συμφωνημένο μεταξύ των δύο Επικεφαλής Διαπραγματευτών κείμενο. H Συνολική Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία (Comprehensive Economic and Trade AgreementCETA), υπεγράφη στην διμερή Συνάντηση Κορυφής της 30.10.2016 (Βρυξέλλες).

Το Ελληνικό Κοινοβούλιο, επί προεδρίας Βούτση, το 2016, συγκρότησε μάλιστα ειδική επιτροπή για να παρακολουθεί τις διαδικασίες διαπραγμάτευσης και εν τέλει συμφωνίας για τις διεθνείς συνθήκες CETA και TTIP. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε τη CETA τον Φεβρουάριο του 2017 (με 408 ψήφους υπέρ, 254 κατά και 33 αποχές). Οι περισσότεροι, σχεδόν τα 2/3, από τους κανόνες της συνθήκης έχουν ήδη εφαρμοστεί προσωρινά σε ολόκληρη την ΕΕ, επιτρέποντας, μεταξύ άλλων, στη συντριπτική πλειοψηφία των καναδικών προϊόντων να εισάγονται χωρίς δασμούς. Όμως για την πλήρη υλοποίηση της Συμφωνίας απαιτείται η κύρωση των Εθνικών Κοινοβουλίων των κρατών μελών.

Από πλευράς Καναδά, η κύρωση της Συμφωνίας από το Κοινοβούλιο  πραγματοποιήθηκε στις 17.05.2017. Σε όλο αυτό το διάστημα, από το 2010 μέχρι και σήμερα, με αιχμή την περίοδο 2015-2017, οι αντιδράσεις σε όλη την Ευρώπη ήταν θυελλώδεις, σε πολλές περιπτώσεις. Μέχρι στιγμής, η Συμφωνία CETA έχει κυρωθεί από οκτώ κράτη μέλη της Ε.Ε, όπως αναφέρει το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, ενώ εκκρεμεί η κύρωση της από  την Βουλή των Ελλήνων.

Σημειώνουμε ότι οι διαμαρτυρίες όσων εναντιώνονται ή επιφυλάσσονται αφορούν για τη μεν CETA τις σχέσεις με τον Καναδά (καναδικές επιχειρήσεις στην ΕΕ και ευρωπαϊκές επιχειρήσεις στον Καναδά) για δε τη σύμβαση TTIP με τις άλλες χώρες της αμερικάνικης ηπείρου. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, πολλοί αντέδρασαν στο ενδεχόμενο οι προβλέψεις της CETA να εφαρμοστούν για τις επενδύσεις της Ελληνικός Χρυσός στη Χαλκιδική καθώς η ιδιοκτησία της εταιρείας είναι καναδική επιχείρηση.

Η βάση των κύριων αντιδράσεων ήταν και εξακολουθεί να είναι (όπως φαίνεται και από την απόφαση του ιρλανδικού ανώτατου δικαστηρίου) το γεγονός ότι προβλέπονται νέοι κανόνες διαιτησίας εκτός δικαστικής οδού και δυνατότητα αποζημίωσης εταιρειών από το κράτος σε περιπτώσεις ματαίωσης επενδύσεων κλπ.

Οι αντιδρώντες στη CETA (όπως πολλοί Πράσινοι σε όλη την Ευρώπη, επισήμως ή ανεπισήμως) υποστηρίζουν παράλληλα ότι η εξωτερική διαιτησία μελλοντικών διαφορών, που προβλέπεται ως μηχανισμός επίλυσης διαφορών στη CETA, θα μπορούσε να αναγκάσει κάθε χώρα της ΕΕ, όπως σε αυτή την υπόθεση την Ιρλανδία, να αποδεχθεί χαμηλότερα περιβαλλοντικά πρότυπα (τα οποία πρέπει να τηρούν οι καναδικές εταιρείες με βάση τον καναδικό νόμο) κατά παράβαση των νομικών δεσμεύσεων κάθε κράτους μέλους στους στόχους της ΕΕ για την κλιματική αλλαγή.

EU-Canada Comprehensive Economic and Trade Agreement – CETA
Πηγή Εικόνας: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Τί περιλαμβάνει η CETA

Η CETA αποτελεί την πρώτη τέτοιου είδους συνολική συμφωνία με εταίρο του οικονομικού και πολιτικού μεγέθους του Καναδά, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό για τις εξωτερικές σχέσεις και το εμπόριο της ΕΕ και των κρατών μελών, σημειώνει το Ελληνικό ΥΠΕΞ. Η εφαρμογή της αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση του όγκου εμπορίου μεταξύ των συμβαλλομένων μερών κατά 25% περίπου, δημιουργώντας επιχειρηματικές ευκαιρίες για όλα τα κράτη-μέλη.

Βασικές πτυχές της συμφωνίας περιλαμβάνουν την πλήρη κατάργηση δασμών στα βιομηχανικά και αγροτικά προϊόντα της ΕΕ και του  Καναδά, τη διατήρηση, από πλευράς ΕΕ, ποσοστώσεων σε μοσχάρι και χοιρινό, ενώ από πλευράς Καναδά διατηρούνται οι ποσοστώσεις στα γαλακτοκομικά. Στις δημόσιες προμήθειες προβλέπεται άνοιγμα της αγοράς του Καναδά, πλην ναυπήγησης πλοίων. Όσον αφορά τις γεωγραφικές ενδείξεις, προβλέπεται η προστασία 145 ευρωπαϊκών γεωγραφικών ενδείξεων, μεταξύ των οποίων και 16 ελληνικές.

Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το αναμενόμενο ετήσιο οικονομικό όφελος από την ΣΕΣ ΕΕ-Καναδά (CETA)  εκτιμάται σε 11,6 δις ευρώ για την ΕΕ και 8,2 δις ευρώ για τον Καναδά. Επιπρόσθετα, η προσδοκώμενη αύξηση των εξαγωγών της ΕΕ προς τις ΗΠΑ και τον Καναδά αναμένεται να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις της ΕΕ και των Κρατών μελών. Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο της εν λόγω Συμφωνίας, αλλά  και  σε όλες τις εμπορικές συμφωνίες της ΕΕ με τρίτες χώρες, η Ελλάδα αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην ενισχυμένη προστασία δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, με έμφαση στην προστασία προϊόντων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π.) και Γεωγραφικών Ενδείξεων (Γ.Ε.)  κυρίως για τα αγροτικά και  επεξεργασμένα προϊόντα.

Σε σχέση με τα βασικά σημεία των αντιδράσεων, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οι ρήτρες για βιώσιμη ανάπτυξη συμπεριλήφθηκαν στη συμφωνία με σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος και των κοινωνικών προτύπων, καθώς και την ενίσχυση του εμπορίου και των επενδύσεων. Η ΕΕ και ο Καναδάς, τονίζει το ΕΚ, επιβεβαίωσαν ρητά μέσα στη συμφωνία το δικαίωμα των κρατών να νομοθετούν και να εφαρμόζουν την εγχώρια νομοθεσία, προκειμένου να καθησυχάσουν τις ανησυχίες των πολιτών ότι η συμφωνία δίνει πολύ μεγάλη δύναμη σε πολυεθνικές εταιρείες και ότι οι κυβερνήσεις δεν θα είναι σε θέση να νομοθετούν για την προστασία της υγείας, της ασφάλειας ή του περιβάλλοντος. Όσον αφορά τις εξαιρέσεις, η επίσημη θέση του ΕΚ είναι ότι η συμφωνία CETA δεν θα άρει τους δασμούς στους τομείς των δημοσίων υπηρεσιών, των οπτικοακουστικών μέσων και των υπηρεσιών μεταφορών, καθώς και σε μερικά αγροτικά προϊόντα, όπως τα γαλακτοκομικά, τα πουλερικά και τα αυγά.

Τονίζεται επίσης ότι σε συνέχεια της πίεσης της Ευρωβουλής, ο αμφιλεγόμενος μηχανισμός διευθέτησης διαφορών επενδυτή-κράτους που προβλεπόταν αρχικά αντικαταστάθηκε από ένα σύστημα επενδυτικού δικαστηρίου, που θα διασφαλίζει τον κρατικό έλεγχο μέσω της επιλογής των διαιτητών και της ενίσχυσης της διαφάνειας. Αυτός ο μηχανισμός ωστόσο είναι και η βάση των αντιρρήσεων στο σκεπτικό του Ανωτάτου δικαστηρίου της Ιρλανδίας στις νέες αποφάσεις που μόλις εξέδωσε.

Αξίζει να σημειωθεί ότι παράλλημα με τη CETA και με πολύ μεγαλύτερη πλειοψηφία οι ευρωβουλευτές ενέκριναν το 2017 με 506 ψήφους υπέρ, 142 κατά και 43 αποχές τη σύναψη της συμφωνίας στρατηγικής εταιρικής σχέσης ΕΕ-Καναδά (SPA). Συμπληρώνοντας την CETA, η συμφωνία αυτή θα ενισχύσει τη διμερή συνεργασία ΕΕ-Καναδά σε ένα ευρύ φάσμα μη εμπορικών θεμάτων, όπως η εξωτερική πολιτική και η πολιτική ασφάλειας, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος, η αειφόρος ανάπτυξη, η έρευνα και ο πολιτισμός.

Όπως αναφέραμε, καθότι η CETA ανακηρύχθηκε «μεικτή» συμφωνία από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Ιούλιο του 2016, θα πρέπει να επικυρωθεί και από τα εθνικά και περιφερειακά κοινοβούλια αλλά η Ελάδα, όπως και η πλειοψηφία των χωρών μελών, δεν το έχει πράξει ακόμη. Σύμφωνα με τηλεγράφημα του ΑΠΕ-ΜΠΕ, τον Οκτώβριο, ο αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Νίκος Παπαθανάσης ανέφερε στο πλαίσιο του Οικονομικού Φόρουμ του Τορόντο ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει στην κύρωση της εμπορικής συμφωνίας Ε.Ε. – Καναδά (CETA) μόλις επιλυθούν κάποια εκκρεμή ζητήματα. Ο κ. Παπαθανάσης, παράλληλα, όπως αναφέρει σχετική ανακοίνωση, επεσήμανε ότι είναι πολύ σημαντικό να διερευνήσουμε νέες δυνατότητες για την ανάπτυξη διμερών συνεργασιών ενώ υπογράμμισε τη σημασία και τον ρόλο της ελληνικής κοινότητας του Καναδά. Επιπλέον, τόνισε ότι υπάρχει πολύ έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον και στον τομέα των νεοφυών επιχειρήσεων και είπε ότι υπάρχουν πολλοί τομείς στους οποίους οι δύο χώρες μπορούν να συνεργαστούν, όπως η εκπαίδευση, η πράσινη μετάβαση, η καινοτομία και η τεχνολογία κ.α.

Σε ό,τι αφορά στη CETA ο κ.Παπαθανάσης επεσήμανε ότι υπάρχουν ακόμη κάποια εκκρεμή ζητήματα αλλά όταν αυτά επιλυθούν, η Ελλάδα θα προχωρήσει στην κύρωση της συμφωνίας. Βέβαια, δεν ανέφερε δημόσια αν οι λεπτομέρειες αυτές αφορούν το βασικό θέμα που έχει η ελληνική αγορά με τη CETA, το ζήτημα της προστασίας της φέτας, ή τη συνεχή διελκυστίνδα κυβέρνησης/κράτους με την Eldorado Gold, βασικό μέτοχο της Ελληνικός Χρυσός, για την εξέλιξη της επένδυσης στα ορυχεία και μεταλλεία στη Χαλκιδική – ή έστω ποιο θέμα θεωρεί η ελληνική κυβέρνηση ότι χρήζει αντιμετώπισης πριν την κύρωση.

Παρότι η ΝΔ είχε ταχθεί εξαρχής υπέρ της συνθήκης, στην πορεία συμμετείχε στις συζητήσεις και τους προβληματισμούς, αλλά αναμένονταν να προχωρήσει σε κύρωση – ωστόσο μετά από 3,5 χρόνια σχεδόν κυβερνητικής θητείας η CETA δεν έχει έρθει προς κύρωση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση για το ότι δεν έχει φέρει μια άλλη, πιο πρόσφατη, διεθνή συμφωνία για κύρωση, αυτή των Πρεσπών, για τη CETA τα τελευταία χρόνια μάλλον κρατά μια αμήχανη στάση (καθώς υιοθετήθηκε από την ΕΕ επί των ημερών του) και πάντως κατηγορίες στην κυβέρνηση δεν φαίνεται να προσάπτει.

Η CETA και το πρόβλημα της «φέτας»

Η κύρια επιφύλαξη και το σημείο που έκλεψε το κύριο μέρος του ενδιαφέροντος στις ελληνικές συζητήσεις για τη CETA ήταν η προστασία του πιο ονομαστού ελληνικού τυριού: της φέτας. Προστασία (βάσει ονομασίας προέλευσης) που είναι περιορισμένη στον Καναδά και η CETA κατηγορείται ότι επιτείνει αλλά τα αποτελέσματα δεν δείχνουν ακριβώς αυτό.

Σύμφωνα με πρόσφατη (02/2022) έκθεση του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών στο Τορόντο η Ελλάδα εξάγει στον Καναδά το 1,2% του συνόλου των εξαγωγών τυριών της. Οι εξαγωγές ελληνικές φέτας ωφελήθηκαν από την σύναψη της CETA, καθώς μεταξύ 2017-2021 σημειώθηκε αύξηση κατά 113% φθάνοντας τα 8,3 εκ. CAD (5,8 εκ. €). Με την CETA προβλέφθηκε για πρώτη φορά η προστασία σειράς προϊόντων της ΕΕ με καθεστώς Γεωγραφικής Ένδειξης. Ωστόσο, υπάρχουν διάφορα επίπεδα προστασίας. Πάντως η καναδική αγορά γαλακτοκομικών προϊόντων διακρίνεται από καθεστώς προστασίας των γαλακτοπαραγωγών μέσω ενός συστήματος ρύθμισης των τιμών.

Στην καναδική αγορά κυκλοφορούν διάφορα είδη τυριών φέτας και τύπου «φέτας». Σύμφωνα με τις διατάξεις της CETA διατηρείται το δικαίωμα χρήσης της επωνυμίας για τους Καναδούς παραγωγούς, είτε ως feta είτε με την συνοδεία χαρακτηρισμού “kind”, “type”, “style”, “imitation” ή παρόμοιους και εφ’ όσον είναι εμφανής η γεωγραφική προέλευση του προϊόντος. Βάσει της CETA, προβλέφθηκε η δυνατότητα εισαγωγής τυριών ΕΕ με μηδενικό δασμό, εφ’ όσον είναι εντός συγκεκριμένης ποσόστωσης. Διαφορετικά ο εισαγωγικός δασμός ανέρχεται σε 245,5%. Η ποσόστωση αυξανόταν σταδιακά την τελευταία πενταετία. Το 2022 θα φθάσει στο τελικό ύψος της. Οι ελληνικές εξαγωγές φέτας στον Καναδά αντιστοιχούν στο 8% περίπου της καναδικής παραγωγής λευκού τυριού. Η καναδική παραγωγή τυριών αυτού του είδους καταναλώνεται στην εγχώρια αγορά. Πέραν της φέτας, στον Καναδά παράγονται τυριά όλων των ειδών που διατίθενται με τις επωνυμίες των τυριών Γ.Ε. της ΕΕ. Είτε ως φέτα αυθεντική ελληνικής παραγωγής, είτε ως «φέτα» καναδικής παραγωγής, η φέτα που διατίθεται στην καναδική αγορά είναι ένα από τα φθηνότερα τυριά που διατίθενται, γεγονός που πρέπει να προβληματίσει ιδίως τους Έλληνες παραγωγούς.

Τί πραγματικά σημαίνει η CETA για την Ελλάδα

Το economix.gr έκανε από την αρχή της δημιουργίας του – και λίγο μετά την πρώτη εφαρμογή – ένα μίνι αφιέρωμα στη CETA και κατέγραψε αναλυτικά «Τι ευκαιρίες ανοίγει η CETA για Έλληνες επαγγελματίες και επιχειρήσεις;». Με απόψεις φορέων της αγοράς αλλά και εκπροσώπων της Ελλάδας και του Καναδά. Αλλά και με πιο συνολική θεώρηση και τοποθετήσεις από όλο το φάσμα των ενδιαφερόμενων: «Εμπορικές συμφωνίες, μικροπολιτική και… μάκρο-πολιτική: Το παράδειγμα της CETA»

Αν το θέμα της CETA και των επιπτώσεών της σας ενδιαφέρει παραπάνω, πέρα από τα links μέσα στο ρεπορτάζ του economix, μπορείτε να διαβάσετε ακόμη:

Πλήρες κείμενο της συμφωνίας CETA  

Ερωτήσεις και Απαντήσεις-Σελίδα της Επιτροπής (Απρίλιος 2016) 

Ερευνητικό σημείωμα του ΕΚ για τη CETA (Ιανουάριος 2017)

Τα πλεονεκτήματα της CETA – ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Φεβρουάριος 2017)